Όσοι νηφάλιοι παρατηρητές παρακολούθησαν την πρώτη κοινή εμφάνιση και τις ομιλίες των υποψηφίων αρχηγών του ΠαΣοΚ στην κομματική συνεδρίαση της Κυριακής, εύκολα κατέληξαν σε ορισμένα πρώτα συμπεράσματα. Για την ακρίβεια, μάλλον επιβεβαιώθηκαν όσα ήταν εν πολλοίς γνωστά. Με μία εξαίρεση, κυριάρχησε ένας λόγος απαρχαιωμένος, δίχως προγραμματική διάσταση και συνθηματολογία βγαλμένη από το βαθύ παρελθόν.
Οι περισσότεροι από τους διεκδικητές της ηγεσίας, επίδοξοι αρχηγοί της δυνάμει αξιωματικής αντιπολίτευσης, μίλησαν σε μία σκληρά κομματική γλώσσα και έδειξαν ότι διακατέχονται από μία μηχανιστική προσέγγιση της πολιτικής συγκυρίας και της πολιτικής εν γένει.
Εμφανίζουν ως στόχο τους την προσέγγιση εκείνων των εκατομμυρίων ψηφοφόρων που στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις απείχαν, δίχως να δείχνουν ότι έχουν αντιληφθεί τους λόγους για αυτήν την στάση. Κανείς, πλην μίας εξαίρεσης, δεν φαίνεται να έχει κατανοήσει ότι η αποστασιοποίηση των πολιτών οφείλεται και στο ίδιο το ΠαΣοΚ και τον τρόπο με τον οποίο μέχρι στιγμής έχει πορευτεί. Και κανείς, πλην μίας εξαίρεσης, δεν δείχνει να έχει κατανοήσει, κοιτάζοντας στον καθρέφτη, ότι από τις εκλογές του Ιουνίου, όπου και εκδηλώθηκε η αμφισβήτηση της ηγεσίας του κόμματος, δεν έχει αλλάξει τίποτε, τουλάχιστον όχι σε τέτοιο βαθμό που να συγκινήσει κάποιες κρίσιμες ομάδες ψηφοφόρων.
Το ζητούμενο στις τρεις εβδομάδες που απομένουν έως την αναμέτρηση του πρώτου γύρου, είναι κατ’ αρχάς η συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία. Είναι εύκολο να αντιληφθεί κάποιος, ποιοι θα ευνοηθούν από μία περιορισμένη προσέλευση πολιτών και ποιοι από μία ευρύτερη συμμετοχή. Είναι το πρώτο και κρίσιμο στοίχημα. Και από αυτό θα κριθεί και το δεύτερο, που είναι ακόμη κρισιμότερο: Το πολιτικό περιεχόμενο και η πρόταση.