Αφού μετεκλογικά τα δύο κόμματα, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, δεν μπόρεσαν να κερδίσουν την προσοχή μας ως αντιπολιτευτικές δυνάμεις απέναντι στην Κυβέρνηση, δηλαδή με αυτό που έπρεπε να είναι, μας ζητούν την προσοχή για αυτό που μελλοντικά θέλουν να γίνουν. Το μέλλον θα παρέχει πάντα και στην κυβερνητική εξουσία και στην αντιπολίτευση την ευχέρεια της αποφυγής και της μετάθεσης.
Σε διαδικασία αναζήτησης νέας ηγεσίας και με την ελπίδα της νέας πορείας τα δύο αυτά κόμματα, συγγενή και ανταγωνιστικά ταυτόχρονα, θα μονοπωλήσουν ως τα Χριστούγεννα την πολιτική επικαιρότητα, με τις εσωτερικές διαδικασίες τους να διαμορφώνουν μια μικροσυνθήκη για τα ίδια, αφού είναι ήδη στραμμένα στον δικό τους μικρόκοσμο, χωρίς οι ανάγκες της μεγάλης κοινωνίας και η αλλαγή της εποχής να είναι θέμα στην αντιπαράθεση.
Όσο και αν η πραγματική ζωή προηγείται και η διαχείρισή της από το κυβερνητικό σχήμα θα έπρεπε να είναι αντικείμενο ουσιαστικής πολιτικής σύγκρουσης, η απομάκρυνση της αντιπολίτευσης από το μέτωπο αυτό διαμορφώνει ένα περιβάλλον κυβερνητικού μονοπωλίου στην επιχειρηματολογία και μια ψευδή εικόνα ως προς την ένταση των αιτημάτων και της αγωνίας της καθημερινότητας, που χάνεται ωσάν να μην υπάρχει, αφού απουσιάζει ο πολιτικός οργανωτής αυτής της συνθήκης, ώστε η κυβερνητική φθορά να γίνεται πολιτικό αποτέλεσμα.
Είναι ασφαλώς ενδιαφέρουσες οι εσωτερικές διαδικασίες και πολιτικά χρήσιμες, αν συντελέσουν σε μια συνειδητοποίηση της ευρύτερης ανάγκης να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις μια νέας πολιτικής σύνθεσης στα αριστερά της Κυβέρνησης, μιας κεντροαριστερής σοσιαλδημοκρατικού προσανατολισμού συγκροτημένης συνάντησης των δύο ευρύτερων πολιτικών χώρων, μέσα από την μόνη μέθοδο που χτίζει, έναν γενναίο πολιτικό διάλογο πάνω στην εποχή και τις ανάγκες των ανθρώπων.
Θα ήταν οι μέρες αυτές – έχει πια ωριμάσει ο καιρός – μέρες αντιπολίτευσης αν τα δύο κόμματα, που ως τώρα τα κερδίζει το ίδιο τους το χθες, είχαν προχωρήσει σε μια πολιτική επεξεργασία πάνω στον εαυτό τους, με το θάρρος των δύσκολων ερωτήσεων: γιατί το ΠΑΣΟΚ στις τρείς τελευταίες αναμετρήσεις δεν πετυχαίνει μια ριζική βελτίωση της απήχησής του; Γιατί στις ευρωεκλογές, μια συνθήκη ιδιαίτερα ευνοϊκή, σημειώνει δραματική απώλεια ψήφων; Ευθύνεται ένα πρόσωπο, όπως προβάλλει η εύκολη απάντηση, ή το ίδιο το ΠΑΣΟΚ και αυτά που ανακινεί στην μνήμη είναι το ανυπέρβλητο όριο; Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ μετά την εκλογική πτώση, υπό τον κ. Τσίπρα, τον Μάιο του 2023 δεν επιλέγει μια τολμηρή δημόσια συζήτηση για τον εαυτό του, τι ήταν, τι έγινε και τους λόγους που οι ίδιοι οι οπαδοί του απέστρεψαν το βλέμμα τους;
Η πολιτική συνήθεια των κομματικών στελεχών γίνεται συχνά η πολιτική φύση τους. Και έτσι εύκολα κερδίζει η γραφειοκρατική διαχείριση του παλαιού γνωστού τύπου, απέναντι στις απαιτήσεις μιας εποχής που είναι απολύτως άλλη από τους μικρούς κόσμους της ιδεολογικής στενότητας. Στην περιορισμένη ζώνη των εσωκομματικών αντιλήψεων θα κινηθεί ο προβληματισμός. Εν τω μεταξύ, μόνη της στον κάμπο, η Κυβέρνηση, ανεμπόδιστη, θα ακολουθεί τον ήδη γνωστό δρόμο της. Και οι πραγματικές μέρες αντιπολίτευσης θα χρειαστούν πολύ χρόνο να φανούν.
Ο Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας.