Η κατάσταση στη Μέση Ανατολή έχει αρχίσει και κλιμακώνεται όλο και περισσότερο, ιδίως μετά τη χερσαία εισβολή του Ισραήλ στο Λίβανο. Έχει περάσει ένας χρόνος από την έναρξη της εμπόλεμης σύρραξης στη Λωρίδα της Γάζας και οι Μεγάλες Δυνάμεις έχουν αποδειχθεί ανίκανες να σταματήσουν ή να επηρεάσουν σημαντικά τις μάχες. Η αποτυχία των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και των ΗΠΑ, αντικατοπτρίζει μία αναταραχή στον κόσμο σε επίπεδο εξουσίας, η οποία φαίνεται ότι θα διαρκέσει.

Οι διαπραγματεύσεις που προάγονται από τις ΗΠΑ, μεταξύ Χαμάς και Ισραήλ για τον τερματισμό των εχθροπραξιών στη Γάζα ξεκινάνε και σταματάνε συνεχώς. Η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν τείνει να τις χαρακτηρίζει ως μία τομή, αλλά αποτυγχάνουν. Αντίστοιχα, η τρέχουσα προσπάθεια υπό την ηγεσία της Δύσης, με την αμερικανογαλλική πρόταση για κατάπαυση του πυρός στο Λίβανο, για να αποτραπεί ένας διευρυμένος πόλεμος στη Μέση Ανατολή ισοδυναμεί με μία προσπάθεια για να περιοριστεί η καταστροφή. Ωστόσο, κι αυτή δεν κατέληξε πουθενά.

Την ίδια στιγμή, η εισβολή του Ισραήλ στο Λίβανο, αλλά και η δολοφονία του ηγέτη της Χεζμπολάχ, Χασάν Νασράλα, από όσο φαίνεται δεν πρόκειται να αλλάξουν τα δεδομένα προς το καλύτερο. Ίσα ίσα, όπως σημειώνουν αναλυτές, οι πιθανότητες για μία επιτυχημένη συμφωνία φαίνονται βαθιά αβέβαιες. Όπως επισημάνει στην εφημερίδα «New York Times», ο Ρίτσαρντ Χας, επίτιμος πρόεδρος του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων, «υπάρχουν περισσότερες δυνατότητες σε περισσότερα χέρια σε έναν κόσμο, όπου οι «φυγόκεντρες δυνάμεις» είναι πολύ ισχυρότερες από τις συγκεντρωτικές».

Σύμφωνα με τη διαπίστωση του Ρίτσαρντ Χας, αν οι Μεγάλες Δυνάμεις ήταν πολύ πιο ισχυρές από τις δυνάμεις που εμπλέκονται στον πόλεμο, όπως η Χαμάς, το Ισραήλ και τη Χεζμπολάχ, τότε θα μπορούσαν να περιορίσουν την καταστροφή.

Η θέση των ΗΠΑ στην έκρυθμη κατάσταση της Μέσης Ανατολής

Οι ΗΠΑ για πολλά χρόνια ήταν η μόνη χώρα που θα μπορούσε να ασκήσει πίεση τόσο στο Ισραήλ, όσο και στα αραβικά κράτη.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η συμφωνία του Καμπ Ντέιβιντ του 1978, η οποία επέφερε την ειρήνη μεταξύ Ισραήλ και Αιγύπτου, και η συνθήκη ειρήνης μεταξύ Ισραήλ και Ιορδανίας του 1994. Παράλληλα, πριν από τρεις δεκαετίες και περισσότερο, ο τότε ισραηλινός πρωθυπουργός, Γιτζάκ Ράμπιν και ο τότε πρόεδρος της οργάνωσης για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης, Γιασίρ Αραφάτ, συνθηκολόγησαν στο όνομα της ειρήνης στον Λευκό Οίκο.

Μόνο που η ελπίδα αυτής της συνθηκολόγησης, άρχισε σταδιακά, αλλά σταθερά, να διαβρώνεται.

