Φως εκ φωτός. Ο Νάσος από τον Γιάννη και ο Γιάννης από τον Νάσο. Αλληλεπίδραση μιας διαπεραστικής λάμψης που δεν πηγάζει μονάχα από το πρόσφατο χρυσό παραολυμπιακό μετάλλιο των 100μ. Τ11 στο Παρίσι. Ανάκλαση ακτινοβολίας που δεν προέρχεται ολότελα από τα λευκά t-shirt που φορούν. Γύρω στις 11:30 το πρωί ο ήλιος στη Φιλοθέη βρίσκεται στο κορυφαίο σημείο του, αλλά δεν είναι αυτός που τους φωτίζει. Ούτε το φλας του φωτογραφικού φακού.

Νάσος Γκαβέλας και Γιάννης Νυφαντόπουλος συνθέτουν ένα γήινο δίδυμο που, αγωνιστική ή μη, κινείται σε άλλη διάσταση. Ένα δίδυμο που από την πρώτη γεμάτη χειραψία γνωριμίας με τον καθένα ξεχωριστά διαχέει στον χώρο μια απροσδιόριστη, ισοπεδωτική, δύναμη. Η αφή κρατά τον κυρίαρχο ρόλο, αφενός μεταξύ τους αφετέρου με όλους τους άλλους. Γεννά ένα άμεσο δέσιμο. Εξελίσσεται σε προέκταση του σχοινιού που ενώνει τα χέρια τους ενόσω τρέχουν παράλληλα στο κουλουάρ του στίβου.

«Σε μένα η αφή είναι βασικός παράγοντας. Γενικότερα είμαι άνθρωπος ο οποίος θέλει να αγγίζει πράγματα. Έτσι τα βλέπω, έτσι τα αντιλαμβάνομαι, έτσι τα αισθάνομαι. Και σίγουρα όταν έχεις έναν δικό σου άνθρωπο τον νιώθεις καλύτερα δίπλα σου» ομολογεί στο ΒΗΜΑ ο Νάσος Γκαβέλας.

«Εγώ κατά τη διάρκεια των προπονήσεων και των αγώνων, θέλω ο Νάσος να είναι πάνω μου, να έχω μαζί του μεγαλύτερη απτική επαφή. Με βοηθάει να αντιλαμβάνομαι που είναι ο Νάσος μέσα στο χώρο, που είναι στον ρυθμό του για να έχουμε εν τέλει καλύτερο συγχρονισμό» συμπληρώνει στην κουβέντα μας ο Γιάννης Νυφαντόπουλος που εκείνη τη στιγμή δέχεται τα πειράγματα του κορυφαίου συναθλητή του στους ώμους και στο πρόσωπο. «Νιώθω πιο ασφαλής όταν έρχεται πάνω μου, όταν με ακουμπάει, μου τραβάει τα αυτιά. Έχουμε διάφορα τέτοια» αποκαλύπτει ακόμη.

«Άμα δεν κάνεις και λίγη πλάκα, δεν γίνεται» καταθέτει επικουρικά ο Ν. Γκαβέλας για τα μεταξύ τους συνεχή παιχνίδια ως έναν αναλλοίωτο κώδικα επικοινωνίας.

Γιάννης Νυφαντόπουλος και Νάσος Γκαβέλας – Credits: Σίσσυ Μόρφη

Η Παγκόσμια Ημέρα Όρασης και η νόσος Stargardt

Ο Νάσος Γκαβέλας είναι ο δις χρυσός παραολυμπιονίκης στην πιο απαιτητική κατηγορία σπριντ (Τ11). Είναι επίσης ο κάτοχος του παγκοσμίου ρεκόρ της απόστασης με 10.82, επίδοση που συνοδεύει με διάφορους άλλους τίτλους σε Ευρωπαϊκά και Παγκόσμια. Αν δεν τον είχε κερδίσει ο στίβος, ίσως -χάρη ταχύτητας- να έπαιζε ποδόσφαιρο τυφλών ως δεξιός χαφ. «Εσωτερική ήταν η επιλογή, ήθελα μάλλον να κάνω κάτι ατομικό. Μου άρεσε και το κολύμπι. Δεν είναι, άλλωστε, κι εύκολο να βρεις πολλούς καλούς συμπαίκτες» μάς λέει χαμογελώντας.

