Η Αττική οδός κατασκευάστηκε με το καθεστώς της Σύμβασης Παραχώρησης, δηλαδή, ο Παραχωρησιούχος, συμμετείχε στο κόστος κατασκευής.

Ο χρόνος Παραχώρησης έληξε, όπως προέβλεπε η σύμβαση και, η Αττική οδός περιήλθε στην ιδιοκτησία του δημοσίου. Φυσικά ο Παραχωρησιούχος απόσβεσε το κεφάλαιο που επένδυσε και εισέπραξε και το κέρδος που προβλέπονταν στην σύμβαση.

Η κυβέρνηση είχε δύο επιλογές:

1. Να προκηρύξει διαγωνισμό για την παραχώρηση της λειτουργίας, τη ασφάλειας και της συντήρησής της.

2. Να προχωρήσει σε διαγωνισμό για την παραχώρηση της λειτουργίας, της ασφάλειας, της συντήρησης του οδικού άξονα και να εισπράξει και ένα τίμημα.

Επέλεξε την δεύτερη, και με πολύ μεγάλο τίμημα.

Εάν επέλεγε την πρώτη εκδοχή, το ύψος των διοδίων θα ήταν πολύ χαμηλότερο, μπορούσε να είναι ένα ευρώ για τα ΙΧ και ανάλογο για τις άλλες κατηγορίες οχημάτων.

Αυτό θα συνέβαινε γιατί ο αυτοκινητόδρομος ανήκει πλέον στο δημόσιο και δεν απαιτείται Ιδιωτική χρηματοδότηση, η οποία θα απαιτούσε απόσβεση και εύλογο κέρδος.

Η κυβέρνηση επέλεξε να εισπράξει το ποσό των 3, 27 δις ευρώ και μάλιστα από την αρχή, το οποίο θα δοθεί στο ΤΑΙΠΕΔ, για να δοθεί στους εταίρους και δανειστές μας.

Με την επιλογή όμως αυτή ο Παραχωρησιούχος θα πρέπει να αποσβέσει το ποσό αυτό στα 25 χρόνια της παραχώρησης και φυσικά να εισπράξει και το ανάλογο κέρδος.

Αυτός είναι ο λόγος που τα διόδια παρέμειναν στο ίδιο ύψος, με την προηγούμενη περίοδο. Η μείωση κατά 0,30 λεπτά στα ΙΧ είναι ασήμαντη, θα την καλύψει άμεσα ο πληθωρισμός, έγινε καθαρά για επικοινωνιακούς λόγους, γιαυτό και την επικοινώνησε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός και μάλιστα πολλές φορές, σαν να επρόκειτο για εθνικό θρίαμβο. Άλλωστε σε πέντε χρόνια, όπως ορίζει η σύμβαση, θα μπορεί μονομερώς ο Παραχωρησιούχος, να τα αυξήσει, έως 30%.

Η κυβέρνηση ουσιαστικά επέβαλε έναν βαρύ έμμεσο φόρο, όχι μόνο σε αυτούς που χρησιμοποιούν την Αττική οδό, αλλά και σε όλους σχεδόν τους πολίτες-καταναλωτές της χώρας, αφού όλα τα φορτηγά που μεταφέρουν προϊόντα από την Δυτική Αττική, την Πελοπόννησο, την Κρήτη και τα νησιά, πρέπει να την διασχίζουν.

Στην χώρα μας με την υψηλότερη έμμεση φορολογία στην ΕΕ και την μεγάλη και διαρκή ακρίβεια, η κυβέρνηση επιβάλλει ακόμη ένα έμμεσο φόρο. Με ακρίβεια δεν μπορούμε να υπολογίσουμε το σύνολο των πρόσθετων φόρων που θα πληρώσουμε, γιατί η κυβέρνηση αρνείται να δώσει τα παραρτήματα της σύμβασης που έχουν τις χρηματοοικονομικές λεπτομέρειες, όπως κάνει και σε όλες τις συμβάσεις ΣΔΙΤ, που υπογράφει.

