Η κατάληξη της εσωκομματικής εκλογικής διαδικασίας του ΠαΣοΚ αξιολογήθηκε ως αναμενόμενη. Υπό μία έννοια όμως προξενεί και κάποια απορία. Ποιος πραγματικός λόγος επέβαλε αυτήν την τετράμηνη διαδικασία;
Ο επανεκλεγείς αρχηγός αμφισβητήθηκε από στελέχη τα οποία σε καμία δημοσκόπηση δεν εμφάνισαν δυναμική που να δικαιολογεί τις φιλοδοξίες τους και τελικά επικράτησε σαρωτικά έναντι όλων.
Ορισμένοι μιλούν για επικράτηση των μηχανισμών, άλλοι για το κυρίαρχο αίσθημα αυτοσυντήρησης του ΠαΣοΚ, που απέτρεψε στην τελική φάση μία κασσελακικού τύπου εξέλιξη στο κόμμα, αλλά πάντως το αποτέλεσμα είναι αδιαμφισβήτητο.
Το ΠαΣοΚ έκανε ένα υπερήφανο βήμα σημειωτόν και μία στροφή γύρω από τον εαυτό του. Εκ των πραγμάτων και των συνθηκών συγκεντρώνει πλέον τα βλέμματα, λόγω (και) της κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ.
Έπειτα από κάθε παρόμοια διαδικασία φουντώνουν οι ελπίδες ότι κάτι θα γίνει διαφορετικό, ότι τα λάθη θα διορθωθούν και ότι το πολιτικό κενό θα γεμίσει με περιεχόμενο και μάλιστα ενδιαφέρον. Κάποιες φορές οι ελπίδες αυτές επαληθεύονται. Όμως ποτέ δεν συμβαίνουν πολιτικά θαύματα δια της αδράνειας.
Ειδικά στην παρούσα συγκυρία, όπου η χώρα διαθέτει μία λιγότερο ή περισσότερο συγκροτημένη διακυβέρνηση, απαιτείται πολιτικός αντίλογος βάσιμος και νηφάλιος, προτάσεις και σχέδια ρεαλιστικά και – κρίσιμο αυτό – μοντέλο και πρότυπο ηγεσίας, που θα πείσει ότι μπορεί να αντικαταστήσει το υπάρχον και θα εξηγήσει επαρκώς τους λόγους.
Υπό αυτούς τους όρους και με αυτές τις συνθήκες ξεκινά η νέα περίοδος για την αναβαπτισμένη ηγεσία του ΠαΣοΚ. Η διαδικασία προς το παρόν εξελίσσεται στην μικρή, κομματική κολυμβήθρα. Η πρόκληση στην μεγαλύτερη, την εθνική, θα κρίνει τον βαθμό της επιτυχίας.