Ο Νάσος Γκαβέλας από τα δέκα του δεν βλέπει ό,τι η πλειονότητα των ανθρώπων. Πάσχει από τη νόσο Στάργκαρντ (Stargardt) – μια γενετική διαταραχή που αλλοιώνει τον αμφιβληστροειδή χιτώνα και δη την ωχρά κηλίδα προκαλώντας την προοδευτική απώλεια της κεντρικής όρασης.

«Αυτοί οι άνθρωποι ζουν, υπάρχουν και δραστηριοποιούνται ολόκληρο τον χρόνο»

Η δεύτερη Πέμπτη κάθε Οκτωβρίου έχει οριστεί ως η Παγκόσμια Ημέρα Όρασης (Κατά της Τύφλωσης). Η συνάντησή μας με το ολόχρυσο ντουέτου του Παρισιού ήταν ένα post it στο ψυγείο, στον υπολογιστή, στη μνήμη ότι η ζωή είναι εντελώς απρόβλεπτη. Κι ως τέτοια πρέπει ν’ αντιμετωπίζεται. Ούτε, φυσικά, ο Γιάννης Νυφαντόπουλος, ένας σπρίντερ με αυτόνομη διαδρομή και αξιοσημείωτες επιδόσεις στα σπριντ, φανταζόταν τον εαυτό του στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου ως συνοδός ενός αθλητή με αναπηρία όρασης.

«Ναι, να υπάρχουν αυτές οι ημέρες για να επικοινωνούνται τα σωστά ερεθίσματα» αναφέρει ο Νάσος, διευκρινίζει όμως ότι «δεν πρέπει να μένουμε μόνο σε αυτές, αλλά όλο το υπόλοιπο διάστημα να γίνονται έργα και πράξεις. Να γίνονται πράγματα τα οποία ο κόσμος χρειάζεται και έχει ανάγκη».

«Δείχνουμε μια μεγαλύτερη ευαισθησία σε ένα σε μια μερίδα ατόμων, όπως είναι τα άτομα με προβλήματα όρασης, αλλά, όπως είπε και ο Νάσος, δεν πρέπει να γίνονται μεμονωμένα αυτά», σημείωσε ο Γιάννης, υπενθυμίζοντας προς πάσα κατεύθυνση πως «αυτοί οι άνθρωποι ζουν, υπάρχουν και δραστηριοποιούνται ολόκληρο τον χρόνο, όχι μόνο τη συγκεκριμένη ημέρα».

Οι φίλοι (που έμειναν ή έφυγαν) και το bullying

Στα 24 του σήμερα ο Νάσος Γκαβέλας, ήταν μικρό παιδί όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με μια συνθήκη που τον διαφοροποιούσε από το γενικό σύνολο. «Κάπως η δική μου καθημερινότητα δεν άλλαξε, συνέχισε κανονικά» λέει. «Απλά δεν μπορούσα να δω κάποια πράγματα. Από το να διαβάσω μέχρι να αναγνωρίσω πρόσωπα και ανθρώπους».

«Δεν υπήρχε τότε η κατάλληλη ενημέρωση και για ένα αρκετό διάστημα δεν γνωρίζαμε τι γίνεται» πληροφορεί για εκείνο το πρώτο διάστημα της άγνοιας. Χρειάστηκε να επισκεφθεί «πολλούς γιατρούς» αλλά και να υποβληθεί σε μια σειρά γονιδιακών ελέγχων προκειμένου «να καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει».

Μετά από δεκαπέντε χρόνια, η επιστημονική εξειδίκευση έχει ευνοήσει τη μετάδοση της κατάλληλης πληροφορίας, η οποία και φτάνει παντού. Ο Γιάννης Νυφαντόπουλος προτίμησε στο σκέλος τούτο να «με καθοδηγήσει ο Νάσος». «Μέσα από την καθημερινή τριβή έπαιρνα όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που χρειάζομαι για να μπορώ να επικοινωνήσω μαζί του και να συνεννοηθούμε για ό,τι πρέπει να κάνουμε».

