Η ερώτηση του τίτλου θα μπορούσε το δίχως άλλο να εκληφθεί ως ρητορική. Ειδικά έπειτα από τις εικόνες της Θεοδώρας Γκρης, ηθοποιού και κόρης του αποθανόντος τέως βασιλιά της Ελλάδας Κωνσταντίνου Γλύξμπουργκ και της Άννας Μαρίας, και του εδώ και μία εβδομάδα συζύγου της Μάθιου Κούμαρ να χορεύουν τη «Δραπετσώνα» του Μίκη Θεοδωράκη στον κήπο του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου. Το στιγμιότυπο το οποίο αναντίρρητα βρήκε –με ομολογουμένως χαρακτηριστική ευκολία- μια θέση σε εκείνα που δεν μπορεί κανείς να ξε-δεί (sic) σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως, υπενθύμισε πως η Ελλάδα του μουσακά και του διονυσιακού κεφιού βρίσκεται σε απόσταση ασφαλείας από τον επιθανάτιο ρόγχο της, όμως εκείνο που κυρίως πέτυχε ήταν να αναμοχλεύσει τη συζήτηση σχετικά με τον τρόπο που διαχειριζόμαστε και αξιοποιούμε την πολιτιστική κληρονομιά μας. Είναι άραγε οι χώροι όπου φυλάσσουμε, προβάλλουμε και θαυμάζουμε τα επιτεύγματα και τα ανδραγαθήματα των προγόνων μας οι νέες κλιματιζόμενες αίθουσες που διατίθενται για γάμους, βαπτίσεις και λοιπές κοσμικές λαοσυνάξεις; Μια δράκα διαμαρτυρόμενοι πολίτες που έστησαν καραούλι επί της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας, η συνονόματη της οποίας παρεμπιπτόντως την ώρα εκείνη έδινε το «παρών» στις χαρές της ανιψιάς της, αποφάνθηκαν εμφατικά – και με μια ιδέα γραφικότητας- ότι τα μουσεία ανήκουν στα εκθέματά τους.
Δεν είναι η πρώτη φορά που το ερώτημα τίθεται μετ’ επιτάσεως και απασχολεί, εκτός από τον όχλο των κοινωνικών δικτύων που ως είθισται αντιδρά σπασμωδικά και εκφράζεται στην ιδιόλεκτό του (βλ. άναρθρες κραυγές), τη Βουλή – σχετική ερώτηση υπέβαλλαν προς την Υπουργό Πολιτισμού 15 βουλευτές της μείζονος αντιπολίτευσης- και τη δημόσια συζήτηση. Σύμφωνα με όσα έγιναν γνωστά η τέως βασιλική οικογένεια κατέβαλε το ποσό των 15.000 ευρώ για την ενοικίαση του χώρου, στον οποίο δεξιώθηκε περί τους 250 προσκεκλημένους, ενώ ταυτόχρονα ανέλαβε και την υποχρέωση να ανανεώσει τη χλωρίδα του κήπου. Ποιος άλλωστε θέλει να έχει γαμήλιες φωτογραφίες περιστοιχισμένος από ξερόχορτα, βρύα και λειχήνες; Κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος εάν ο γάμος της 41χρονης ηθοποιού η οποία για ένα φεγγάρι θήτευσε στο καστ της σειράς «Τόλμη & Γοητεία» θα ανθίσει, ωστόσο υπάρχουν καλές πιθανότητες αυτό να συμβεί στη νέα φύτευση των κήπων του μουσείου.
Όταν ο Ντιόρ ανέβηκε στην Ακρόπολη
Την ίδια – ή τέλος πάντων μια παρεμφερή συζήτηση- είχε ανοίξει πριν από τρία χρόνια η παραχώρηση με τη σύμφωνη γνώμη του ΚΑΣ του αρχαιολογικού χώρου της Ακρόπολης για τη φωτογράφηση της cruise collection του οίκου Ντιόρ. Επρόκειτο μάλιστα για μια ιδανική συγκυρία, αφού εβδομήντα χρόνια νωρίτερα, το 1951 μοντέλα είχαν απαθανατιστεί στον λεγόμενο ιερό βράχο από τον Jean Pierre Pedrazzini με δημιουργίες του βαρύτιμου γαλλικού για το περιοδικό Paris Match.
