Καλπάζει η ζωή κι εκεί κάπου στα μισά της διαδρομής οι γυναίκες κοιτάζουν απορημένες. Πόσα να δώσουν και πού; Και ο χρόνος; Να οφείλουν να απολογηθούν για τη φυσική ροή των πραγμάτων λες και πρόκειται για ήττα προσωπική. «Μου φαίνεται αυτοκτονικό να μπω σε μια διαδικασία αντιπαράθεσης με τον ίδιο μου τον εαυτό», λέει η Ρένια Λουιζίδου στο ΒΗΜΑ.
Αφορμή της συνάντησής μας με τη Ρένια Λουιζίδου η τέταρτη χρονιά της παράστασης «Sexy Laundry» της Michele Riml σε σκηνοθεσία του Σπύρου Παπαδόπουλου. Μια τρυφερή και βαθιά ανθρώπινη κωμωδία που χτυπάει μέσα σου, αγγίζοντας δουλεμένα μα και καταχωνιασμένα κομμάτια σου.
«Αποκλείεται κάποιος σε οποιαδήποτε ηλικία, μάλιστα, να δει την παράσταση και να μην νιώσει σε κάποιο σημείο ότι ταυτίζεται», επισημαίνει η Ρένια Λουιζίδου.
Μια γενναιόδωρη κουβέντα περί σχέσεων, αγάπης, προσπάθειας, στερεοτύπων, «γυρισμένης κλεψύδρας», επικοινωνίας και σημαντικών άλλων.
Η Ρένια Λουιζίδου θα είναι φέτος η Άλις του «Sexy Laundry» και η Ελβίρα ντε Ιντάλγκο στην κοινωνική βιογραφική σειρά της ΕΡΤ «Η Μαρία που έγινε Κάλλας».
Τέταρτος χρόνος «Sexy Laundry» και τρίτος δίκος σας παρέα με τον Σπύρο Παπαδόπουλο επί σκηνής.
Το «Sexy Laundry» είναι μια παράσταση που εκ των πραγμάτων εξελίσσεται. Και μπορεί να συμβεί γιατί είμαστε δύο άνθρωποι πάνω στη σκηνή. Με τον Σπύρο έχουμε μεγάλη εξοικείωση και λόγω του ότι είμαστε πολύ παλιοί φίλοι αλλά και μετά από τρία χρόνια που μοιραζόμαστε την ίδια σκηνή μπορούμε να συνεννοηθούμε με τα μάτια ψάχνοντας μια άλλη εκδοχή ώστε να του δίνουμε ζωή εκ νέου.
Το «Sexy Laundry» δεν φεύγει ποτέ από τη βασική του ράγα, αλλά μικρές διαφορές υπάρχουν. Υπάρχουν έτσι κι αλλιώς και σε μια παράσταση που παίζεται για έναν χρόνο από βραδιά σε βραδιά. Και βέβαια παίζει πολύ μεγάλο ρόλο το κοινό κάθε φορά, ιδίως όταν πρόκειται για κωμωδία.
Στη δική σας περίπτωση νομίζω το κοινό δείχνει να μπαίνει μέσα σε αυτό και να ταυτίζεται. Σαν ένας καθρέφτης να βρίσκεται στη σκηνή και να βλέπουν τους εαυτούς τους.
Είναι το έργο έτσι. Είναι σχεδόν αδύνατο να μπει κάποιος -οποιασδήποτε ηλικίας- και να μην βρει κάποιο κομμάτι του σε σχέση με όσα συμβαίνουν πάνω στη σκηνή. Να μην έχει βιώσει κάτι από όλα όσα διαδραματίζονται, να μην το έχει συναντήσει, να μην του είναι τρομερά αναγνωρίσιμο.
Κι αν δεν το έχει ζήσει ο ίδιος, το έχει δει στους γονείς του, στους φίλους του, στον κοινωνικό του περίγυρο.
Νομίζω ότι όλοι οι θεατές λένε σε κάποιο σημείο του έργου «Το έχω πει ακριβώς αυτό. Το έχω κάνει ακριβώς αυτό. Έχω αισθανθεί ακριβώς έτσι». Γι΄ αυτό οι θεατές είναι σαν να μπαίνουν στο έργο, είναι σαν να ανεβαίνουν κι αυτοί εκεί μαζί μας.
Δίνει και σε εσάς όλη αυτή η δυναμική που δημιουργείται με τους θεατές.
