Ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή διαμορφώνει με καταλυτικό τρόπο την παγκόσμια πραγματικότητα. Η κατ’ ουσίαν προαναγγελθείσα εμπλοκή του Ιράν καταρρίπτει όλα τα προσχήματα, Ουάσιγκτον και Τελ Αβίβ βρίσκονται πλέον σε κοινή γραμμή, διακηρύττουν τη συμμαχική τους αλληλεγγύη και η ευρύτερη ανάφλεξη απειλεί να συμπαρασύρει τα πάντα και να ανατρέψει σχεδιασμούς και προγραμματισμούς.
Η ελληνική κυβέρνηση, αντιλαμβανόμενη τους κινδύνους, επιχειρεί να προετοιμαστεί για κάθε ενδεχόμενο, αρχικά με σχέδια εκκένωσης Ελλήνων πολιτών από την εμπόλεμη ζώνη, εν συνεχεία για την αντιμετώπιση αυξημένων προσφυγικών ροών.
Η επέκταση της σύρραξης στο έδαφος του Λιβάνου και ενδεχομένως στο Ιράν, προξενεί ένα ντόμινο που φτάνει με διαφόρους τρόπους στη Συρία και στο ορατό μέλλον ίσως καταστήσει αναπόφευκτη την εμπλοκή της Τουρκίας, η οποία δια του Προέδρου της κλιμακώνει επικίνδυνα την εχθρική της ρητορική προς το Ισραήλ.
Η άσκηση ισορροπίας της ελληνικής κυβέρνησης δεν θα είναι απλή, ειδικώς σε περίπτωση επέκτασης των πολεμικών επιχειρήσεων. Η σχέση με το Ισραήλ είναι αναβαθμισμένη, έχει κάποιο στρατηγικό βάθος, ενώ η θέση και ο ρόλος της χώρας στη συμμαχία του ΝΑΤΟ δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών.
Η ανάφλεξη αυτή στη Μέση Ανατολή είναι μία νέα παράμετρος και διαμορφώνει μία ευρύτερη οικονομικο-πολιτική συνθήκη. Οι σχεδιασμοί σε συνθήκες ειρήνης σε όλα τα πεδία θα πρέπει να αναπροσαρμοστούν, ενδεχομένως και να αναθεωρηθούν. Αυτό δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αλλά κυρίως την Ευρώπη, η οποία οφείλει να αναζητήσει τρόπους ώστε να διασφαλίσει την πολιτική της ενότητα και διπλωματική ομοφωνία και, κυρίως, να αποφύγει τον εγκλωβισμό της στην αχρείαστη, υπό τις σημερινές συνθήκες, δημοσιονομική ακαμψία. Απαιτείται μεγαλύτερη τόλμη και διορατικότητα από ποτέ.