Διατηρεί ένα καθεστώς αδιαφάνειας που σίγουρα το δημόσιο συμφέρον δεν εξυπηρετεί, αντιθέτως, ευνοεί τους ιδιώτες, ειδικά όταν ζητούν για διάφορους λόγους αναθεωρήσεις της σύμβασης.

Αποκρύπτει τα κέρδη, που θα αποκομίσουν οι ιδιωτικές εταιρείες, που συγκροτούν την παραχώρηση και φυσικά οι τράπεζες, που θα δώσουν τα δάνεια των 3,27 δις ευρώ στον Παραχωρησιούχο, εκ του ασφαλούς, αφού τα έσοδα και η αποπληρωμή είναι εγγυημένα.

Ο κ. Σταικούρας, στην ομιλία του στην βουλή, τόνισε ότι, τα 3,27 δις ευρώ της παρούσας αξίας του τιμήματος που θα εισπράξει το δημόσιο, θα είναι ουσιαστικά πάνω από εφτά δις ευρώ, στα 25 χρόνια της παραχώρησης.

Δηλαδή, αν στα εφτά αυτά δις ευρώ προσθέσουμε, τα 380 περίπου εκ. ευρώ της συντήρησης που θα δαπανήσει ο Παραχωρησιούχος και, τα 500 εκ ευρώ το κόστος λειτουργίας της παραχώρησης για τα 25 χρόνια, όπως αναφέρει η σύμβαση, τότε καταλαβαίνουμε τους έμμεσους φόρους που θα πληρώσουν οι χρήστες του αυτοκινητοδρόμου και οι καταναλωτές των προϊόντων που θα διακινηθούν μέσω αυτού.

Σε αυτούς τους φόρους, πρέπει να προσθέσουμε και τα κέρδη του Παραχωρησιούχου, τα οποία σύμφωνα με τα ανάλογα μοντέλα χρηματοδότησης των Συμβάσεων

Παραχώρησης που γνωρίζουμε και τα οποία είναι τουλάχιστον διπλάσια του επενδυμένου κεφαλαίου από τους ιδιώτες, τα οποία και αυτά θα πληρώσουμε εμείς, τότε μπορούμε να καταλάβουμε το μέγεθος του εθνικού θριάμβου, για τον οποίο θριαμβολογεί ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνηση.

Η κυβέρνηση διαφημίζει το τυράκι, τα 0,30 λεπτά, μας κρύβει όμως την φάκα, τα 24 περίπου δις ευρώ που θα πληρώσουμε, έμμεσα ή άμεσα στα 25 χρόνια της εκμετάλλευσης του αυτοκινητόδρομου, από τους ιδιώτες.

Αλήθεια, γιατί επέλεξε αυτό το ληστρικό τρόπο, για να πληρώσει τους δανειστές;

Η επιλογή αυτή της κυβέρνησης, είναι ανάλογη της άρνησής της να μειώσει τον ΦΠΑ, ειδικά στα καύσιμα και στα τρόφιμα, για να εισπράττει τα υπερέσοδα, από την δική μας υπερφολολόγηση, λόγω της εκρηκτικής ακρίβειας. Δηλαδή, προσθέτει έναν επώδυνο και αχρείαστο έμμεσο φόρο για να παρουσιάσει πρόσθετα υπερέσοδα, για να συντηρεί την εικόνα της πετυχημένης δημοσιονομικής πολιτικής;

Ξέχασα και το 7,5% των ετήσιων εσόδων του Παραχωρησιούχου, που θα αποδίδει στο δημόσιο. Η αλήθεια είναι, ότι και αυτά θα τα πληρώνουμε εμείς και η κυβέρνηση θα τα εμφανίζει σαν επιτυχία της νέας σύμβασης.