Ο Νίκος Ανδρουλάκης κέρδισε άνετα τον Χάρη Δούκα με μια διαφορά 59,9% έναντι 40,1%. Η νίκη του δεν μοιάζει σε τίποτα με την αντίστοιχη του 2021. Υπάρχει ικανοποίηση, αλλά είναι σαφώς κατώτερη από την μεγάλη ευθύνη του αναβαπτισμένου αρχηγού. Ο Ανδρουλάκης έλαβε μια νέα εντολή, τί είδους εντολή όμως είναι αυτή;
Το 2021 ο νεοεκλεγμένος πρόεδρος του ΠαΣοΚ υποσχέθηκε αλλαγή και ανανέωση. Και τα δύο πεδία τα διαχειρίστηκε προβληματικά, το κόμμα αντί να ανοίξει έγινε εσωστρεφές και η ανανέωση κατέληξε στη διαχείριση μιας παρέας. Εξού και η έκρηξη αμφισβήτησης του το ίδιο βράδυ των ευρωεκλογών που το ΠαΣοΚ ανέβασε λίγο ακόμα το ποσοστό του. Το μαρτύριο της σταγόνας προκαλούσε εκνευρισμό και δυσθυμία στο εσωτερικό του κόμματος, η προβληματική συνεννόηση των βαασικών στελεχών με τον πρόεδρο δημιουργούσε εστίες ανάφλεξης, η έλλειψη ενός ισχυρού καθοδηγητικού κέντρου φυγοκέντριζε τους ψηφοφόρους. Η εντολή του 2021 ήταν ισχυρή, αλλά εξανεμίστηκε καθώς το κόμμα παραπατούσε πολιτικά και η κοινωνία δεν μπορούσε να το παρακολουθήσει. Και ας φθειρόταν η κυβέρνηση και ας κατέρρεε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν ήταν όλα αρνητικά. Το ΠαΣοΚ επί Ανδρουλάκη κέρδισε την αυτονομία του και την «αυτοδιάθεσή» του, σταμάτησε να του απευθύνεται η ενοχλητική ερώτηση «με ποιόν θα πάτε μετά τις εκλογές;». Έγινε κόμμα αυτεξούσιο και όχι δυνητικός μικρός εταίρος, συμπλήρωμα, είτε της ΝΔ είτε του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι λίγο, αλλά δεν είναι και αρκετό.
Η καινούργια εντολή που δόθηκε στον Ανδρουλάκη είναι πιο σύνθετη. Πρώτα από όλα δεν είναι λευκή επιταγή όπως ήταν το 2021, αλλά ένα μετοχικό κεφάλαιο στη διαχείριση του οποίου διεκδικούν λόγο και άλλοι «επενδυτές». Οι ψηφοφόροι του ΠαΣοΚ, παραδοσιακοί και δυνητικοί, απαίτησαν ένα πολυσυλλεκτικό, πολυτασικό, μαζικό και πλειοψηφικό κόμμα. Δηλαδή ένα ΠαΣοΚ δυνάμει κυβερνητικό με τον πρόεδρό του να προβάλλεται ως μελλοντικός Πρωθυπουργός. Το «πρωθυπουργίσιμος» δεν είναι σύνθημα πλέον, είναι αίτημα και πρέπει να απαντηθεί πειστικά.
Το ΠαΣοΚ έχει θεωρητικά τη μεγαλύτερη εκλογική επιρροή από την Αριστερά μέχρι την Κεντροδεξιά, σε σύγκριση με όλα τα υπόλοιπα κόμματα, της ΝΔ συμπεριλαμβανομένης. Πρακτικά, υπολείπεται σε κρίσιμα κοινά όπως είναι οι νέοι, οι αγρότες, οι μισθωτοί, οι ελεύθεροι επαγγελματίες κυρίως όμως στα μεσαία αστικά στρώματα, μέρος των οποίων έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στο συστημικό πολιτικό σύστημα και στρέφεται είτε προς την αποχή είτε σε άλλες μη συστημικές επιλογές. Αυτή είναι μια συγκυρία που προσφέρεται για να την αξιοποιήσει ο Ανδρουλάκης προκειμένου να επανασυνδέσει το ΠαΣοΚ με τα παραδοσιακά του ακροατήρια, με πολίτες που έγιναν καχύποπτοι ή και απορριπτικοί για την πολιτική και τα κόμματα.
