Οι τηλεμαχίες μεταξύ υποψηφίων προέδρων κομμάτων δεν είναι διαδεδομένες στην Ελλάδα. Το ΠαΣοΚ πρωτοπόρησε, όπως άλλωστε και στην εκλογή προέδρου από τη βάση, έχοντας διοργανώσει δύο debates ενόψει εσωκομματικών εκλογών (2021 και 2024). Και ενώ σε όλα τα είδη των τηλεμαχιών απαιτείται από τους υποψηφίους πρόγραμμα και όραμα, ηγετικές ικανότητες και πολιτικές γνώσεις, αυτοπεποίθηση και αυτοπειθαρχία, στην περίπτωση των εσωκομματικών debates απαιτείται, πρόσθετα, η ικανότητα συσπείρωσης και κινητοποίησης ενός ρευστού εκλογικού σώματος, η επίδειξη συντροφικότητας αλλά και πολεμικής, ιδεολογικής σύγκλισης και διακριτού στίγματος, προτάσεων στρατηγικής και οργανωτικής ανασυγκρότησης. Ο συνδυασμός των παραπάνω στοιχείων διαμορφώνει το σπιράλ της επιρροής μιας τηλεμαχίας.
Πόσα από τα παραπάνω εκπληρώθηκαν στο debate του ΠαΣοΚ; Όχι όλα και όχι από όλους. Μπορούμε να πούμε ότι διαμορφώθηκαν δύο πόλοι. Ο ένας πόλος απευθύνθηκε, κυρίως, στα οργανωμένα μέλη και τους φίλους του κόμματος και στον αποκινητοποιημένο ευρύτερο πυρήνα του ΠαΣοΚ. Ο νυν πρόεδρος του ΠαΣοΚ κινήθηκε στρατηγικά στο ασφαλές ιδεολογικό, προγραμματικό και οργανωτικό πλαίσιο του ΠαΣοΚ απευθυνόμενος κυρίως στον πυρήνα του κόμματος, που είναι πιθανό να ψηφίσει στις εσωκομματικές εκλογές. Ο Μ. Κατρίνης αναμετρήθηκε με τη νοσταλγική εκδοχή του ΠαΣοΚ της δεκ του ‘80 διεκδικώντας τη μνήμη των κοινωνικών του κατακτήσεων. Η Ν. Γιαννακοπούλου απευθύνθηκε στους απογοητευμένους από την προεδρία Ανδρουλάκη καταφεύγοντας στο επιχείρημα των οργανωτικών και προγραμματικών αδυναμιών του ΠαΣοΚ. Ο δεύτερος πόλος θέλησε να υπερβεί το πλαίσιο του ΠαΣοΚ και να απευθυνθεί και σε ευρύτερο ακροατήριο. Ο Π. Γερουλάνος υιοθέτησε τη στρατηγική της διακριτής τοποθέτησης μέσω της ανάδειξης μιας νέας πολιτικής πλατφόρμας. Η Ά. Διαμαντοπούλου επιχείρησε μία στρατηγική προσωπικής υπεροχής, με επιμονή και στίγμα ως προς τις πολιτικές του χθες, αλλά με γενικότητες ως προς τις πολιτικές του αύριο. Ο Χ. Δούκας υιοθέτησε μία στρατηγική υπέρβασης του χώρου ΠΑΣΟΚ με αριστερόστροφες προοπτικές, η οποία υπονομεύτηκε από την αμηχανία και την επιφυλακτικότητα στην ανάδειξη ενός στίγματος οργανωτικής και προγραμματικής ανασυγκρότησης.
Το σπιράλ της επιρροής δεν περιορίζεται στις στρατηγικές των υποψηφίων, έχει και άλλες προεκτάσεις. Το ΠαΣοΚ , δεδομένης της κατάστασης στον ΣΥΡΙΖΑ, είναι, δυνητικά, υποδοχέας της δυσαρέσκειας τόσο από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ όσο και της ΝΔ, γεγονός που τον καθιστά πόλο έλξης με πιθανή συνέπεια τη μεγάλη εισροή ψηφοφόρων στις εσωκομματικές κάλπες. Ως εκ τούτου, η επιρροή του debate μπορεί να λειτουργήσει συσπειρωτικά και κινητοποιητικά σε όσους/ες δεν έχουν ακόμα αποφασίσει αν θα ψηφίσουν ή ποιον/α θα ψηφίσουν. Το debate, είχε, δευτερευόντως, ένα ποιοτικό αποτύπωμα: πέρα από τις επιμέρους πολεμικές αντιπαραθέσεις δεν προσέφερε «θέαμα» και αυτό θα το πιστωθεί το κόμμα συνολικά ως μέτρο σοβαρότητας και αξιοπιστίας. Τέλος, καθώς ο εκλογικός συσχετισμός μεταξύ των υποψηφίων είναι ρευστός, η σημασία του debate ενισχύεται στο βαθμό που μπορεί να επηρεάσει τους συσχετισμούς στο επίπεδο των εντυπώσεων. Αν και την Τρίτη δεν ζήσαμε την μεγάλη ανατροπή, υπήρξαν, ωστόσο, φαβορί που έχασαν μέρος της δυναμική τους, outsiders που έδειξαν τον καλύτερο εαυτό τους, υποψήφιοι που επιβεβαίωσαν την ηγεμονία τους και αυτοί που έχασαν περιοριζόμενοι στην πολεμική αντιπαράθεση.