Στις 21 Οκτωβρίου 1825 δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά κριτική του ποιήματος του Διονύσιου Σολωμού «Ύμνος εις την Ελευθερία». Η κριτική ήταν του πολιτικού, λόγιου και διπλωμάτη Σπυρίδωνα Τρικούπη και δημοσιεύθηκε στη «Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος».
Ο νεοελληνιστής φιλόλογος και ιστορικός της λογοτεχνίας, Γιώργος Βελουδής γράφει στο «ΒΗΜΑ» στις 11 Ιανουρίου 1998:
«Η πρώτη, τριπλή και επιβλητική, “εμφάνιση” του Σολωμού στην Ελλάδα σημειώθηκε το κρίσιμο έτος της Ελληνικής Επανάστασης 1825, όταν ο ίδιος ήταν 27 χρόνων.
»Το έτος αυτό (1825) κυκλοφόρησε μέσα στο πολιορκούμενο Μεσολόγγι η πρώτη ελληνική έκδοση του Υμνου εις την Ελευθερίαν και το ίδιο έτος δημοσιεύτηκαν δύο κριτικές παρουσιάσεις του: η πρώτη, συντομότερη, από τον Σπ. Τρικούπη στη Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος στο Ναύπλιο και η δεύτερη, εκτενέστερη, από τον Γ. Ψύλλα στην Εφημερίδα των Αθηνών.
Διαπιστώσεις
»Ηδη αυτή η πρώτη, τριπλή, παρουσία επιβάλλει μερικές αποφασιστικές διαπιστώσεις:
α) σε αντίθεση με τις σύγχρονές του Ωδές (1824/26) του Κάλβου, ο Υμνος (1823) του Σολωμού λειτουργούσε άμεσα και μέσα στον επαναστατημένο ελλαδικό χώρο·
β) οι βιβλιοκρισίες του Τρικούπη και ιδίως του Ψύλλα για τον Υμνο επισημαίνουν την έναρξη της νεοελληνικής κριτικής με την κύρια σημασία του όρου·
γ) ενώ το προηγούμενο έτος (1824) είχε ξεσπάσει ο εμφύλιος πόλεμος, ο Σολωμός παρουσιάζεται στον Υμνο (στρ. 141-150) ως κήρυκας της εθνικής ενότητας·
δ) ο Ψύλλας χρησιμοποιεί, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, σ’ αναφορά με το έργο αυτό του Σολωμού, τον όρο “εθνική ποίησις” και ταυτόχρονα ιδρύει τη γενεαλογία αυτής της “εθνικής ποίησης” : Κορνάρος – Χριστόπουλος – Ρήγας – Σολωμός.
Η αντίθεση «Αθήνα – Επτάνησα»
»Το σκηνικό θα αλλάξει άρδην μετά την ίδρυση του πυγμαίου ελληνικού κράτους: στα 1833, αμέσως μετά την άφιξη του Οθωνα, ο Αλέξανδρος Σούτσος απευθύνει τη διαβόητη έμμετρη Επιστολή προς τον βασιλέα Οθωνα, στην οποία (στρ. 55) υπάρχουν και οι δύο πολυσυζητημένοι στίχοι: Ο Κάλβος και ο Σαλομός ωδοποιοί μεγάλοι, / κ’ οι δύο παρημέλησαν της γλώσσης μας τα κάλλη.
Η συνολική ανάγνωση του πολύστροφου αυτού στιχουργήματος επιτρέπει να εννοηθεί ότι ο νέος φαναριώτης ποιητής συνιστά στον νεαρό άνακτα την κάστα του και την απόρριψη, κατ’ αντιπαράθεση, του επτανησιακού ποιητικού – πολιτιστικού «παραδείγματος», όπως αυτό εκπροσωπείται από τους δύο κορυφαίους ζακυνθινούς ποιητές, και την απόρριψη αυτή θα προσεπικυρώσει, απροσχημάτιστα, στα 1851 ο αδελφός του Αλεξάνδρου Παναγιώτης Σούτσος.
»Η βασική αυτή αντίθεση «Αθήνα – Επτάνησα» με επίκεντρο και άλλοθι τον Σολωμό θα διευρυνθεί σ’ ένα ταυτόχρονα γλωσσικό, λογοτεχνικό, πολιτιστικό και ιδεολογικό χάσμα στις επόμενες δεκαετίες, ως την εμφάνιση του Παλαμά (1885)· οι σποραδικές φωνές που θα ακουστούν από το αθηναϊκό και φαναριώτικο κέντρο θα είναι φανερά ή υπαινικτικά απορριπτικές για τον Σολωμό και τα ελάχιστα ποιήματά του (Φαρμακωμένη, Λάμπρος κ.ά.) που θα δημοσιευτούν στα αθηναϊκά περιοδικά και ανθολογίες (1835, 1841, 1857) θα παραμορφωθούν γλωσσικά – μορφικά για να προσαρμοστούν στο αθηναϊκό «ιδεώδες» ενός αχαλίνωτου εξαρχαϊσμού.