Βέβαια. Είναι παράδεισος όταν πετυχαίνει κάτι τέτοιο στην κωμωδία γιατί το κοινό είναι πραγματικά άλλος ένας παίκτης. Στο δράμα έχει μια πιο διακριτική παρουσία. Ενεργειακά είναι παρόν και το αισθανόμαστε πάνω στη σκηνή, αλλά στην κωμωδία η αντίδραση με το γέλιο είναι ακαριαία. Είναι μεγάλο πράγμα, είναι ατάκα.
Τι είναι τελικά επιτυχία; Έχετε καταλήξει;
Έλα ντε (γέλια). Έχοντας πια αρκετά χρόνια σε αυτή τη δουλειά, αν άτυπα τα ιεραρχήσεις, η διάρκεια είναι ίσως στην πρώτη θέση. Διαπιστώνεις ότι για λίγο ένα σουξέ μπορεί να γίνει μια επιτυχία· σε όλους μπορεί να συμβεί.
Γίνεται και κατά λάθος ή από τύχη ή γιατί ένας ρόλος σου ταίριαξε. Όμως πώς κρατιέται αυτό και πώς χτίζεται μια σχέση, αν χτίζεται, με αυτό που λέμε κοινό;
Το κοινό μπορεί να γίνει το πιο αγαπησιάρικο και το πιο ανελέητο. Όταν δηλαδή αγαπάει κάτι, το αγαπάει στο έπακρο. Όταν όμως δεν το θέλει, μπορεί να γίνει πάρα πολύ σκληρό και αδυσώπητο.
Όταν στη συνθήκη αυτή μπαίνει η διάρκεια αρχίζουμε να μιλάμε για πιο ουσιαστικούς και βαθύτερους παράγοντες: πέρα από το αν πέτυχες ή απέτυχες σε έναν συγκεκριμένο ρόλο. Εκτιμάται σε εσένα η συνολική πορεία σου κι όχι μια στιγμή σου.
«Το κοινό μπορεί να γίνει το πιο αγαπησιάρικο και το πιο ανελέητο. Όταν δηλαδή αγαπάει κάτι, το αγαπάει στο έπακρο. Όταν όμως δεν το θέλει, μπορεί να γίνει πάρα πολύ σκληρό».
Μια εξήγηση για τη διάρκεια που κουμπώνει και στη σχέση ενός ζευγαριού.
Με το πέρασμα του χρόνου οι σχέσεις αποκτούν βάθος, αποκτούν νόημα, αποκτούν ουσία και χάνουν το «πυροτέχνημα», χάνουν την έξαρση, χάνουν τη «μια βραδιά τρελού πάρτι». Το οποίο την ώρα που συμβαίνει είναι φοβερά απολαυστικό αλλά το hangover της επόμενης ημέρας καθόλου.
Δεν μπορείς να τα έχεις όλα στη ζωή. Παλεύεις για να προστατεύσεις τη σχέση, να τη διατηρήσεις. Σε αυτήν ακριβώς τη φάση βρίσκεται το ζευγάρι του «Sexy Laundry». Πρόκειται για ένα ζευγάρι που δεν έχει ουσιαστικά προβλήματα.
Είναι δύο άνθρωποι που εκτιμούν ο ένας τον άλλον και είναι καλά μαζί. Ο Λάρι (Σπύρος Παπαδόπουλος) το προσδιορίζει ως «μια χαρά δεν είμαστε;» Και δεν έχει άδικο. Είναι μια χαρά, αν μείνεις στην πρώτη εικόνα.
Η Άλις που είναι μια γυναίκα στη μέση ηλικία, πράγμα που είναι σχεδόν συνώνυμο της κρίσης, του απαντάει πως «δεν της είναι αρκετό το μια χαρά». Η Άλις θέλει κι άλλο από τη σχέση τους. Θέλει ό,τι καλύτερο μπορούν αυτοί οι δύο άνθρωποι. Η Άλις επιμένει στο «εσύ κι εγώ», όχι στο «εγώ και κάπου αλλού».
Δεν θέλει κάτι φλατ και βαρετό.
Ακριβώς. Το οποίο δεν είναι και σίγουρο ότι έχει να κάνει μόνο με αυτούς τους δύο. Είναι οι ταχύτητες της ζωής που σε παίρνουν από κάτω και η καθημερινότητα που σε ισοπεδώνει, δεν χρειάζεται απαραίτητα να φταίει ο απέναντί σου.