Η φωτογράφιση που έλαβε τελικά χώρα τον Ιούνιο του 2021 αλλά και η επίδειξη μόδας που είχε πραγματοποιηθεί λίγες ημέρες νωρίτερα στο Καλλιμάρμαρο Στάδιο απ’ ό,τι φάνηκε εκ του αποτελέσματος ούτε αμαύρωσε ούτε πλήγωσε τη φυσιογνωμία, την αίγλη και πολύ περισσότερο την οικουμενική ακτινοβολία των δύο εμβληματικών για την εθνική μας συνείδηση (και περηφάνια) χώρων. Ίσα ίσα που οι θιασώτες και οι υποστηρικτές της ιδέας που είχε η καλλιτεχνική διευθύντρια του γαλλικού οίκου Μαρία Γκράτσια Κιούρι δήλωσαν δικαιωμένοι και ευτυχείς από την αναπαραγωγή της οποίας έτυχαν τα στιγμιότυπα τόσο από τον Παρθενώνα όσο και από το Παναθηναϊκό Στάδιο. Ποια καλύτερη διαφήμιση θα μπορούσε να υπάρξει για το αθάνατο αρχαιοελληνικό κάλλος και το μέτρο, για το ένδοξο παρελθόν της πατρίδας μας που ως γνωστόν σέρνει ακόμα το άρμα της βαριάς βιομηχανίας της χώρας (βλ. τουρισμό). Πολλοί βέβαια αντέταξαν ότι ειδικά ο ναός του 5ου αιώνα π.Χ. όσο και το στάδιο που θεμελιώθηκε δύο αιώνες αργότερα και ανακαινίστηκε εκ βάθρων πρώτη φορά το 140 μ.Χ. και κατόπιν στις παραμονές της αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων το 1896 ποσώς χρειάζονται προβολή, αναπαραγωγή, κοντολογίς virality στα κοινωνικά δίκτυα.
Πάντως, για την ιστορία αξίζει να θυμάται κανείς πως και δύο χρόνια πριν την απόβαση του Dior στους αθηναϊκούς χώρους αρχαιολογικού ενδιαφέροντος η σχεδιάστρια Μαίρη Κατράντζου είχε αξιοποιήσει το Ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο ως ιδανικό σκηνικό για την παρουσίαση μιας κολεξιόν με ανθρωπιστικό μάλιστα αποτύπωμα, αφού διοργανώθηκε από κοινού με το σωματείο Ελπίδα. Η αποδοχή ήταν σχεδόν πάνδημη και ο απόηχος των δημοσιευμάτων του Τύπου όμοθυμα διθυραμβικός. Πιο άτυχος ήταν ο οίκος Gucci το 2017, που οραματίστηκε μεν ένα ντεφιλέ στον Παρθενώνα αλλά δεν βρήκε ευήκοα ώτα από την ελληνική πολιτεία.
Ντεφιλέ στην αίθουσα των Γλυπτών του Παρθενώνα
Είναι πάντως εντυπωσιακό το γεγονός πως η οργή – ειδικά της ελληνικής κοινής γνώμης- βρέθηκε σε υπερχείλιση τον περασμένο Φεβρουάριο, όταν ο Τουρκοβρετανός σχεδιαστής Ερντέμ Μοραλίογλου χρησιμοποίησε την αίθουσα του Βρετανικού Μουσείου όπου εκτίθενται τα Γλυπτά του Παρθενώνα για την παρουσίαση της εμνπευσμένης από την ερμηνεία της Μαρίας Κάλλας στο ρόλο της Μήδειας συλλογή του. «Με τη διοργάνωση επίδειξης μόδας στις αίθουσες όπου εκτίθενται τα Γλυπτά του Παρθενώνα, το Βρετανικό Μουσείο, για μια ακόμη φορά, αποδεικνύει τον μηδενικό σεβασμό του προς τα αριστουργήματα του Φειδία. Οι ιθύνοντες του Βρετανικού Μουσείου ευτελίζουν και προσβάλλουν όχι μόνο το μνημείο αλλά και τις οικουμενικές αξίες που αυτό εκπέμπει. Οι συνθήκες έκθεσης και φύλαξης των γλυπτών, στη Duveen Gallery, συνεχώς επιδεινώνονται. Είναι η ώρα τα κλεμμένα και κακοποιημένα γλυπτά αριστουργήματα να αστράψουν στο αττικό φως», σημείωνε μεταξύ άλλων στην ανακοίνωση που εξέδωσε τότε το ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού. Ήταν σχεδόν αναμενόμενο ότι το αυτί των ιθυνόντων του Βρετανικού Μουσείου δεν θα ίδρωνε. Άλλωστε αποτελεί δεκαετίες τώρα πάγια τακτική του οργανισμού να διαθέτει κάποιες από τις αίθουσές του για ανάλογου ύφους εκδηλώσεις – ή ακόμα και για λιγότερο φωτογενείς ή λαοπρόβλητες συνάξεις.
