«Το ζήτημα της ευτυχίας νομίζω ότι απουσιάζει τελείως από το ‘πρόγραμμα σπουδών’ των σχολείων σας» έλεγε πρόσφατα πανεπιστημιακός μεγάλου Αμερικανικού πανεπιστημίου που κάθισε στο τραπέζι κεντρικού καφέ της πόλης απέναντι σε μια παρέα εκπαιδευτικών οι οποίοι σύντομα έστρεψαν τις σκέψεις τους στο θέμα της περιόδου: την έναρξη μιας νέας σχολική χρονιάς.
«Το κεντρικό ζήτημα είναι η ευτυχία. Να είναι οι μαθητές ευτυχισμένοι και να μαθαίνουν τις ευθύνες τους ως πολίτες, σίγουρα όχι δε, οι βαθμοί και τα διαγωνίσματα που στις σκανδιναβικές χώρες τα πιάνουν προς τα τέλος της σχολικής τους ζωής. Απλά η ευτυχία…»
Ακούστηκαν και άλλα ερωτήματα: «Πώς θα κάνουμε τη γνώση να είναι μια χαρούμενη διαδικασία». «Πώς θα κάνουμε τα παιδιά να τους αρέσει να έρχονται στο σχολείο». «Πώς θα συνυφανθεί το σχολείο με τον σχηματισμό του χαρακτήρα τους;»
Η συζήτηση σύντομα προκάλεσε αμήχανα χαμόγελα. «Θα φτάσουμε μήπως να μιλάμε για έρωτα της μάθησης;» σχολίασε κυρία της παρέας. Άρχισε τη φράση της ειρωνικά, αλλά πριν τελειώσει κατάλαβε ότι ίσως αυτό να ήταν το σημαντικότερο ζήτημα.
Στην Ελλάδα φοβάμαι ότι παρόμοιες συζητήσεις τείνουμε να τις ξεπεράσουμε ως ντεμοντέ. Κι όμως, αυτά θα έπρεπε να κουβεντιάζουμε. Το «Βήμα» ήδη, σε ρεπορτάζ του της περασμένης εβδομάδας, φιλοξενούσε τα άρθρα μαθητών και μαθητριών που έθεταν ως ένα απο τα άγχη τους για την επόμενη σχολική χρονιά τα προβλήματα των ακατάλληλων αιθουσών στα σχολεία τους και το αν θα έχουν φέτος θέρμανση γιατί πέρυσι κρύωναν πολύ…
Στην ίδια κατεύθυνση, η διευθύντρια κεντρικού σχολείου της Αθήνας ομολόγησε στην παραπάνω παρέα ότι το καλοκαίρι αποφάσισε να ρίξει νερό στο κεφάλι μιας μαθήτριας στην διάρκεια των πανελλαδικών εξετάσεων επειδή έμοιαζε έτοιμη να λιποθυμήσει από την ζέστη σε ένα σχολείο χωρίς κλιματισμό.
Κι όμως: σ αυτό το τοπίο, μ αυτές τις υποδομές, αναδεικνύονται διαμάντια. Μαθητές και μαθήτριες που δίνουν εκπαιδευτικές μάχες και βγαίνουν νικητές, εκπαιδευτικοί ακτιβιστές που φτιάχνουν διαδικτυακές κοινότητες για να αλληλοβοηθούνται, άλλοι που βάφουν μόνοι τους τα σχολεία τους, άλλοι που σχεδιάζουν καινοτομίες.
