Σε κίνδυνο μπαίνουν οι ασθενείς με σοβαρούς αιματολογικούς καρκίνους από τις ελλείψεις του ΕΣΥ. Οι γιατροί που αποφάσισαν να παραμείνουν στο δημόσιο σύστημα υγείας αδυνατούν να παρέχουν πλήρως την περίθαλψη που χρειάζονται οι ασθενείς με ένα τόσο σοβαρό νόσημα, εξαιτίας των ελλείψεων αυτών, και παρά το γεγονός ότι καινοτόμες προηγμένες θεραπείες είναι διαθέσιμες.
«Η κατάσταση της νοσοκομειακής περίθαλψης επιδεινώνεται ραγδαία, δυστυχώς, λόγω των εκθετικά αυξανόμενων ελλείψεων εξειδικευμένου ιατρικού προσωπικού και καμία καινοτόμος θεραπεία δεν μπορεί να αναπληρώσει αυτό το κενό», επισημαίνει στο Βήμα ο καθηγητής Αιματολογίας της Ιατρικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Γιάννης Κοτσιανίδης, με αφορμή την παγκόσμια ημέρα λεμφώματος.
«Η θεραπευτική αντιμετώπιση ενός ασθενούς με τόσο σοβαρό νόσημα δεν περιορίζεται σε καμιά περίπτωση στην πρόσβαση σε καινοτόμες θεραπείες, ειδικά όταν οι περισσότερες από αυτές προορίζονται για ασθενείς που έχουν ήδη υποτροπιάσει», διευκρίνισε ο κ. Κοτσιανίδης και σημείωσε πως η Ελλάδα είναι από τις χώρες με σχετικά ευρεία πρόσβαση των ασθενών στις νέες θεραπείες.
Όμως τόνισε ότι «η ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των λεμφωμάτων απαιτεί την έγκαιρη διάγνωση, την ασφαλή νοσηλεία και την παρακολούθηση της θεραπείας και των επιπλοκών, από έμπειρους γιατρούς και σωστά στελεχωμένα αιματολογικά κέντρα.
Και ενώ η έγκριση καινοτόμων και ακριβών θεραπειών λειτουργεί ομαλά, πραγματικά γεννιέται το ερώτημα της καταλληλότερης διαχείρισης του κόστους υγείας στη χώρα μας. Κι αυτό γιατί ενώ αποζημιώνουμε αυτές τις καινοτόμες θεραπείες, την ίδια στιγμή, δεν υποστηρίζεται το σύστημα Υγείας στο οποίο προορίζονται να διενεργηθούν!».
Σύμφωνα με τον καθηγητή, τα λεμφώματα αποτελούν ετερογενή ομάδα κακοηθειών που προέρχονται από την κλωνική (κακοήθη) μεταλλαγή διάφορων τύπων λεμφοκυττάρων. Είναι ο έβδομος συχνότερος καρκίνος στον άνθρωπο σε συχνότητα 5% περίπου όλων των πρωτοεμφανιζόμενων κακοηθειών. Αδρά, η πιθανότητα νόσησης από λέμφωμα στη διάρκεια της ζωής ενός ανθρώπου υπολογίζεται περίπου σε 1/50 με 1/70 και είναι ελαφρά μεγαλύτερη στους άνδρες.
Μια Λερναία Ύδρα
Όπως εξήγησε ο καθηγητής, τα λεμφώματα διαχωρίζονται αδρά σε Hodgkin και μη-Hodgkin λεμφώματα, με το πρώτο να αποτελεί έναν από τους πρώτους καρκίνους που ιάθηκαν πλήρως με συνδυασμένη χημειοθεραπεία και να θεωρείται γενικά καλής πρόγνωσης. Αντίθετα τα μη-Hodgkin είναι μια πραγματική Λερναία Ύδρα με πλήθος υπότυπων που εμφανίζουν μεγάλη κλινική, αλλά και προγνωστική ετερογένεια.