«Αυτός που δεν βλέπει…»

Ο Γιάννης είναι σήμερα ένας ώριμος άνδρας, στα 33 του. Παιδιά κατά τη μετάβαση στην εφηβεία ήταν περίπλοκο να κατανοήσουν. Από τη μία «υπήρχαν φίλοι που ήταν αληθινοί. Αυτοί δεν χρειάζονταν να μου σταθούν γιατί δεν είχα κάτι, δεν είναι ότι ήμουν άρρωστος. Απλά ήταν μια διαφορετική καθημερινότητα». Από την άλλη «κάποιοι μπορεί να μην ήθελαν να βγείτε μαζί βόλτα γιατί σου λέει πού θα τον έχουμε τώρα αυτόν που δεν βλέπει, να τον βοηθάμε».

Σε αυτές τις περιπτώσεις «ήταν δύσκολο» παραδέχεται με ειλικρίνεια ο Ν. Γκαβέλας. Διότι ορισμένες φορές η απόρριψη συνδυαζόταν με bullying. «Υπήρχαν περιστατικά κάποιες φορές. Και κοροϊδίες και κάποιοι να προσπαθήσουν να δείξουν τη δύναμή τους σε μένα γιατί έλεγαν ‘αυτός δεν βλέπει, οπότε θα μπορέσω να του επιβληθούμε’». Τουλάχιστον όμως «ήταν μεμονωμένα και υπήρξαν άνθρωποι που έμπαιναν μπροστά και τους έλεγαν να σταματήσουν».

Ο Γ. Νυφαντόπουλος, ως ένα παιδί της ελληνικής περιφέρειας (Πρέβεζα), υπερθεματίζει. «Εγώ μεγάλωσα στην επαρχία και όλες τις σχολικές βαθμίδες τις πέρασα εκεί. Δεν το κρύβω ότι στα παιδικά χρόνια μου έχω υπάρξει και ‘μπούλης’ και άτομο που δέχθηκε μπούλινγκ. Νομίζω ότι οι παλιότεροι δεν το έχουμε αποφύγει σε αυτές τις ηλικίες. Περάσαμε και τις δύο διαδικασίες, αλλά η προσωπικότητά σου στα παιδικά χρόνια θα σε κατατάξει στο αν θα μπορέσεις να το αποφύγεις μόνος σου, αν θα χρειαστείς βοήθεια ή αν θα το καταλάβεις και θα συνειδητοποιήσεις τι κάνεις για να το σταματήσεις».

Το δυστύχημα κατά τον έμπειρο αθλητή είναι πως «όσο περνούν τα χρόνια βλέπουμε ότι αυτές οι συμπεριφορές αυξάνονται και σε αυτό επηρεάζουν πολλά. Ειδικά η προβολή τέτοιων εικόνων από τα social media και από την τηλεόραση».

Νάσος Γκαβέλας και Γιάννης Νυφαντόπουλος – Credits: Σίσσυ Μόρφη

Ψυχολογία, απομόνωση και ζωή σε μοναστήρι

Οι συμπεριφορές αλλάζουν, διαμορφώνονται, προσαρμόζονται, εξελίσσονται. Ο Νάσος Γκαβέλας είναι πτυχιούχος ψυχολογίας και εν δυνάμει επαγγελματίας του χώρου. Συνειδητοποιεί την ανάγκη. «Συνεδρίες» με τον εαυτό του έχει κάνει αμέτρητες. «Με έχει βοηθήσει η μελέτη της ψυχολογίας. Κυρίως αναγνωρίζεις και εξηγείς τα πράγματα καλύτερα. Δεν είναι ότι μου έμαθε απαραίτητα κάτι, απλά αντιλαμβάνεσαι καλύτερα τι γίνεται γύρω σου και γιατί ή από πού προέρχονται κάποια πράγματα. Ιδιαίτερα τον τρόπο αντιμετώπισης τους. Δηλαδή αν υπάρχει ένα πρόβλημα, πώς μπορείς να το λύσεις».