Πώς με όλο αυτό το τρέξιμο, να προλάβεις τη δουλειά, τα παιδιά, το σπίτι, να έχεις και τον νου σου πώς δεν θα βαλτώσει ερωτικά η σχέση σου; Την ώρα που το καταλαβαίνεις είναι ήδη αργά, όπως ο Λάρι στην παράσταση.
Και το λέω αυτό γιατί η πρώτη του αντίδραση στο άκουσμα των όσων του λέει η γυναίκα του είναι να μείνει έκπληκτος. Δεν έχει ιδέα ότι η Άλις νιώθει έτσι και χρειάζεται να του τα εξηγήσει όλα ωμά για να καταλάβει. Αυτό όμως είναι ένα ζευγάρι στο οποίο υπάρχει πραγματική αγάπη και επικοινωνία. Η αγάπη του προς εκείνη είναι που τον κάνει να την καταλαβαίνει.
Η Άλις πιέζεται κοινωνικά;
Δεν αμφισβητείται από τον άντρα της, από την κοινωνία γύρω της αμφισβητείται. Πάει στο γυμναστήριο κι αισθάνεται ότι «ξεφτιλίζεται» από τις εικοσάχρονες που γυμνάζονται δίπλα. Μπαίνει σε έναν γελοίο ανταγωνισμό μαζί τους· όσο τρέξει αυτή να τρέξω κι εγώ, με αποτέλεσμα να συντριβεί σε αυτή τη «μάχη».
Πώς βιώνετε τον χρόνο που περνά σε σχέση με την αποδοχή ενός εαυτού που αλλάζει;
Αισθάνθηκα κάποια στιγμή ότι είναι σαν να μου λες «έχεις να παίξεις αυτόν τον αγώνα και είναι δεδομένο ότι θα χάσεις. Θέλεις να παίξεις;» Γιατί να το κάνω; Δεν υπάρχει καμία περίπτωση ούτε για την αθανασία, ούτε για την αιώνια νεότητα. Και τον τρόπο να βρω να κρατήσω τη νεότητα εξωτερικά, δεν θα μπορέσω να την κρατήσω σωματικά, οργανικά.
Αναλώνεται βλακωδώς η συζήτηση στο «κάνεις ή όχι πλαστικές επεμβάσεις». Αυτό είναι το εντελώς πρώτο επίπεδο του πράγματος. Ακόμα κι αν καταφέρω να δείχνω εξωτερικά όπως όταν ήμουν 30 χρόνων, αυτό θα κάνει τη μέση μου πιο ευλύγιστη το πρωί όταν σηκώνομαι από το κρεβάτι; Δεν θα την κάνει.
Δεν αισθάνομαι ότι δυστυχώ με αυτό που έχω και με αυτό που βλέπω. Δεν αισθάνομαι ότι δυστυχώ με τη ζωή μου. Στον καθρέφτη δεν έχω την ίδια χαρά που είχα πριν από 25 χρόνια, σε μια συζήτηση όμως έχω μεγαλύτερη χαρά σήμερα απ’ ό,τι δύο δεκαετίες πίσω.
Τον σημερινό εαυτό μου εσωτερικά δεν θα τον αντάλλασσα με τον εαυτό των 25. Τι αγωνία, τι χάσιμο, τι φουρτούνα συναισθηματική και πνευματική.
Ξέρεις τι θέλεις. Το ζητάς και το διεκδικείς.
Ναι, ναι. Δεν μπαίνεις σε άσκοπες «μάχες» εκπορευόμενες από εγωισμό. Γίνεσαι λίγο πιο σοφός ως άνθρωπος όσο μεγαλώνεις, αυτή είναι η αλήθεια. Αν βγάλεις την εξωτερική εμφάνιση, που φυσικά δεν μπορώ να ανταγωνιστώ τον εαυτό μου των τριάντα χρόνων, όλα τα υπόλοιπα τα αισθάνομαι καλύτερα.
Μου φαίνεται αυτοκτονικό να μπω σε μια διαδικασία αντιπαράθεσης με τον ίδιο μου τον εαυτό. Αποφασίζεις αν θα είναι ο χρόνος που περνάει από το πρόσωπο και το σώμα σου προτεραιότητα ή δεν θα είναι.