Νέος σταθμός
»Ενα νέο σταθμό σημείωσε η μνημειώδης έκδοση των Ευρισκομένων του Σολωμού στην Κέρκυρα από τον κατά πολύ νεότερό του φίλο και «μαθητή» του Ιάκωβο Πολυλά στα 1859, δύο χρόνια μετά τον θάνατο του μεγάλου «δασκάλου» του: με την έκδοσή του αυτή ο Πολυλάς βάζει τα θεμέλια της νεοελληνικής φιλολογίας και της φιλολογικής κριτικής, που θα συνδέσουν τη γέννησή τους, από την πρώτη στιγμή, με το όνομα και το έργο του κορυφαίου έλληνα ποιητή. (…)
»Προπαντός, όμως, ο Πολυλάς αποδίδει, πρώτος αυτός, στο κεφ. ΧΙ των Προλεγομένων του στον Σολωμό τον τίτλο του «εθνικού ποιητή». Ταυτόχρονα επιχειρεί τις πρώτες, διαλλακτικότατες, παραχωρήσεις για την πολιτιστική ενσωμάτωση του Σολωμού, όχι βέβαια στα αρχαϊστικά κελεύσματα του μικροελλαδικού κέντρου, προσαρμόζοντας τους γνήσιους διαλεκτικούς – ιδιωματικούς τύπους του νεόκοπου «εθνικού ποιητή» στα γλωσσικά πρότυπα μιας διαγραφόμενης ακόμη «εθνικής» κοινής δημοτικής, όπως: Μεσολόγγι αντί Μισολόγγι, Ελεύθεροι πολιορκημένοι αντί Ελεύθεροι πολιορκισμένοι, Φαρμακωμένη αντί Φαρμακισμένη κ.ά.
Ιδεολογικό ρήγμα
»Με την ακαριαία αντισολωμική αντίδραση του Λευκάδιου Σπ. Ζαμπέλιου (1859) βαθαίνει το ιδεολογικό ρήγμα ανάμεσα στην επτανησιακή «Δύση» και στην αθηναϊκή «Ανατολή» πάντα με σημείο αναφοράς τον Σολωμό: η βίαιη άρνηση του Σολωμού από τον πρώην μαθητή και θαυμαστή του δεν ήταν απλή εκδήλωση ζηλοτυπίας απέναντι στην «απειλούμενη» καθιέρωση του «εθνικού ποιητή» αλλά, στο πολιτιστικό επίπεδο, η αντίδραση του αθηναϊκού, πρώτα πρώτα αυλικού, νεοκλασικισμού εναντίον του σολωμικού και, γενικότερα, επτανησιακού ρομαντικού ιδεώδους μιας λαϊκής γλώσσας και κουλτούρας και, στο ιδεολογικό επίπεδο, η αντίδραση του ήδη από τα 1852 διαγραφόμενου ιδεολογικού νεφελώματος της «Μεγάλης Ιδέας» εναντίον του επτανησιακού διαλεκτικού ιδεαλισμού
Ο ρόλος του Παλαμά
»Ο αρχηγέτης της «Νέας Αθηναϊκής Σχολής» Κ. Παλαμάς ενσαρκώνει τη δεύτερη, μετά τον Πολυλά, και μάλιστα τη μακρότερη και σημαντικότερη φάση στην ελληνική «πρόσληψη» του Σολωμού και του έργου του (1885-1933): ο Παλαμάς συνεκφράζει ως λογοτέχνης και διανοούμενος τις δύο μεγαλύτερες ανοδικές «στιγμές» της τάξης και του έθνους του, την τρικουπική (1875-1895) και τη βενιζελική (1910-1920).
Η επίτευξη της εθνικής ενότητας με την προσάρτηση της Επτανήσου (1864), της Θεσσαλίας (1882), της Μακεδονίας και της Ηπείρου (1912/13) επέβαλε και την πολιτιστική και ιδεολογική ενσωμάτωση των νέων χωρών στον ανδρωμένο εθνικό κορμό.
Σφαιρική εικόνα
»Αυτό καταφαίνεται λ.χ. από το γεγονός ότι ο Παλαμάς μαζί με τον Σολωμό ενσωματώνει και εθνικοποιεί και τους δύο άλλους Επτανήσιους, τον Κάλβο και τον Βαλαωρίτη ποιητές, θα τολμούσα να ισχυριστώ, από κάθε άποψη υποδεέστερους και ασύμβατους με τον Σολωμό. Παρά την επαμφοτερίζουσα στάση του απέναντι σε μερικές όψεις του σολωμικού έργου, ο κριτικός Παλαμάς κατορθώνει, συνδυάζοντας φιλολογικά, γραμματολογικά και συγκριτολογικά κριτήρια, να δώσει μια σφαιρική εικόνα του εθνικού «αντικειμένου» του και μάλιστα να προδιαγράψει τα βασικότερα αιτήματα για την περαιτέρω επιστημονική διαπραγμάτευσή του.
»Ο Παλαμάς θα αντιμετωπίσει, επιπλέον, κριτικά και τα τελευταία σφαδάσματα του αθηναϊκού φαναριωτισμού στο πρόσωπο του αυλοκόλακα Α. Ρ. Ραγκαβή, που είχε ξιφουλκήσει στα 1891 εναντίον της καθιέρωσης του Υμνου εις την Ελευθερίαν ως εθνικού ύμνου, και θα πρωταγωνιστήσει στην πρώτη μεγάλη σολωμική επέτειο (1898), που εορτάστηκε καθυστερημένα λόγω των πολεμικών γεγονότων και της πολιτικής κρίσης, με την παρουσίαση της νέας εθνικής έκδοσης των Απάντων του Σολωμού με τα νέα, συγκροτημένα Προλεγόμενα του νέου αποστόλου του (1901)».