Τη διαδικασία αυτή του αυτοσυλλογισμού την ενεργοποιεί ως επί το πλείστον τα βράδια. «Πάντα σκέφτεσαι μόνος, εμένα μου αρέσει. Αλλά συζητώ κιόλας για ό,τι χρειάζεται, κυρίως για το οτιδήποτε προκύπτει στην καθημερινότητά μου. Είτε τα επεξεργάζομαι μόνος μου είτε τα κουβεντιάζω με μια αθλητική ψυχολόγο φερ’ ειπείν».

«Μου αρέσει η καθημερινότητα στη Μονή»

Από την άλλη η απομόνωση, η ηρεμία, η σιωπή τον γαληνεύουν. Πρόσφατα -και δεν ήταν η πρώτη φορά- επισκέφθηκε τη φημισμένη Μονή Παναχράντου στη βόρεια Άνδρο. Θα το περιέγραφε κανείς ως το ησυχαστήριό του.

«Επιδιώκω να ξεφεύγω». Μια μορφή κάθαρσης. «Είναι η πνευματική καθοδήγηση που σου δίνουν οι άνθρωποι εκεί. Μου αρέσει πολύ η καθημερινότητά τους και σε πολλά επίπεδα τη συνδυάζω κιόλας με τον πρωταθλητισμό. Γιατί και εκείνοι αφιερώνουν όλη τους τη ζωή να προσεύχονται και να ακολουθούν ένα πρόγραμμα. Έτσι ο πρωταθλητισμός» εκμυστηρεύεται στο ΒΗΜΑ.

Είναι στάση ζωής όλο αυτό. Ούτε στην κούρσα επιτρέπει κουβέντες. Επικεντρώνεται στο σήμα του αφέτη, αφοσιώνεται στην αποστολή του. Ξεκινά, αναπτύσσει τη μέγιστη εφικτή ταχύτητα κι όταν πια κόψει, πρώτος, το νήμα εκρήγνυται.

«Δεν με βοηθάει να μιλάμε ενδιάμεσα» τονίζει κι εξηγεί το γιατί: «Εκείνη τη στιγμή προσπαθείς απλά να τα κάνεις όλα σωστά. Να έχεις πλήρη αντίληψη των πραγμάτων γύρω σου για να βγει το ιδανικό αποτέλεσμα. Να βγει αυτό που έχεις δουλέψει, αυτό για το οποίο έχουν δουλέψει όλοι, να γίνει αυτό που πρέπει. Ό,τι είναι να έχεις συζητήσει με τον άνθρωπο που τρέχεις, το συζητάς πριν. Έχεις προετοιμαστεί και στην προπόνηση και στα πάντα. Η επικοινωνία του σώματος είναι η γλώσσα του τρεξίματος». Όποια άλλη κουβέντα για την αφωνία, μάλλον, περισσεύει.

Γκαβέλας και Νυφαντόπουλος θα έχουν για πάντα το Παρίσι

Στο Παρίσι ο Νάσος Γκαβέλας και ο Γιάννης Νυφαντόπουλος ταξίδεψαν με μία αποστολή: το (back to back) χρυσό μετάλλιο. Και το κατέκτησαν. Η γαλανόλευκη ανέβηκε ψηλά, ο Εθνικός Ύμνος επαναλήφθηκε.

«Ήταν επτά συνολικά οι μήνες της δυσκολίας και της γενικότερης ανασφάλειας»

Ο ήδη παγκόσμιος ρέκορντμαν και γκραν φαβορί της Τ11 είχε χάσει με αναπάντεχο τραυματισμό τον συνοδό του Δημήτρη Χρυσάφη κι έπρεπε την τελευταία στιγμή να προσαρμοστεί σε μια νέα συνθήκη χωρίς να γνωρίζει την έκβαση. «Ο Νάσος είχε μια πολύ ισχυρή σχέση με τον Δημήτρη, όχι μόνο προσωπική, αλλά και αγωνιστική. Δηλαδή έκαναν ό,τι ήθελαν μέσα στο στάδιο. Τα είχαν βρει τόσο καλά σε βαθμό που μετά από επτά μήνες, όταν και ξαναέτρεξαν παρέα έκαναν σπουδαίο χρόνο» παρεμβαίνει ο προπονητής του Νέστορας Κολοβός.