Μπορεί να με έπιασε και ένα πείσμα όταν κατάλαβα, εκεί στο σημείο καμπής γύρω στα 40-42, ότι άλλαξε όλη η σειρά των ερωτήσεων που θα μου έκαναν σε κάθε συνέντευξη. Κάνεις μπότοξ; Κάνεις πλαστική; Ο χρόνος που κυλά;
Είμαι μία γυναίκα που μεγαλώνει και τίποτα άλλο; Είναι λες και περνάμε φάσεις με συγκεκριμένα ερωτήματα και πρέπει να κάνουμε τα πάντα για να ανταποκριθούμε σε κάποιο στερεότυπο.
«Πότε θα παντρευτείς; Πότε θα κάνεις παιδί; Πότε θα κάνεις ένα δεύτερο; Θήλασες; Γιατί δεν θήλασες; Χώρισες; Γιατί δεν χώρισες;» Γιατί πρέπει να απολογούμαι για κάθε επιλογή μου; Με πιάνει σχεδόν παιδική αντίδραση. Δεν το θέλω, μην με βάζεις πάνω στη ράγα του απόλυτου στερεότυπου.
Ο βασικότερος από όλους τους λόγους που αποδέχθηκα τον χρόνο που περνά ήταν ότι αν έμπαινα στη λογική του «αμάν γερνάω», θα τρελαινόμουν από την κοινωνική πίεση.
«Είναι σχεδόν αδύνατο να παρακολουθήσει κάποιος -οποιασδήποτε ηλικίας- την παράσταση «Sexy Laundry» και να μην βρει κάποιο κομμάτι του σε σχέση με όσα συμβαίνουν πάνω στη σκηνή».
Σχέσεις όπως αυτή που είχε η Αλίκη με τον Ακάλυπτο στο «Και οι παντρεμένοι έχουν ψυχή» θα μπορούσαν να έχουν χώρο στη σημερινή ελληνική τηλεόραση;
Όπως θα λέγαμε σήμερα, ήταν μια σχέση τοξική. Τον ρόλο της Αλίκης δεν θα μπορούσα να τον υπερασπιστώ έξω από το πλαίσιο της κωμωδίας, σε μια άλλου ύφους σειρά. Και φυσικά ούτε ιδεολογικά θα μπορούσα να την υπερασπιστώ, δεν είμαστε άλλωστε υποχρεωμένοι να ταυτιζόμαστε ιδεολογικά με τους ρόλους μας.
Εκτός του πλαισίου της κωμωδίας δεν θα ήξερα πώς να την αντιμετωπίσω υποκριτικά, γιατί είχε απόλυτη επίγνωση και του κέρατου που έτρωγε από τον άντρα της και της ασυναρτησίας και της αφερεγγυότητας που είχε αυτή η προσωπικότητα. Κι αυτό όμως ήταν ένα ζευγάρι που περιέργως είχε μεταξύ του αληθινή αγάπη.
Λέτε;
Κι όμως είχε. Ήμασταν τρία χρόνια σε αυτή τη σειρά και το είχαμε ψάξει με τον Αντώνη Καφετζόπουλο με όλους τους τρόπους. Ήταν ένας άντρας που επιβεβαιώνει αυτό που λέμε σήμερα τοξική αρρενωπότητα.
Η αγάπη της ζωής του ήταν η Αλίκη κι εκείνη ήξερε ποιος ήταν και δεν τον αντιμετώπιζε ισότιμα ως ενήλικο άνθρωπο. Τον αντιμετώπιζε ως ένα παιδί που θα κάνει και κάτι παραπάνω. Προφανώς και δεν ήταν υγιής η σχέση, αλλά δεν μπορείς να αρνηθείς ότι μεταξύ τους υπήρχε συναίσθημα.
Αυτό το συναίσθημα δεν ακυρωνόταν από τις πράξεις του όμως;
Δεν το έπαιρνε στα σοβαρά. Είναι ωραίο να μην παίρνεις στα σοβαρά τον σύντροφο της ζωής σου και μελλοντικό πατέρα των παιδιών σου; (γέλια) Τον αντιμετώπιζε με την τρυφερότητα μιας μάνας προς το παιδί της που θα κάνει ένα σωρό μπούρδες.
Κάτι το οποίο μπορεί να βιώσουμε στιγμιαία σε μια σχέση, είτε φιλική είτε ερωτική. Αγαπάμε τις ατέλειες των ανθρώπων μας και θέλουμε το ίδιο να κάνουν και για εμάς. Βέβαια, υπάρχει όριο στο πότε θα γίνει μια κατάσταση τραγέλαφος.