Η απαγόρευση των κινητών στα σχολεία είναι ένα πολύ σημαντικό εκπαιδευτικό μέτρο, αλλά δεν είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα των ελληνικών σχολείων. Να συζητήσουμε και μερικά ζητήματα που πρέπει να ανασυρθούν στην εκπαιδευτική επικαιρότητα των επομένων εβδομάδων:
– Να μειωθεί η διδακτέα και εξεταστέα ύλη στα σχολεία (ειδικά στα Λύκεια), όπου σε πολλά μαθήματα οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν την πολυτέλεια καν να ασχοληθούν με το αν αφομοίωσαν την διδασκαλία τους οι μαθητές και οι μαθήτριες τους αλλά «τρέχουν» την υλη για να προλάβουν να την τελειώσουν εγκαίρως. Να απαλλαγούμε έτσι από την τυραννία του αναλυτικού προγράμματος.
– Να υποχωρήσει το απαρχαιωμένο εκπαιδευτικό μοντέλο της διδασκαλίας όπως γίνεται σήμερα με τον εκπαιδευτικό να απαγγέλει απλά το επόμενο κεφάλαιο και να εμπλακούν οι μαθητές και οι μαθήτριες περισσότερο σε έρευνα και συνεργασίες στην αναζήτηση της γνώσης.
– Να αλλάξει έως και η αρχιτεκτονική των σχολικών αιθουσών που είναι γεμάτες θρανία το ένα πίσω από το άλλο και να σχηματιστούν κύκλοι με τα εκπαιδευτικά δρώμενα στην μέση ή ομάδες μαθητών και μαθητριών που θα εργάζονται μαζί.
– Να αναλάβουν οι νέοι εκπαιδευτικές «αποστολές» στα σχολεία τους και εθελοντικές δράσεις.
– Να σταματήσουν (ή έστω να περιοριστούν) να λειτουργούν σχολεία σε κοντέινερς, πολυκατοικίες, ακατάλληλα κτήρια. Πολλές οι περιπτώσεις που συζητιούνται τις τελευταίες ημέρες στην επαρχία αλλά και κεντρικές συνοικίες της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης.
Είναι προφανές ότι και το υπουργείο Παιδείας έχει από την πλευρά του να διαχειριστεί την -επι δεκαετίες- κακή διαχείριση του προσωπικού του, που οδηγεί σε όλο και περισσότερα κενά. Και ακολούθως να διαχειριστεί τις πιστώσεις που από την μια καλύπτουν θέσεις μονίμων εκπαιδευτικών και από την άλλη ανοίγουν «τρύπες» αλλού και πρέπει να προσληφθούν νέοι αναπληρωτές καθηγητές.
Ωστόσο όλα αυτά κάποτε πρέπει να λυθούν. Με την συνεργασία των εκπαιδευτικών Ομοσπονδιών από την μια πλευρά και την ικανότητα των πολιτικών να ακούσουν από την άλλη.
Την ίδια στιγμή όμως, και αυτό θεωρώ το πιο σπουδαίο ζήτημα για τις κοινωνίες μας, να αναζητήσουμε ξανά τα ερωτήματα για το τί θέλουμε από την εκπαίδευση.
Έχουν στερέψει οι παιδαγωγικές ιδέες, η καινοτομία εμφανίζεται μόνο στα εργαλεία αλλά όχι στους σκοπούς της εκπαίδευσης, έχουν λείψει τα οράματα.
Κι όμως οι κοινωνίες, έως και πριν από 50 χρόνια βασίζονταν σε αυτά τα οράματα εκπαίδευσης. Πού είναι σήμερα κάτι αντίστοιχο του εκπαιδευτικού δημοτικισμού; Πού είναι οι μεγάλες ιδεολογικές διαμάχες για τον χαρακτήρα, τη λειτουργία και το περιεχόμενο της εκπαίδευσης; Όλοι οι μεγάλοι κλασικοί φιλόσοφοι διακρίνονταν για τις ιδέες τους για την εκπαίδευση. Πού είναι τώρα;
Αυτό είναι ίσως το σοβαρότερο ζήτημα που πρέπει να μας απασχολήσει. Η φτώχεια ιδεών, η απουσία ερωτημάτων, η προσαρμογή μας στη ρουτίνα με μικρογκρίνιες…