Αναπόφευκτα ο Γκαβέλας αμφισβήτησε τον εαυτό του κι αμφισβητήθηκε από τρίτους. Φοβήθηκε. «Τα είδε όλα» όπως συνηθίζει να λέει αυτοσαρκαζόμενος. Η εξομολόγησή του μετά την πρωτιά στους Παραολυμπιακούς ξεδίπλωσε μια κρυμμένη πτυχή του εαυτού του.

«Να βρεις τη σωστή μετάφραση»

«Ήταν επτά συνολικά οι μήνες της δυσκολίας και της γενικότερης ανασφάλειας» μοιράζεται μαζί μας. Μήνες όμως από τους οποίους, όπως εξιστορεί «πήρα πολλά μαθήματα». Το σημαντικότερο εξ αυτών; «Ότι κάθε πράγμα που γίνεται σού δίνει κάτι. Αρκεί να βρεις τη σωστή μετάφραση για να κατανοήσεις αυτό που σου προσφέρει. Ποιος είναι ο τρόπος να το καταφέρεις και να ποια η διαδικασία μέσα από την οποία περνάς κάθε φορά. Πρέπει να έχεις πάντα πίστη στον εαυτό σου και να έχεις γύρω σου ανθρώπους που πιστεύουν σε σένα και να θέλουν να πετύχεις».

Σε αυτή την αναπάντεχα απαιτητική συγκυρία ο Γιάννης Νυφαντόπουλος αποδείχθηκε εκ των πραγμάτων το πιο ταιριαστό ζευγάρι για τον Νάσο, ένας τέλειος συνοδοιπόρος. Γρήγορος προφανώς ως «κατοστάρης», αλλά κυρίως ένας προσωπικότητα με αντίληψη, ευελιξία, ικανότητα αφομοίωσης, προσαρμοστικότητα.

Και φερεγγυότητα. Είχε υποσχεθεί στον πατέρα του Νάσου Γκαβέλα πως θα τον κάνει να φωνάξει και να κλάψει και τήρησε τον λόγο του. «Ένας γονιός θέλει πάντα το καλύτερο για να είναι χαρούμενο το παιδί του. Φυσικά και δεν το κατάφερνα μόνος όλο αυτό, αλλά σε κάθε περίπτωση έγινε για καλό σκοπό. Μακάρι η επόμενη φορά να είναι στο παγκόσμιο ρεκόρ. Οτιδήποτε κάνει τον Νάσο χαρούμενο, αυτό φτάνει και στην οικογένειά του. Πάντως με τον κάτοχο του παγκόσμιου ρεκόρ δίπλα σου, δεν είναι ανέφικτο. Απλώς, εκτός από τη σωστή προετοιμασία, θέλει και τύχη, να πετύχεις τις κατάλληλες συνθήκες, να είσαι κι εσύ στην κατάλληλη φόρμα, να συγχρονιστείτε. Θα υπάρξουν πολλές ευκαιρίες να το σπάσει ο Νάσος τα επόμενα χρόνια, είτε είμαι εγώ είτε όχι».

Ακατόρθωτο για τον ίδιο τον Γ. Νυφαντόπουλο είναι μονάχα να τρέξει φορώντας τη μάσκα. «Αν βάλω εγώ τη μάσκα και κάνω δύο βήματα, μπορώ να περπατήσω. Αν όμως προσπαθήσω να τρέξω όπως τρέχω μαζί με τον Νάσο, θα πέσω στα πρώτα μέτρα. Είναι όπως ξυπνάς το πρωί, έχεις τα παντζούρια κλειστά και ψάχνεις τον διακόπτη. Κάνεις ένα τέταρτο ψαχουλεύοντας τους τοίχους. Σκέψου τώρα να γίνει αυτό και να τρέχεις στο απόλυτο σκοτάδι. Είναι μια εξωπραγματική προσπάθεια».