Υπενθυμίζεται ότι το 1999 η εφημερίδα Guardian είχε αποκαλύψει ότι το Βρετανικό Μουσείο δεχόταν πλήθος προσφορών ενοικίασης της αίθουσας όπου εκτίθενται τα γλυπτά του Παρθενώνα. Συγκεκριμένα οι τιμές κυμαίνονταν περί τα 40 χιλιάδες ευρώ για τη φιλοξενία ενός δείπνου – στην τιμή περιλαμβάνονταν και οι σερβιτόροι που σύμφωνα με το δημοσίευμα περιφέρονταν στο χώρο με εξάρτυση αρχαιοελληνικής χλαμύδας.
Από την αίγλη του παρελθόντος στο κίτς
Προφανώς και το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών δεν πρωτοτύπησε ούτε ανακάλυψε τον τροχό φιλοξενώντας το «γαμήλιο γιορτάσι» μιας έκπτωτης βασιλικής οικογένειας. Δεν χρειάζεται παρά ένα απλό φυλλομέτρημα στις σελίδες των μεγαλύτερων και των πιο στιβαρών σε συλλογές μουσείων του κόσμου, για να διαπιστώσει κανείς ότι οι αίθουσές τους διατίθενται προς ενοικίαση για παντός είδους γκαλά, βερνισάζ, ιδιωτικές μαζώξεις, παράθεση δείπνων και πάρτι. Δηλαδή για κοινωνικά γεγονότα που τελικά αποφέρουν έσοδα και στηρίζουν τη συντήρηση των έργων τέχνης και την περαιτέρω ανάπτυξη των οργανισμών. Για παράδειγμα, μπορεί κανείς να ενοικιάσει την Ionic Gallery του Μουσείου Πράδο της Μαδρίτης – χωρητικότητας 100 ατόμων- και να δεξιωθεί τους καλεσμένους του με φόντο πίνακες του Βελάσκεθ και έργα του Ραφαήλ, να δειπνήσει με έως 250 φίλους/συνδαιτυμόνες στην αίθουσα των αιγυπτιοτήτων του Βρετανικού Μουσείου με θέα στην στήλη της ροζέτας, την επιστροφή της οποίας διεκδικούν οι Αιγύπτιοι, ή να τερματίσει την κοσμική φαντασίωση ενοικιάζοντας κάποια από τις αίθουσες του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης, όπου ως γνωστόν πραγματοποιείται κάθε Μάιο η ναυαρχίδα των κοσμικών εκδηλώσεων, ήτοι το MET Gala.
Tο ζήτημα τελικά δεν είναι εάν τα μουσεία και οι χώροι αρχαιολογικού ενδιαφέροντος μπορούν να αξιοποιούνται και να χρησιμοποιούνται και με διαφορετικούς τρόπους από απλώς ως αξιοθέατα παραδομένα στη σκόνη του χρόνου αλλά ο τρόπος, η αισθητική προσέγγιση και το αποτέλεσμα που προκύπτει από το πάντρεμα ενός μνημείου με την αληθινή ζωή. Μπορείς για παράδειγμα να αντλήσεις ιδέες και έμπνευση ή ακόμα και να κλέψεις λίγη αίγλη από το ένδοξο παρελθόν σου, όπως λόγου χάρη έπραξαν αριστοτεχνικά το 2019 οι Dolce & Gabbana επιλέγοντας για την παρουσίαση της συλλογής τους Alta Moda την κοιλάδα των ναών στο Αγκριτζέντο της Ιταλίας, ή μπορείς να τερματίσεις το κιτς – ή τέλος πάντων να βρεθείς πολύ κοντά στο φώτο φίνις- αντιμετωπίζοντας ένα μουσείο σαν κλιματιζόμενη αίθουσα για γάμους, βαπτίσεις και λοιπές κοινωνικές εκδηλώσεις, φέρνοντας στο τσακίρ κέφι τις βόλτες σου ως άλλος Ζορμπάς (και βγάλε).