Τίποτα δεν θα επιτευχθεί με τη στρατηγική της ενεργούς αναμονής, της στρατηγικής του ώριμου φρούτου. Αφενός, γιατί η ΝΔ ωριμάζει αργά και το Μέγαρο Μαξίμου, παρά τα όσα υπεράνω μεταδίδει, δείχνει ιδιαίτερη προσοχή στους ψηφοφόρους του ΠαΣοΚ, τη γνώμη των οποίων μετράει συστηματικά στις εσωτερικές της δημοσκοπήσεις και φροντίζει πάντα να λαμβάνει υπόψη. Υπάρχει, δηλαδή, σοβαρή πιθανότητα ο Κυριάκος Μητσοτάκης να έχει μελετήσει καλύτερα τους ψηφοφόρους του ΠαΣοΚ από ότι ο Ανδρουλάκης και οι υπόλοιποι διεκδικητές της ηγεσίας του. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι υπάρχει σημαντική πτώση στην αποδοχή των βασικών κυβερνητικών πολιτικών από αυτή τη μερίδα των ψηφοφόρων, κάτι που δυναμώνει την ευκαιρία του Ανδρουλάκη, ο οποίος ανακτά την κυριαρχία στην Κεντροαριστερά. Αφετέρου, επειδή χωρίς ορατές πρωτοβουλίες κανένας πολιτικός αρχηγός δεν κατοχύρωσε ποτέ την ισχύ του.
Μέχρι σήμερα το ΠαΣοΚ δεν κατάφερε να θέσει την πολιτική ατζέντα και όσες σωστές και αναγκαίες προτάσεις έκανε, όπως για παράδειγμα για τη στεγαστική κρίση, τις έκλεβε με άνεση ο Πρωθυπουργός. Τώρα το ΠαΣοΚ δεν είναι τρίτο κόμμα, διεκδικεί ρόλο αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οι προτάσεις του πρέπει να ακούγονται, οι πρωτοβουλίες του να δίνουν τον πολιτικό τόνο τόσο σε συμβολικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ουσίας. Ένα κορυφαίο θέμα της επόμενης περιόδου είναι η επιλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Θα σπεύσει το ΠαΣοΚ να καταθέσει πρώτο τη δική του πρόταση, προβάλλοντας τα χαρακτηριστικά που θα ήθελε να έχει ο επόμενος πρόεδρος, ή θα μετατραπεί σε παρακολούθημα και σχολιαστή της επιλογής του Πρωθυπουργού; Η εποχή δεν είναι αθώα, με ορατούς κινδύνους για την οικονομία και την εξωτερική πολιτική, και ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας ενδεχομένως να έχει έναν ρόλο να παίξει σε ένα ασύμμετρο και ρευστό πολιτικό σκηνικό, που ίσως απαιτήσει συνεργασίες και δύσκολες συνεννοήσεις. Και σε αυτό το θέμα η θέση του ΠαΣοΚ οφείλει να είναι ξεκάθαρη.
Η εντολή που έλαβε ο Ανδρουλάκης και το ΠαΣοΚ δεν δόθηκε μόνο από τους 303.223 ψηφοφόρους του πρώτου γύρου και από τους 213.781 του δεύτερου γύρου. Και δεν επιδόθηκε προσωπικά, αλλά πολιτικά σε ένα κόμμα που δείχνει σημάδια αναγέννησης, που δείχνει να βγαίνει από την καταχνιά της μνημονιακής τιμωρίας, που δείχνει να διεκδικεί μια νέα σύνδεση με τις πολυσύνθετες ανάγκες της εποχής. Αυτά, όμως, δεν αφορούν μόνο τον Ανδρουλάκη, η νίκη του οποίου ήταν πεντακάθαρη. Αφορούν εξίσου και τους άλλους πέντε διεκδικητές της ηγεσίας. Θα επιστρατευτούν υπό την ηγεσία Ανδρουλάκη, θα δουλέψουν για το ΠαΣοΚ όπως δεσμεύτηκαν ή θα αφήσουν ανοιχτούς τους προεκλογικούς λογαριασμούς;
Η Άννα Διαμαντοπούλου δήλωσε ότι περιμένει ένα τηλεφώνημα και ένα σχέδιο, ο Παύλος Γερουλάνος πρόβαλλε το δικό του σχέδιο, η Νάντια Γιαννακοπούλου ήταν η πιο απορριπτική προς τον Ανδρουλάκη, ο Μιχάλης Κατρίνης αρνείται κατηγορητικά το ενδεχόμενο συνεργασίας με τη ΝΔ και ο Χάρης Δούκας, πέραν των άλλων, βρίσκεται αντιμέτωπος με μια κρίση νομιμοποίησης στον δήμο Αθηναίων έναν χρόνο μετά την εκλογή του. Θα κάνουν μια καινούργια αρχή ή μετατρέψουν η ηττημένοι, που στην πραγματικότητα δεν έχουν τίποτα κοινό να τους ενώνει, την πικρία τους σε εσωστρέφεια; Γιατί στη δεύτερη περίπτωση η εντολή που πήρε ο Ανδρουλάκης μπορεί να πάρει άλλα χαρακτηριστικά, προκειμένου να προστατεύσει το ΠαΣοΚ και να το διατηρήσει στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.