Η αντιμετώπιση των ΑμεΑ στην Ελλάδα

Γι’ αυτό και ο ίδιος θεωρεί ότι από όλο αυτό το συναπάντημα κέρδισε πολλά περισσότερα από το χρυσό μετάλλιο που φόρεσε στο στήθος στις 5 Σεπτεμβρίου. «Προσωπικά δεν είχα ποτέ ξανά συναναστραφεί με κάποιο ΑμεΑ και πολλές φορές κιόλας δεν μπορούσα να αντιληφθώ πώς είναι αυτός ο κόσμος. Μπαίνοντας μέσα σε αυτόν τον κόσμο κι έπειτα από τη συναναστροφή μου με τον Νάσο, αλλά και τη συναναστροφή με τα άλλα παιδιά στο Παραολυμπιακό Χωριό, καθώς αυτή ήταν η δική μου πρώτη αποστολή, αναθεώρησα πολλά. Περισσότερα για τον εαυτό μου, για το πώς αντιμετώπιζα και πώς έβλεπα ορισμένες καταστάσεις».

«Δεν ξέρω κατά πόσο είναι εφικτό να φτιάξει όλο αυτό με την προσβασιμότητα»

Ο Γιάννης είναι απόλυτος όταν λέει πως «με τον Νάσο έχουμε μια σχέση που δεν σκέφτομαι σε καμία ώρα της ημέρας την αναπηρία του». Εξηγεί, άλλωστε πως «το ότι δεν βλέπει, ok, είναι ένα γεγονός. Παρόλα αυτά δεν αλλάζει κάτι στις συζητήσεις που θα κάνουμε ή στο πώς θα βγούμε μια βόλτα. Μόνο αν πάμε σε ένα μέρος που δεν το γνωρίζουμε καθόλου, θα του πω να προσέξει κάποια σημεία».

«Μέσα μου έχει ανοίξει ξεκάθαρα αυτό το κεφάλαιο της ευαισθητοποίησης απέναντι σε αυτή την ομάδα των ανθρώπων που πρέπει αναμφίβολα να το κοιτάξουμε λίγο καλύτερα όλοι μας. Θέλει εκπαίδευση, πρώτα εσωτερική, να κατανοήσουμε για ποιο πράγμα μιλάμε και μετά σιγά σιγά να μπορέσουμε να ενταχθούμε εμείς σε αυτό το σύνολο – και όχι αυτοί σε εμάς. Γιατί έχουν προτεραιότητα, είναι οι πιο σημαντικοί» συμπεραίνει.

«Πρέπει να χτίσεις μια πόλη από την αρχή»

Ο Νάσος Γκαβέλας αναγνωρίζει την προσπάθεια εξέλιξης και προόδου στον κοινωνικό ιστό. «Βήμα ολόκληρο δεν γίνεται. Απλά και από μικρά παιδιά και στα σχολεία που πηγαίνω για να μιλήσω θέλουν να μάθουν περισσότερα, με ποιον τρόπο μπορούν να βοηθήσουν. Και οι δάσκαλοι παίρνουν πρωτοβουλίες διδάσκοντας τα παιδιά πώς μπορούν να συνδράμουν έναν άνθρωπο με αναπηρία, αν τον συναντήσουν κάπου. Ή μπορεί να τύχει και στην ίδια τους την οικογένεια κάτι τέτοιο».

«Η προσβασιμότητα όμως στην πρωτεύουσα είναι τραγική» παρατηρεί με απαισιοδοξία. «Και δεν ξέρω κατά πόσο είναι εφικτό να φτιάξει όλο αυτό. Δεν είναι μόνο θέμα νοοτροπίας, είναι και κατασκευαστικό. Για να αλλάξει θα πρέπει να χτίσεις μια πόλη από την αρχή. Ούτε μπορώ να πω κατά πόσο είναι προτεραιότητα».

«Όταν οι δρόμοι είναι είναι τραγικοί, γιατί τα πεζοδρόμια να είναι καλά;» όπως αναλογίζεται χαρακτηριστικά.

Νάσος Γκαβέλας και Γιάννης Νυφαντόπουλος – Credits: Σίσσυ Μόρφη

Οι εγκαταστάσεις, τα πριμ, οι διορισμοί

Η συμπερίληψη στην κοινωνία των ατόμων με αναπηρία και η εξίσωσή τους με το υπόλοιπο σύνολο εξακολουθεί, πολλές φορές, να βρίσκει σε τοίχο. Κι αν η έλλειψη κατάλληλων εγκαταστάσεων για προπόνηση αφορά το πλήθος των Ελλήνων αθλητών, οι υπόλοιπες ανισορροπίες είναι ασύμβατες με τις ανάγκες τους.