Ο κόσμος από τότε έχει αλλάξει αρκετά, όπως και οι εχθροί του Ισραήλ. Η ικανότητα των ΗΠΑ να επηρεάσει το Ιράν, αλλά και τους υποστηρικτές του, όπως τη Χεζμπολάχ, είναι οριακή. Τα δύο κράτη είναι εδώ και πολλά χρόνια αδυσώπητοι εχθροί. Επίσης, η Ουάσιγκτον έχει χαρακτηρίσει τη Χαμάς, αλλά και τη Χεζμπολάχ ως τρομοκρατικές οργανώσεις, με αποτέλεσμα να της θέτουν εκτός της εμβέλειας της αμερικάνικης διπλωματίας.

Βέβαια, από την άλλη πλευρά, πληροφορίες του Reuters, αναφέρουν πως ο Τζο Μπάιντεν ζήτησε από το Πεντάγωνο να αξιολογήσει και να προσαρμόσει τη στάση της αμερικάνικης δύναμης στην περιοχή του Λιβάνου, που η κατάσταση κλιμακώνεται.

Η βοήθεια των ΗΠΑ στο Ισραήλ

Ταυτόχρονα, οι ΗΠΑ στέκονται στο πλευρό του Ισραήλ μέσω μεγάλης στρατιωτικής βοήθειας που του παρέχουν, όπως το πακέτο αξίας 15 δισεκατομμυρίων δολαρίων που υπέγραψαν φέτος ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, και ο ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπενιαμίν Νετανιάχου.

Ωστόσο, μία τέτοια συμμαχία που βασίζεται σε στρατηγικές και εσωτερικές πολιτικές εκτιμήσεις, αλλά και τις κοινές αξίες των δύο κρατών, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσο άσκησης πίεσης. Αν και είναι σχεδόν βέβαιο, ότι η Ουάσιγκτον δε θα απειλήσει ποτέ να διακόψει, πόσο μάλλον να το κάνει στην πράξη, τη μεταφορά όπλων.

Όσο λοιπόν, το Ισραήλ σφυρηλατεί τη Γάζα, αλλά και η Χαμάς απαντά στη μαζική σφαγή, οι ΗΠΑ έχουν προβεί σε ήπιες επιπλήξεις. Για παράδειγμα, ο Τζο Μπάιντεν έχει χαρακτηρίσει τις ενέργειες της ισραηλινής κυβέρνησης, απλώς «υπερβολικές». Ενώ συνεχίζει η αμερικάνικη υποστήριξη στο μαχόμενο σύμμαχό της συνεχίζεται αποφασιστικά, καθώς οι απώλειες των Παλαιστίνιων αυξάνονται ραγδαία, ακόμη και στον άμαχο πληθυσμό.

Μπορεί ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ να σταματήσει τη στήριξη στο Ισραήλ;

Είναι σχεδόν απίθανο, η εκλογή οποιουδήποτε Προέδρου να σταθεί εμπόδιο στη στήριξη των ΗΠΑ στο Ισραήλ. Το γεγονός αυτό, έχει σημειώσει όμως, αρκετές αντιδράσεις και στο εσωτερικό της Αμερικής. Υπενθυμίζεται πως σημειώθηκαν αρκετές αναταραχές σε μεγάλα πανεπιστήμια, με τους φοιτητές να είναι αντίθετοι στον πόλεμο και να ζητάνε την κατάπαυση του πυρός.

Το κίνημα δε, έφτασε και μέχρι τους δρόμους και τα πανεπιστήμια της Ευρώπης, όπου στάθηκαν στο πλευρό της Παλαιστίνης.

«Αν η πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στο Ισραήλ αλλάξει ποτέ, αυτό θα γίνει μόνο παρασκηνιακά», υπογράμμισε ο Ρίτσαρντ Χας, παρά το γεγονός πως οι Αμερικανοί δείχνουν μία ιδιαίτερη ευαισθησία για το παλαιστινιακό ζήτημα.

