Οι ενδείξεις του νέου κύματος δημοσκοπήσεων φαίνεται να επιβεβαιώνουν την γενική αίσθηση. Η κυβέρνηση σταθεροποιείται ή εμφανίζει κάποια σημεία έστω αναιμικής ανάκαμψης έπειτα από την εκλογική της περιπέτεια του Ιουνίου και όσο επιβεβαιώνονται τα ελλείμματα της αντιπολίτευσης, ο ΣΥΡΙΖΑ κατρακυλά στην τρίτη θέση, το ΠαΣοΚ είναι στη δεύτερη και ταυτόχρονα παρουσιάζονται ενδιαφέρουσες τάσεις συσπείρωσης στα άκρα, δεξιά και αριστερά.
Εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, που στην πολιτική δεν μπορεί και δεν πρέπει ποτέ να αποκλειστεί, αυτή θα είναι η εικόνα των συσχετισμών στην προσεχή περίοδο. Με αυτούς ως δεδομένο θα πρέπει να εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας, με αυτούς θα γίνει η συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση και, πιθανώς, αυτή θα είναι η δημοσκοπική αφετηρία για τις επόμενες εκλογές, είτε η τετραετία εξαντληθεί, είτε για κάποιο λόγο υπάρξει επίσπευση – κάτι που ως συνήθως έχει αρχίσει να ψιθυρίζεται από ορισμένους, βασίμως ή μη.
Η συνθήκη αυτή δεν μπορεί να αγνοηθεί από κανέναν. Με αυτή ως βάση και αναλόγως του πώς θα την αναγνώσει ο καθένας, θα πορευτούν κυβέρνηση και αντιπολίτευση και αυτήν θα επιχειρήσουν να εκμεταλλευτούν οι επίδοξοι αμφισβητίες της ηγεσίας σε όλα τα κόμματα, όποιες και αν είναι οι επιδιώξεις τους.
Εφόσον όμως αυτοί οι συσχετισμοί παγιωθούν, «φωτογραφίζουν» και την επόμενη πολιτική περίοδο. Έπειτα από τις πολλαπλές περιπέτειες της προηγούμενης δεκαετίας και την διαφαινόμενη αναδιάταξη, έκλειψη, ή πάντως εξασθένηση, των πολιτικών της αποτόκων, δεν θα πρέπει να αποκλειστεί ότι η ψήφος των πολιτών θα αναδείξει μία νέα αναγκαιότητα, ένα νέο πεδίο συνεννοήσεων και πολιτικού διαλόγου. Ενδεχομένως και μία νέα βάση για ρεαλιστικές και αποτελεσματικές κυβερνητικές συνεργασίες.