Ο Νάσος Γκαβέλας παρατηρεί αρχικά: «Ήταν δύσκολο όλο αυτό το διάστημα να βρούμε στην Ελλάδα ένα καλό γήπεδο για να κάνουμε προπόνηση. Το να προπονείσαι σε κλειστό ενώ κάνεις κατοστάρι δεν είναι το ίδιο. Θέλεις να έχει τα εξωτερικά ερεθίσματα. Εδώ στη Φιλοθέη βολεύει για κατοστάρια, αλλά αν θέλεις να κάνεις 120-150μ ή κάτι άλλο, θα πρέπει να βρεις ένα γήπεδο να είναι καλό. Στον Άγιο Κοσμά είναι όλο ένα εργοτάξιο, έχει απίστευτη σκόνη. Στο ΟΑΚΑ είναι μικρό και τώρα φτιάχνουν το εξωτερικό γήπεδο. Επίσης η στήριξη από την Ομοσπονδία είναι πάρα πολύ μικρή, γιατί δεν έχει χορηγούς και δεν μπορεί να βοηθήσει εύκολα. Ίσως οι ομοσπονδίες θα πρέπει να αλληλοβοηθηθούν, γιατί κι εγώ στίβο κάνω. Μπορεί ν’ ανήκω στην EAOM-AMEA, αλλά ποιος ο λόγος να μην με βοηθήσει και μια άλλη ομοσπονδία με κάποιο τρόπο έτσι ώστε να γίνει καλύτερα η δουλειά και η δική μου και του συνοδού».

«Όλα είναι στο χέρι της Πολιτείας»

Ο Γιάννης Νυφαντόπουλος δεν διαφωνεί στο περιεχόμενο. «Εγώ έχω στήριξη από τον ΣΕΓΑΣ από τις προσωπικές επιτυχίες μου. Υπάρχει μια κατάταξη αθλητών ανάλογα την πορεία τους την προηγούμενη χρονιά. Σίγουρα όμως όλοι επιθυμούμε να είναι μεγαλύτερη η στήριξη, αλλά πηγαίνουμε πάντα και βάσει δυνατοτήτων. Δυστυχώς οι ομοσπονδίες δεν έχουν τη δύναμη να φτιάξουν τέτοια έργα» συμπληρώνει στα παραπάνω.

Το μήνυμά του έχει συγκεκριμένους αποδέκτες. «Όλα είναι στο χέρι της Πολιτείας. Κανένα στάδιο, κανένα γήπεδο δεν υπάγεται σε ομοσπονδία. Είναι είτε δημοτικά είτε εθνικά. Φτάσαμε σ’ ένα σημείο πλέον το 2024 να μην υπάρχει, όχι ένα κέντρο υψηλού αθλητισμού που υπήρχε παλιά – αυτά τα έχουμε ξεχάσει, αλλά ένα βασικό γήπεδο για να κάνουν προπόνηση οι πρωταθλητές. Υπάρχουν δημοτικά γήπεδα – στολίδια υπάρχουν και δήμοι που έχουν κάνει εξαιρετική δουλειά. Μόνο που ο πρωταθλητής δεν μπορεί να γυμναστεί εκεί γιατί έχει πολλές ακαδημίες, έχει ελεύθερα αθλούμενους, έχει δημότες που πλήρωσαν αυτό το γήπεδο και καλά κάνουν και πάνε και γυμνάζονται, με συνέπεια να υπάρχει επικινδυνότητα. Έτσι οι πρωταθλητές μένουν εκτός».

«Τι να το κάνω αν διοριστώ μετά από έντεκα χρόνια;»

Ο λόγος περνά ξανά στον Νάσο. Γαλήνιος και ήρεμος στον τόνο του, αλλά παράλληλα ορμητικός και διεκδικητικός. Σαν να σπριντάρει μετά τα πρώτα δέκα-είκοσι μέτρα. «Η κατάσταση στην Ελλάδα έχει δυσκολίες. Εγώ, δόξα τον Θεό, είχα χορηγούς για να στηρίξω την προσπάθειά μου, ανθρώπους που με πίστεψαν και τους ευχαριστώ. Αλλά από το κράτος υπάρχουν τεράστιες καθυστερήσεις. Αργούν πάρα πολύ τα πριμ. Του Τόκιο (2021) τα πήρα φέτος, πριν από δύο εβδομάδες, τρία χρόνια μετά».

