Η αλήθεια είναι ότι η εικόνα που δημιουργήθηκε πρόσφατα στο χώρο της παιδείας με τις εκατοντάδες συγχωνεύσεις σχολικών τμημάτων δεν κάνει καλό ούτε στην κυβέρνηση, ούτε στην αντιπολίτευση, ούτε στην παιδεία γενικότερα.

Κι αυτό γιατί η νοοτροπία του «Άρχοντα» της επαρχίας, του πολιτικού που ανασύρει τις ψήφους των κατοίκων για να τις επικαλεστεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με το όποιο υπουργείο δυσαρέστησε την περιοχή του, όχι μόνο θριάμβευσε, αλλά και φωταγωγήθηκε τις προηγούμενες ημέρες.

Ούτε ένας, ούτε δυο βουλευτές ή πολιτικά στελέχη ήταν εκείνοι που ανήρτησαν σχόλια στα κοινωνικά τους δίκτυα λέγοντας ότι στην περιοχή τους έγιναν φέτος συγχωνεύσεις σχολικών τμημάτων με τις οποίες η τοπική κοινότητα διαφώνησε και μετά από προσωπική τους παρέμβαση το υπουργείο Παιδείας τις πήρε πίσω…

Ερώτηση πρώτη: Υπάρχει κυβέρνηση; Δικαιούται να παίρνει αποφάσεις; Και πώς μπορεί αυτές οι αποφάσεις να υπόκεινται στην κάθε παρέμβαση του κάθε «βουλευτή» ή «φίλου»;

Ερώτηση δεύτερη: Για να φτάσει να γίνει τόσος χαμός κάτι πρέπει να έγινε λάθος. Είχαν μελετηθεί επαρκώς οι όποιες σχετικές αποφάσεις πριν ανακοινωθούν; Γιατί εδώ υπάρχει και η ευθύνη των αρμόδιων υπηρεσιών των υπουργείων που συχνά εισηγούνται πρόχειρα λύσεις σε προβλήματα χρόνια.

Τα κενά εκπαιδευτικών στα σχολεία, πίσω από τα οποία βρίσκεται η αναγκαστική συγχώνευση των σχολικών τμημάτων, είναι ένα πρόβλημα που μας ταλαιπωρεί επι δεκαετίες. Η κάθε κυβέρνηση συνήθως προσπαθεί να το λύσει με νομοθετικά «μπαλώματα» ή πολιτικές που δεν στοχεύουν στην πραγματική –επιστημονική- μελέτη του προβλήματος. Και το όνομα του προβλήματος είναι ένα: κακή διαχείριση του εκπαιδευτικού προσωπικού της χώρας. Το πρόβλημα αυτό είναι βαθύ και οξύνεται από τον νησιωτικό χαρακτήρα της χώρας αλλά και τις ιδιαίτερες συνθήκες που δημιουργούνται σε ακριτικές περιοχές.

Οι φετινές προσλήψεις

Φέτος προσελήφθησαν 10.000 μόνιμοι εκπαιδευτικοί, πολλοί από τους οποίους, αφού κέρδισαν την πολυπόθητη θέση στο δημόσιο έσπευσαν να πάρουν άδειες ανατροφής παιδιών ή άλλων οικογενειακών προβλημάτων και θα λείπουν όλη τη χρονιά από τα σχολεία τους! Τις θέσεις τους θα καλύψουν αναπληρωτές! Οι πιστώσεις για τους οποίους είναι φέτος λιγότερες επειδή ακριβώς προσελήφθησαν οι μόνιμοι!

Είναι ή όχι τα παραπάνω, το θέατρο του παραλόγου;

Μπροστά σ αυτή την κατάσταση και μπροστά στο γεγονός ότι θα έχουμε και πάλι φέτος κοντά 45.000 με 50.000 κενά σε εκπαιδευτικούς στη διάρκεια ολόκληρης της χρονιάς, αποφασίστηκε ένα μεγάλο πρόγραμμα συγχωνεύσεων τμημάτων σχολείων. Για κάποια από αυτά όμως φαίνεται ότι δεν υπολογίστηκαν σωστά τα δεδομένα. Ότι κάποια παιδιά δεν έπρεπε να αλλάξουν σχολικό περιβάλλον λόγω μαθησιακών ή άλλων προβλημάτων για να μην επηρεαστεί η ευαίσθητη ψυχολογική τους κατάσταση. Ότι άλλα παιδιά μπορεί να έχουν αδέλφια σε διαφορετικά σχολεία, ή δεν μπορούν να μετακινηθούν. Ότι κάποια άλλα θα έπρεπε να μετακινηθούν δεκάδες χιλιόμετρα μακριά από τις εστίες τους για να βρουν σε άλλο σχολείο τον ίδιο τομέα που καταργήθηκε στο δικό τους.

Κοντά σ αυτά όμως, υπάρχουν και οι περιπτώσεις «καθημερινής ελληνικής τρέλας» όπου το ένα κοριτσάκι θέλει απλά να μην το χωρίσουν από την κολλητή του φίλη και η μαμά του παίρνει τον φίλο της βουλευτή, για να πάρει τον υπουργό Παιδείας, για να αλλάξει το κοριτσάκι που μετακινήθηκε και να το φέρει πίσω στην τάξη του…

Ή οι περιπτώσεις του μπαμπά που δεν του αρέσει το νέο σχολείο που θα συγχωνευθεί με το δικό του και παίρνει τηλέφωνο τον φίλο του πολιτικό για να πάρει τηλέφωνο ένα φίλο του στην κυβέρνηση να αλλάξει το σχέδιο του υπουργείου Παιδείας.

Δεν ξέρω πώς να χαρακτηρίσω τα παραπάνω. Μια κυβέρνηση που δέχεται το μικροαίτημα του κάθε πολίτη ο οποίος την εκβιάζει με τις ψήφους του βουλευτή της περιοχής του (που το ποστάρει και μετά στο διαδίκτυο και την κάνει ρεζίλι παρότι ανήκει στο ίδιο κόμμα), προφανώς και δεν μπορεί να εμπνεύσει σεβασμό.

Ωστόσο και ο σεβασμός κατακτάται. Για να έχουμε υπουργούς που θα απαντούν στιβαρά πρέπει να είναι και οι αποφάσεις στιβαρές και υπεύθυνες.

Ο νυν υπουργός Παιδείας, που γενικά έχει καλή μαρτυρία και βρέθηκε στο κέντρο της φασαρίας πιθανώς χωρίς να φταίει, θα πρέπει να συγκαλέσει ένα μεγάλο διακομματικό διάλογο και να ζητήσει μια επιστημονική μελέτη για το πρόβλημα της κατανομής των εκπαιδευτικών στα σχολεία.

Να εξηγήσει το πρόβλημα στην κοινωνία, να αναζητήσει μαζί της λύσεις, να προτείνει μετά τους μόνιμους διορισμούς που χρειάζεται και να φτιάξει νέα κριτήρια γι αυτούς.

Έτσι ώστε την επόμενη χρονιά να απαντήσει:

«Λυπάμαι, αλλά οι αποφάσεις του Κράτους δεν ανατρέπονται με προσωπικά τηλεφωνήματα»…