Τα συμπτώματα
Μιλώντας για τα συμπτώματα, ο κ. Κοτσιανίδης ανέφερε ότι «συνήθως ένα προοδευτικό, ανώδυνο, πρήξιμο μιας λεμφαδενικής περιοχής (π.χ. τράχηλος, μασχάλη, βουβώνας) μπορεί να είναι το μόνο σύμπτωμα που φέρνει τον ασθενή στο γιατρό. Ωστόσο μπορεί να εμφανιστούν και συστηματικά συμπτώματα, όπως επίμονη φαγούρα, έντονες νυκτερινές εφιδρώσεις, αδυναμία και απώλεια βάρους».
Μεγαλύτερος κίνδυνος
Στους παράγοντες κινδύνου για λέμφωμα, ο κ. Καθηγητής σημείωσε ότι όπως συμβαίνει και σε πολλές άλλες κακοήθειες, οι ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς έχουν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα να νοσήσουν από λέμφωμα. Άλλοι παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη λεμφώματος είναι η μεγάλη ηλικία, το φύλο, το οικογενειακό ιστορικό, διάφορες αυτοάνοσες παθήσεις και συγκεκριμένες ιογενείς και βακτηριακές λοιμώξεις.
Σημείωσε όμως, πως το μεγαλύτερο ποσοστό ασθενών που εμφανίζουν τις παραπάνω καταστάσεις και νόσους δε θα νοσήσει ποτέ από λέμφωμα. Ενδείξεις υπάρχουν και για την επίδραση και άλλων εξωγενών παραγόντων και κυρίως για τη χρόνια έκθεση σε παλαιότερα ζιζανιοκτόνα.
Έκρηξη στοχευουσών θεραπειών
«Ευτυχώς όμως, πλέον, υπάρχει θεραπεία, και μάλιστα πολύ αποτελεσματική», επισημαίνει ο κ. Κοτσιανίδης.
«Εκτός της κλασσικής συνδυασμένης χημειοθεραπείας και ακτινοθεραπείας, ο 21ος αιώνας συνοδεύεται από μια έκρηξη στην ανάπτυξη νέων, στοχευουσών θεραπειών, ιδίως ανοσοθεραπειών.
Αυτές βασίστηκαν στις ενορατικές παρατηρήσεις δύο εμβληματικών φιγούρων της ιατρικής του 19ου αιώνα, του Rudolf Virchow και του Paul Ehrlich.
Σήμερα λοιπόν, έχουμε στη διάθεσή μας μονοκλωνικά αντισώματα εναντίον διάφορων λεμφωματικών αντιγόνων, αλλά και αμφιειδικά αντισώματα που συνδέονται ταυτόχρονα με ένα καρκινικό αντιγόνο και ένα αντιγόνο των Τ λεμφοκυττάρων του ασθενούς, βοηθώντας τα τελευταία να καταστρέψουν τα κακοήθη κύτταρα.
Ακόμη, οι αναστολείς σημείων ελέγχου «ξεμπλοκάρουν» τη μουδιασμένη από το λέμφωμα αντικαρκινική απόκριση, ενώ η σημαντικότερη ίσως πρόοδος, είναι οι κυτταρικές θεραπείες.
Εδώ τα ίδια τα λεμφοκύτταρα του ασθενούς, τροποποιούνται γενετικά στο εργαστήριο για να αντιμετωπίσουν το λέμφωμα. Η θεραπεία αυτή πήρε το όνομά της από την ελληνική μυθολογία και συγκεκριμένα τη Χίμαιρα, ένα τρομερό τέρας με σώμα κατσίκας, κεφάλι λιονταριού και ουρά φιδιού! Τα επονομαζόμενα «χιμαιρικά» Τ κύτταρα (CAR-T) έφεραν κυριολεκτική επανάσταση στη θεραπευτική όχι μόνο του καρκίνου, αλλά και άλλων δυσθεράπευτων «καλοήθων» ασθενειών.