Επίσης «ούτε ξέρω, επίσης, πότε θα έρθει ο διορισμός μου. Τα χρόνια είναι παγωμένα. Εφέτος τον Γενάρη διόρισαν τους Παραολυμπιονίκες του ’12 και ’13, ενώ όλους τους Ολυμπιονίκες μέχρι το 2021 τους έβαλαν όλους. Αυτή η διάκριση δεν ξέρω γιατί συμβαίνει. Διότι είναι διάκριση. Από τη στιγμή που όλοι οι αθλητές και ολυμπιονίκες ή παραολυμπιονίκες έχουν τα ίδια ακριβώς δικαιώματα, γιατί να μην συμβεί συνολικά και έγινε μεμονωμένα; Άρα κάτι γίνεται λάθος. Κι αυτή είναι μια σημαντική στήριξη. Όταν είσαι διορισμένος και παίρνεις κάθε μήνα ένα μισθό, ξέρεις ότι είσαι καλά. Όχι να γίνεται μετά από 15 χρόνια. Αν εμένα με διορίσουν μετά από δέκα-έντεκα χρόνια, τι να το κάνω; Τώρα που είμαι αθλητής θέλω να αποδώσω ακόμα περισσότερο, να κάνω ακόμα πιο άνετα τη δουλειά μου, τώρα είναι που το χρειάζεσαι. Ούτε η ΕΡΤ μας στηρίζει. Έχετε, αλήθεια, δει αγώνες μας πέρα από τους Παραολυμπιακούς;».

Η συγχώρεση και η αλληλεγγύη

Ο Ν. Γκαβέλας δεν βλέπει όλα όσα οι γύρω του. Κι ο Γ. Νυφαντόπουλος που βλέπει, θα ήθελε κάποιες λίγες φορές να κλείνει τα μάτια του.

«Προσωπικά θα ήθελα να δω μια αλληλεγγύη, μια ανθρωπιά. Μια φιλοξενία γενικότερα. Την αλληλοβοήθεια και τη στήριξη των ανθρώπων. Ιδίως δε την κατανόησή τους, τον σεβασμό όλων των άλλων, να κατανοούμε όλα αυτά που είναι πολύ πιο σημαντικά» προτρέπει ο χρυσός ολυμπιονίκης. «Είναι αρετές που έχουν εκλείψει» σημειώνει. «Και θα πρέπει, για μένα, να υπάρχει η συγχώρεση ανάμεσά μας» προσθέτει ως δική του, προσωπική κατακλείδα.

«Το φιλότιμο και η αλληλεγγύη» ξεχωρίζει ως άξια και ο χρυσός συνοδός του. Δυο λέξεις με οντότητα και ειδικό βάρος. «Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που ο άνθρωπος δεν είναι για τον άνθρωπο, είναι απέναντί του. Ο ένας θέλει να βλάψει τον άλλον, ό,τι χειρότερο δηλαδή σε μια κοινωνία». Γιατί, όπως συμπερασματικά καταλήγει, το «να δίνουμε έχει στο τέλος σημασία. Τότε νιώθεις πολύ μεγαλύτερη ικανοποίηση και χαρά απ’ όταν παίρνεις. Όσοι το κάνουν πραγματικά, είναι δοτικοί. Όσοι πάλι δεν το κάνουν, εύχομαι να φτάσουν στο σημείο που θα καταλάβουν τη σπουδαιότητα».

***

Επειδή δεν μπορείς να δεις τίποτα, δεν σημαίνει ότι πρέπει να κλείνεις τα μάτια σου – Ρέι Τσαρλς

***

*Η συνέντευξη και η φωτογράφιση έγιναν στο Δημοτικό Γυμναστήριο Φιλοθέης με την ευγενική παραχώρηση της διεύθυνσης του γηπέδου και του Δήμου Φιλοθέης.