Η Αλίκη και ο Ακάλυπτος ως ζευγάρι δεν θα μπορούσαν να ισχύσουν έξω από την κωμωδία, χωρίς συνέπειες. Η σειρά ήταν ένα σχόλιο για την κοινωνία μας, ένα σχόλιο για τον ανθρωπότυπο των 90s που υπήρχε γύρω μας.
Όπως υπήρχαν και οι Αλίκες· ενδεχομένως και χωρίς την αγάπη. Μάλιστα, εκεί γύρω στα τέλη των 00s είχε συζητηθεί ένα ριμέικ και είχα απαντήσει «γελάτε πολύ με έναν άνθρωπο σαν τον Ακάλυπτο, γιατί εγώ δεν γελάω και νομίζω ότι ούτε οι τηλεθεατές θα τον υποδεχτούν με τον ίδιο τρόπο».
«Δεν αισθάνομαι ότι δυστυχώ με αυτό που έχω και με αυτό που βλέπω. Μου φαίνεται αυτοκτονικό να μπω σε μια διαδικασία αντιπαράθεσης με τον ίδιο μου τον εαυτό».
Επιστρέφετε στην τηλεόραση με την κοινωνική βιογραφική σειρά της ΕΡΤ «Η Μαρία που έγινε Κάλλας» στην οποία θα υποδυθείτε την Iσπανίδα δασκάλα της, Ελβίρα ντε Ιντάλγκο. Ποιοι ήταν οι άνθρωποι που επηρέασαν εσάς;
Είμαι απόλυτα σίγουρη για τον άνθρωπο που με επηρέασε σε βάθος. Ήταν η Αλίκη Στογιάννου, φιλόλογός μου στο Λύκειο, η οποία έφυγε από τη ζωή πριν από λίγα χρόνια. Μου άνοιξε ένα παράθυρο στον κόσμο και συγκινούμαι πάντα όταν τη θυμάμαι.
Ήταν ένας άνθρωπος που μπορούσε να σου δώσει έμπνευση. Χάρη σε εκείνη αγάπησα τη λογοτεχνία, το θέατρο. Χάρη σε εκείνη μπήκα στη Φιλοσοφική. Ένα πολύ μεγάλο μέρος αυτού που κατέληξε να είναι ο εαυτός μου, μετά τους γονείς μου, έχει επηρεαστεί και από αυτόν τον άνθρωπο. Ακόμα και για να μπω στη δραματική σχολή, με βοήθησε σε σχέση με τους γονείς μου που αντέδρασαν.
Τότε δεν καταλάβαινα ότι είναι τόσο επιδραστική για ‘μενα. Υπήρξαν κι άλλοι άνθρωποι που με επηρέασαν, είτε συναισθηματικά, είτε επί της ουσίας ως οδηγοί. Η Μίρκα Παπακωνσταντίνου είναι ένας άνθρωπος στη δουλειά που άσκησε μεγάλη επιρροή επάνω μου.
Ήταν από τους πρώτους που συνάντησα στον πρώτο θίασο που βρέθηκα στην Αθήνα. Για ανεξήγητους λόγους ασχολήθηκε μαζί μου και με φρόντισε. Η Μίρκα είναι ο άνθρωπος που μου έδειξε τα κατατόπια της δουλειάς. Αν έλειπε από το παζλ της ζωής μου, θα ήταν κάπως αλλιώς τα πράγματα.
Η Ελβίρα ντε Ιντάλγκο, πέρα από δασκάλα, ήταν μια γυναίκα που προστάτευσε την Κάλλας. Τι άνθρωπος ήταν;
Ήταν μια μητρική φιγούρα για την Κάλλας και κάλυψε το συναισθηματικό κενό που της δημιούργησε η μητέρα της. Η Ελβίρα ήταν για την εποχή ένα άτομο διαφορετικό. Ήταν σπουδαία σοπράνο και αποφάσισε να σταματήσει.
Βρέθηκε στην Ελλάδα για ερωτικούς λόγους και άρχισε να διδάσκει. Ζούσε τη ζωή της όπως ακριβώς της άρεσε: με νεότερους εραστές, γλεντώντας, πίνοντας, καπνίζοντας, αλλά χωρίς να διακυβεύεται δευτερόλεπτο η αξιοπρέπεια, το κύρος, η κοινωνική θέση της και ο σεβασμός που έτρεφαν όλοι στο πρόσωπό της.
