Εν αναμονή της νέας φάσης των ελληνοτουρκικών συζητήσεων, ο ένας από τους δύο πρώην Πρωθυπουργούς που αντιπολιτεύονται την κυβέρνηση, έσπευσε και πάλι να πάρει θέση. Από την Κύπρο και μία εκδήλωση ενός γυναικείου περιοδικού, κατήγγειλε «μαγειρέματα» στο Κυπριακό και στο Αιγαίο και μίλησε για «λύσεις άδικες και καταστροφικές».

Δεν είναι άγνωστες οι θέσεις και οι ανησυχίες του πρώην Πρωθυπουργού, άλλωστε έχει πληρώσει πολιτικό τίμημα για αυτές και ο ίδιος και η παράταξη στην οποία ανήκει και της οποίας ηγήθηκε.

Μοιάζουν όμως οι συνεχείς προειδοποιήσεις του για εθνικές καταστροφές με μία διαδικασία αναγκαστικής επιβεβαίωσης της διάθεσής του να προκαλέσει για κάποιον λόγο κάποιο πρόβλημα στην κυβέρνηση και προσωπικά στον Πρωθυπουργό.

Οι καταγγελίες του θα είχαν νόημα και θα γίνονταν κατανοητές, αν υπήρχε έστω και μία ένδειξη για κάποιο σχέδιο υπονόμευσης των εθνικών συμφερόντων, το οποίο για κάποιον ακατανόητο λόγο θα αναλάμβανε να υλοποιήσει μία ελληνική κυβέρνηση. Και μάλιστα μόνη της, σε μία ιδιόμορφη και πρωτοφανή επιχείρηση πολιτικής αυτοκτονίας.

Δεν παύει να ισχύει ότι παρεμβάσεις όπως αυτές του πρώην Πρωθυπουργού καλλιεργούν ένα κλίμα επιφυλακτικότητας και καχυποψίας και ότι σε κάθε περίπτωση προσφέρουν αφορμές σε κάθε είδους συνωμοσιολογίες. Πρόκειται για δομικά συστατικά του ελληνικού πολιτικού συστήματος, αλλά και των δορυφορικών του παραπολιτικών και παραδημοσιογραφικών εκφάνσεων.

Θα είχε μία ουσία και ίσως θα ήταν και εποικοδομητικό, αν ο πρώην Πρωθυπουργός και όσοι έχουν ανάλογες ανησυχίες, είχαν κάτι συγκεκριμένο να επισημάνουν και να καταγγείλουν και – φυσικά – αν εξηγούσαν για ποιον λόγο μία κυβέρνηση θα οργάνωνε την μεγάλη εθνική υπονόμευση. Όσο δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο, οι «επιθέσεις» του δικαιολογούν πολλές ερμηνείες και παρερμηνείες.