Γιατί Ρωσία και Κίνα είναι θεατές στο αιματοκύλισμα της Μέσης Ανατολής

Οι αιματοχυσίες στη Μέση Ανατολή συνεχίζονται, ενώ την ίδια στιγμή, διευρύνονται, από τη Λωρίδα της Γάζας έως το Λίβανο. Οι υπόλοιπες Μεγάλες Δυνάμεις παραμένουν απλώς παρατηρητές της κατάστασης.

Η Κίνα από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς ιρανικού πετρελαίου, αλλά και υποστηρικτής οποιουδήποτε γεγονότος που θα μπορούσε να αποδυναμώσει την υπό αμερικάνικη ηγεσία παγκόσμια τάξη, δεν ενδιαφέρεται να λάβει το ρόλο του ειρηνοποιού.

Η Ρωσία ακόμη, δε φαίνεται διατεθειμένη να βοηθήσει σε αυτή την έκρυθμη κατάσταση, ιδίως μέχρι τις εκλογές των ΗΠΑ, στις 5 Νοεμβρίου. Ταυτόχρονα, παραμένει και εξαρτημένη από το Ιράν για αμυντική τεχνολογία και drones, στη διάρκεια του πολέμου της με την Ουκρανία. Αν και δε θα ήταν λιγότερο ενθουσιασμένη από την Κίνα, στο ενδεχόμενο μίας αμερικάνικης παρακμής.

Από την άλλη πλευρά, ο Βλαντιμίρ Πούτιν αναμένει την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στο Λευκό Οίκο, καθώς όπως έχει φανεί και από το παρελθόν, οι δυο άντρες αποτέλεσαν ισχυροί σύμμαχοι ο ένας για τον άλλον.

Οι ανίσχυρες περιφερειακές δυνάμεις

Από τις υπόλοιπες περιφερειακές δυνάμεις, καμία δεν είναι αρκετά ισχυρή ή δεσμευμένη στο παλαιστινιακό ζήτημα, ώστε να αντιμετωπίσει το Ισραήλ.

Η Αίγυπτος τρέμει την τεράστια εισροή Παλαιστίνιων προσφύγων στο εσωτερικό της. Ενώ η Σαουδική Αραβία, αν και επιδιώκει ένα παλαιστινιακό κράτος, αλλά δε θα διακινδύνευε τις ζωές των πολιτών του για αυτό το σκοπό.

Το Κατάρ χρηματοδοτεί τη Χαμάς με εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια ετησίως, τα οποία αξιοποιήθηκαν για τη δημιουργία υπόγειων σηράγγων, με βάθος μέχρι και 250 μέτρων, για την κράτηση ομήρων από το Ισραήλ. Η άτυπη αυτή συμμαχία κρύβει όμως, και τη συνενοχή του Μπενιαμίν Νετανιάχου, καθώς είδε την παλαιστινιακή οργάνωση ως έναν αποτελεσματικό τρόπο, για να υπονομεύσει την Παλαιστινιακή Αρχή στη Δυτική Όχθη, αλλά και κάθε πιθανότητα ειρήνης.

Η 7η Οκτωβρίου αποτέλεσε το αποκορύφωμα για Άραβες και Ισραηλινούς ηγέτες να χειραγωγήσουν τις προσπάθειες της Παλαιστίνης για τη δημιουργία ενός κράτους με υπόσταση.

Ωστόσο, ούτε η ετήσια Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ και δε το Συμβούλιο Ασφαλείας, το οποίο είναι περιορισμένο από τα ρωσικά βέτο για τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά και τα αμερικάνικα για τον πόλεμο στο Ισραήλ, μπόρεσε να επιφέρει κάποια λύση.

