Tη χρονιά γέννησης του Αμερικανικού Συντάγματος το 1787 ο Τ. Τζέφερσον θα δηλώσει «Αν έπρεπε να αποφασίσω αν θα έχουμε κυβέρνηση χωρίς εφημερίδες ή εφημερίδες χωρίς κυβέρνηση, θα διάλεγα χωρίς δισταγμό το δεύτερο». Oι σχέσεις πολιτικής και ΜΜΕ καθορίζουν αποφασιστικά την ποιότητα της Δημοκρατίας. Στην Ελλάδα εξελίχθηκαν σε ένα παιχνίδι εξουσίας, όπου οι δύο πόλοι συνυπάρχουν, αλληλοεξαρτώνται και συγκρούονται. Πέντε περιόδους διακρίνουμε στη σχέση αυτή.
Κατά την πρώτη περίοδο 1974-1989, ο πολιτικός ανταγωνισμός είναι πολωμένος, τα πολιτικά κόμματα μαζικά στα οργανωσιακά τους χαρακτηριστικά και η πολιτική επικοινωνία λιγότερο εξαρτημένη από τα ΜΜΕ. Είναι η περίοδος κυριαρχίας του Τύπου στην πολιτική ενημέρωση και την πολιτική ατζέντα όπου ο δικομματισμός κυριαρχεί και αναπαράγεται μέσα από τον έντυπο Τύπο. Η κυρίαρχη θέση του Τύπου συνδέεται με την απουσία δημόσιας συζήτησης σε σχέση με τη συγκρότηση ενός προτύπου δημόσιας τηλεόρασης, αλλά και με την καθυστερημένη συζήτηση για την άρση του κρατικού μονοπωλίου στην τηλεόραση. Το τέλος της δεκαετίας σηματοδοτείται από το σκάνδαλο Κοσκωτά που θα καθορίσει το μέλλον του Τύπου και τις σχέσεις του με την πολιτική εξουσία. Εφημερίδες που υποστηρίζουν πολιτικά το ΠΑΣΟΚ θα φέρουν στην επιφάνεια τις αθέατες σχέσεις μεταξύ επιχειρηματικών συμφερόντων, ΜΜΕ και πολιτικής εξουσίας διαταράσσοντας τις μέχρι τότε συναινετικές σχέσεις μεταξύ κύριων εφημερίδων και πολιτικών κομμάτων.
Η δεύτερη περίοδος (1989-1996) σηματοδοτεί τη μετάβαση από τον απόηχο του σκανδάλου Κοσκωτά στις «εκλογές του καναπέ» του 1996: μετασχηματισμός των πολιτικών κομμάτων, συγκυβέρνηση ΝΔ-Ενιαίου Συνασπισμού και σταδιακή επαγγελματοποίηση της πολιτικής επικοινωνίας-η έλευση άλλωστε Αμερικανού συμβούλου για τη ΝΔ είναι γεγονός. Η περίοδος χαρακτηρίζεται από την καταγγελία της διαπλοκής από τον Κ. Μητσοτάκη αλλά και σημαντικές αλλαγές στη δομή και τον ρόλο των ΜΜΕ, με το πέρασμα από τους παλιούς «εφημεριδάδες» σε μία νέα γενιά επιχειρηματιών στον χώρο και τον μετασχηματισμό των παραδοσιακών εκδοτικών επιχειρήσεων σε πολυδιάστατες, δυναμικές εταιρείες, οι οποίες συνδέονται, πλέον, με ένα ευρύτερο φάσμα τομέων της ελληνικής οικονομίας. Η πιο καίρια εξέλιξη της περιόδου είναι η έλευση της ιδιωτικής τηλεόρασης, η οποία άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο η πολιτική και τα ΜΜΕ αλληλεπιδρούν. Το πρώτο τηλεοπτικό debate είναι γεγονός στις εκλογές του 1996, εκλογές που η τηλεόραση θα αλλάξει τα δεδομένα στην πολιτική επικοινωνία.