Εκτός της ανοσοθεραπείας όμως έχουμε και πολλές άλλες δραστικές θεραπείες που στοχεύουν τα βιολογικά μονοπάτια των νεοπλασιών, όπως οι αναστολείς της σηματοδότησης του Β κυτταρικού υποδοχέα και οι αναστολείς της bcl-2 αντιαποπτωτικής πρωτεΐνης».
Επισημαίνοντας ότι η θεραπεία των λεμφωμάτων είναι γενικά πολύ αποτελεσματική, ο κ. Κοτσιανίδης διευκρίνισε ότι εξαρτάται από τον υπότυπο του λεμφώματος και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε ασθενή. Τόνισε ότι οι νεότερες θεραπείες έχουν βελτιώσει περαιτέρω την έκβαση των λεμφωμάτων και ότι η αισιοδοξία για ακόμη αποτελεσματικότερη αντιμετώπισή τους στο άμεσο μέλλον είναι απολύτως δικαιολογημένη.
Εξειδικευμένες δομές υγείας
Ο καθηγητής υπογράμμισε ότι το μεγαλύτερο μέρος της αντιμετώπισης των λεμφωμάτων απαιτεί έμπειρες και καλά οργανωμένες αιματολογικές κλινικές.
Ειδικά οι θεραπείες με CAR-T κύτταρα γίνονται προς το παρόν μόνο σε αδειοδοτημένα και πιστοποιημένα κέντρα μεταμόσχευσης που λειτουργούν στα νοσοκομεία Ευαγγελισμός, Αττικό, Αγ. Σάββας, Λαϊκό Νοσοκομείο και Παίδων Αγ. Σοφία στην Αθήνα, στο Νοσοκομείο Παπανικολάου Θεσσαλονίκης και στα Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία Πατρών και Ηρακλείου Κρήτης.
Η όλη διαδικασία χρειάζεται περίπου 2 μήνες καθώς περιλαμβάνει το χρόνο που χρειάζεται η έγκριση της θεραπείας, η λευκαφαίρεση (συλλογή των κυττάρων του ασθενούς) και η παρασκευή των CAR-T Καθόλη τη διάρκεια μέχρι τη χορήγηση των CAR-T κυττάρων ο ασθενής δε χρειάζεται να παραμείνει στο νοσοκομείο, εκτός αν η κατάσταση του λεμφώματος απαιτεί νοσηλεία. Στο άμεσο μέλλον η διαδικασία παρασκευής των CAR-T κυττάρων προβλέπεται να συντομευθεί δραστικά σε λίγες μέρες, ενώ εξετάζεται και η δυνατότητα της κατευθείαν in vivo παρασκευής CAR-T στον ασθενή με στοχεύουσα γονιδιακή μεταφορά.
Διάφορες νεότερες θεραπείες έχουν ευκολότερη, εξωνοσοκομειακή χορήγηση, ωστόσο η πλειονότητα των ασθενών θα χρειαστεί νοσοκομειακή περίθαλψη και θεραπεία. Γιατί η θεραπευτική αντιμετώπιση ενός ασθενούς με τόσο σοβαρό νόσημα δεν περιορίζεται μόνο στην καινοτόμο θεραπεία, ιδίως όταν πρόκειται για ασθενείς που έχουν ήδη υποτροπιάσει.
Η ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των λεμφωμάτων απαιτεί την έγκαιρη διάγνωση, την ασφαλή νοσηλεία και την παρακολούθηση της θεραπείας και των επιπλοκών από έμπειρους γιατρούς και σωστά στελεχωμένα αιματολογικά κέντρα.
Δυστυχώς η κατάσταση της νοσοκομειακής περίθαλψης επιδεινώνεται ραγδαία λόγω των εκθετικά αυξανόμενων ελλείψεων εξειδικευμένου ιατρικού προσωπικού και καμία καινοτόμος θεραπεία δεν μπορεί μόνη της να αναπληρώσει αυτό το κενό. Έτσι, πραγματικά, γεννιέται το ερώτημα της καταλληλότερης διαχείρισης του κόστους της υγείας στη χώρα μας.