Πώς η δολοφονία του Νασράλα «ρίχνει λάδι στη φωτιά» για τη Μέση Ανατολή

Ο Χασάν Νασράλα αποτέλεσε για τη Χεζμπολάχ μία ιδιαίτερα σημαντική προσωπικότητα. Ήταν ο ηγέτης της για πάνω από τρεις δεκαετίες, αλλά και ο άνθρωπος που κατάφερε να τη μετατρέψει σε μία από τις ισχυρότερες μη κρατικές ένοπλες δυνάμεις στον κόσμο. Το κενό που αφήνει πίσω του θα είναι δυσαναπλήρωτο για τα μέλη της, και πολύ πιθανό να χρειαστεί πολύ χρόνο, για να το καλύψει.

Ταυτόχρονα, σημαντικό πλήγμα αποτελεί ο θάνατός του και για το Ιράν, καθώς μπορεί να οδηγήσει σε μία αποσταθεροποίηση της Ισλαμικής Δημοκρατίας.

Ο Ζιλ Κεπέλ, κορυφαίος Γάλλος ειδικός στα θέματα της Μέσης Ανατολής, τόνισε πως «ο Νασράλα αντιπροσώπευε τα πάντα για τη Χεζμπολάχ , και η Χεζμπολάχ ήταν η εμπροσθοφυλακή του Ιράν». Συμπληρώνει δε, πως «τώρα η Ισλαμική Δημοκρατία έχει αποδυναμωθεί, ίσως θανάσιμα, και είναι άξιο απορίας ποιος μπορεί να δώσει έστω και μία εντολή για τη λιβανέζικη οργάνωση».

Πώς θα τελειώσει ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή

Ο Τζο Μπάιντεν στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ανέφερε ότι ο κόσμος έχει φτάσει σε ένα «σημείο καμπής» μεταξύ της ανερχόμενης απολυταρχίας, αλλά και των προβληματικών δημοκρατιών. Από την άλλη μεριά, ο Αντόνιο Γκουτέρες καταδίκασε τη «συλλογική τιμωρία» προς τον παλαιστινιακό λαό ως απάντηση στις «αποτρόπαιες τρομοκρατικές πράξεις που διέπραξε η Χαμάς πριν από σχεδόν ένα χρόνο». Η φράση του αυτή, εξόργισε το Ισραήλ.

Οι τοποθετήσεις των δύο ανδρών επιβεβαιώνουν το στρατηγικό κενό μιας παγκόσμιας τάξης αλά καρτ, η οποία ισορροπεί μεταξύ της κατάρρευσης της δυτικής κυριαρχίας και της ανόδου των εναλλακτικών μεθόδων της. Ακόμα, καταδεικνύουν πως δεν υπάρχει κανένα ουσιαστικό μέσο για να πιεστούν Ισραήλ, Χεζμπολάχ και Χαμάς να συνθηκολογήσουν. Ενώ η αποτελεσματική διπλωματία θα απαιτούσε την ύπαρξη επιρροής και στα τρία μέτωπα.

Με την έλλειψη μίας συντονισμένης δράσης, κατά την οποία θα κυριαρχεί συναίνεση παγκοσμίως σε ένα σχέδιο δράσης, ο ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπενιαμίν Νετανιάχου, και ο ηγέτης της Χαμάς, Γιαχία Σινουάρ, δεν έρχονται αντιμέτωποι με καμία συνέπεια. Το τελικό σημείο της καταστροφικής πορείας της Μέσης Ανατολής είναι ασαφές. Το μόνο βέβαιο είναι πως θα αφήσει πίσω του ένα μακρύ κατάλογο από ανθρώπινες απώλειες.

Ούτως ή άλλως, όπως εξηγεί και ο Στίβεν Χέιντζ, πρόεδρος του φιλανθρωπικού οργανισμού Rockefeller Brothers Fund, «οι θεσμοί που καθοδήγησαν τις διεθνείς σχέσεις και επέφεραν λύση στα παγκόσμια προβλήματα, κατά τα μέσα του 20ου αιώνα, είναι σαφές πως δεν είναι πλέον ικανοί να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της νέας χιλιετίας». «Είναι αναποτελεσματικοί, ατελέσφοροι, αναχρονιστικοί και σε ορισμένες περιπτώσεις, απλώς παρωχημένοι», κατέληξε.