Η τρίτη περίοδος (1996-2009) αποτελεί την περίοδο εδραίωσης του πολιτικομιντιακού συστήματος εξουσίας στην Ελλάδα. Η πολιτική και η μιντιακή εξουσία έρχονται πιο κοντά από ποτέ, και η πολιτική επικοινωνία γίνεται πιο επαγγελματική και τεχνοκρατική. Ανακατατάξεις στα πολιτικά κόμματα οδηγούν σε νέες ανασυνθέσεις, οι στρατηγικές αλλάζουν διότι το πολιτικό παιχνίδι γίνεται όλο και πιο σύνθετο και η πολιτική επικοινωνία γίνεται η βασική διάσταση στη διατύπωση των προγραμματικών στόχων και την ανασύνθεση των πολιτικών στρατηγικών, ενώ η έννοια της «διαπλοκής» μπαίνει και πάλι στο τραπέζι της πολιτικής αντιπαράθεσης. Κατά την περίοδο αυτή, οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των ιδιοκτητών των ΜΜΕ μεγεθύνονται, παράλληλα με την είσοδο στην ΟΝΕ, τους Ολυμπιακούς Αγώνες κλπ. Οι νέοι επιχειρηματίες των ΜΜΕ επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους και σε άλλους τομείς της οικονομίας, με αποτέλεσμα η εικόνα των ΜΜΕ στις αρχές του 2000 να διαφέρει ριζικά από εκείνη των αρχών της δεκαετίας του 1990. Η αντιπαράθεση γύρω από το «βασικό μέτοχο» και τις προνομιακές σχέσεις μεταξύ επιχειρηματιών των ΜΜΕ και της πολιτικής εξουσίας με επίκεντρο τις δημόσιες συμβάσεις δημιουργεί νέες πολώσεις και αντιπαραθέσεις.
Η τέταρτη περίοδος (2010-2019) είναι η περίοδος της αποκαθήλωσης. H περίοδος του δημοσιονομικού χρέους δεν χαρακτηρίζεται μόνο από τον εκλογικό σεισμό αλλά και από τον μιντιακό σεισμό. Ο άλλοτε κραταιός δικομματισμός καταρρέει, νέα κόμματα αναδεικνύονται, η επιρροή των ΜΜΕ χάνει τη δυναμική της στο περιβάλλον της κοινωνιοκεντρικής ατζέντας και των κινηματικών διεκδικήσεων. Εφημερίδες κλείνουν, κανάλια δημόσια και ιδιωτικά παύουν τη λειτουργία τους, μιντιακοί κολοσσοί αλλάζουν χέρια ενώ ιστορικές συγκρούσεις μεταξύ πολιτικής και μιντιακής εξουσίας λαμβάνουν χώρα. Η διενέργεια διαγωνισμού για τις αδειοδοτήσεις των τηλεοπτικών καναλιών από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛΛ θα οδηγήσει σε ηχηρή σύγκρουση μεταξύ της κυβέρνησης και των ΜΜΕ. Παράλληλα, ποιοτικά χαρακτηριστικά όπως το γκρέμισμα της αξιοπιστίας των παραδοσιακών ΜΜΕ θα σηματοδοτήσει αλλαγές και θα οδηγήσει σε ανακατατάξεις, όπως η άνοδος της αξιοπιστίας των εναλλακτικών και ψηφιακών μέσων σε ένα υβριδικό επικοινωνιακό περιβάλλον όπου η παραγωγή της ατζέντας διαφεύγει του ελέγχου των πολιτικών και μιντιακών πρωταγωνιστών και μειοψηφικές δημοσιότητες παράγουν και πολλαπλασιάζουν τις πολιτικές πληροφορίες.
Η πέμπτη περίοδος (2019-2023) χαρακτηρίζεται από την εκ νέου ευθυγράμμιση του πολιτικού και μιντιακού τοπίου σε μία νέα κανονικότητα των κρίσεων. Η περίοδος αυτή σηματοδοτεί την έξοδο από τα μνημόνια και την είσοδο σε νέες πολύ-κρίσεις όπως η πανδημική, η ενεργειακή, η κλιματική κρίση. Η διαχείριση των κρίσεων επιβάλλει την πυκνότερη και αποτελεσματικότερη χρήση των νέων και παραδοσιακών ΜΜΕ, σε μία εποχή όπου ο κατακερματισμός των μηνυμάτων και ο πολλαπλασιασμός των ψηφιακών γνωμών εμποδίζουν τον κεντρικό έλεγχο της πληροφορίας. Η ΝΔ θα εφαρμόσει ένα ιδιαίτερα συγκεντρωτικό μοντέλο διαχείρισης της πληροφορίας παράλληλα με ένα υψηλό επίπεδο επαγγελματοποίησης της πολιτικής επικοινωνίας που αξιοποιεί νέα και παραδοσιακά ΜΜΕ.
H συνύφανση Πολιτικής και ΜΜΕ στη Μεταπολίτευση είναι δεδομένη και το αποτύπωμά της στη Δημοκρατία ισχυρό.
(προδημοσίευση από το βιβλίο Δημοκρατία, Πολιτική, ΜΜΕ στην Γ’ Ελληνική Δημοκρατία, εκδ. Guttenberg, 2025)
*Η Φανή Μ. Κουντούρη είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια πολιτικής επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.