Για γυναίκα εκείνης της εποχής δεν ήταν ένα πρότυπο αναμενόμενο. Συμπάθησα πολλά κομμάτια της. Ήταν μια γυναίκα από το μέλλον, μάλλον και από το δικό μας μέλλον (γέλια). Να είσαι γυναίκα, να έχεις καριέρα, σεξουαλικότητα κι όλα αυτά να μην σε καθιστούν κάτι άλλο και να σε προσδιορίζουν.
Η μητέρα της Κάλλας την πήγε στο Ωδείο για να την ακούσουν και την απέρριψαν. Ήταν η Ελβίρα ντε Ιντάλγκο που κατάλαβε τι είχε μπροστά της.
Ήταν η μόνη που την άκουσε και είπε αυτή είναι «η φωνή του αιώνα. Θα αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε την όπερα». Την πήρε με προσωπική της ευθύνη στο Ωδείο και έγινε δασκάλα της.
Ήταν ο άνθρωπος που κατάλαβε ότι δεν υπάρχουν όρια στη φωνή της Κάλλας και ότι το μέλλον της βρισκόταν στην ιταλική όπερα κι όχι στην Αμερική, όπως εκείνη πίστευε. Την οδήγησε σε ένα ψυχικό και συναισθηματικό λύσιμο που δεν θα μπορούσε ποτέ η μητέρα της να της επιτρέψει.
Η άποψη της Ελβίρας ήταν ότι αν δεν νιωσεις, δεν θα μπορέσεις ποτέ να τραγουδήσεις. Και τελικά για αυτό έμεινε στην ιστορία η Κάλλας: Για την ερμηνεία της. Και η ίδια αισθανόταν ερμηνεύτρια που τραγουδάει, όχι τραγουδίστρια που ερμηνεύει.
Αυτός ο ρόλος είναι για εσάς κάτι διαφορετικό.
Ναι, ήταν μια ωραία ιδέα. Όταν διάβασα για πρώτη φορά το σενάριο, πρώτα από όλα μου άρεσε η ιστορία. Ήταν χρόνια από τη ζωή της Κάλλας που δεν τα γνώριζα. Ξέρουμε με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες τα πάντα από τον Ωνάση και μετά, αλλά πολύ λιγότερα για τα πρώτα χρόνια της που είναι και τα αμιγώς ελληνικά.
Εξετάζοντας την αρχή της βλέπουμε ότι από πολύ μικρή, με όλο το τραύμα και όλο τον καημό που έφερε, πόσο δυνατός χαρακτήρας ήταν κατά βάθος. Ήταν θηρίο.
Στη σειρά είναι η Μαρία Κάλλας το κεντρικό πρόσωπο και γύρω της υπάρχουν τέσσερα-πέντε άνθρωποι, που όπως λέγαμε και πριν, αν δεν τους είχε συναντήσει όλα θα ήταν διαφορετικά στη ζωή της. Η Ελβίρα ήταν ένα από αυτά και ίσως το πιο τρυφερό γιατί της κάλυψε το κομμάτι που την πόναγε πάρα πολύ, την έλλειψη μητρικής αγάπης και αποδοχής.
Οι ρόλοι σας τα τελευταία χρόνια, τουλάχιστον τηλεοπτικά, έχουν έντονα το συναίσθημα της αγάπης σε διαφορετικές εκφάνσεις και μορφές.
Δεν το είχα διαπιστώσει. Αλήθεια είναι. Αναμφίβολα έχει γοητεία να κάνεις τον κακό, τον αρνητικό ήρωα, αλλά μου αρέσει όταν ο άνθρωπος που υποδύομαι αφήνει κάτι θετικό.
INFO: “Sexy Laundry” της Michele Riml, σε σκηνοθεσία Σπύρου Παπαδόπουλου, στο Θέατρο Κάππα (Κυψέλης 2). Πρεμιέρα στις 12 Οκτωβρίου.
*Αγοράστε εισιτήρια για όλες τις κορυφαίες εκδηλώσεις στο inTickets.gr.
*Η φωτογράφιση πραγματοποιήθηκε στους χώρους του Athénée (Βουκουρεστίου 9 και Πανεπιστημίου).