Ακόμα μία σχολική χρονιά ξεκινά και με την αφορμή αυτή θυμόμαστε τι σήμαινε για τα παιδιά της δεκαετίας του ’60 να είναι μαθητές και μαθήτριες την εποχή εκείνη.
Η επιστολή του ψυχολόγου – παιδαγωγού, και αναγνώστη του «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΥ» Θεόφραστου Γέρου που δημοσιεύθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 1961 δίνει μια σαφή εικόνα για την ελληνική παιδεία αλλά και για το γλωσσικό ζήτημα και τη διαμάχη μεταξύ οπαδών της δημοτικής γλώσσας και τη καθαρεύουσας.
Το Δημοτικό και η καθαρεύουσα
«Είναι γνωστό ότι μόνο ένα 15% των παιδιών του ελληνικού λαού πηγαίνει πιο πέρα από το Δημοτικό σχολείο. Η μεγάλη πλειοψηφία των παιδιών, το 85% μένει με τη μόρφωση του Δημοτικού σχολείου κι αυτή δεν τη παίρνει σωστή, με τις γνωστές συνθήκες που επικρατούν στη στοιχειώδη παιδεία.
(…)
»Η ασθένεια και στη συγκεκριμένη περίπτωση, η αδυναμία των μαθητών να διατυπώνουν γραφτά και προφορικά τις σκέψεις τους, δεν βρίσκεται στις ώρες διδασκαλίας των Νέων ελληνικών, αλλά στην αρχή του κακού, στην προσχολική αγωγή και στη γλωσσική διδασκαλία του Δημοτικού σχολείου.
(…)
»Στα έξη χρόνια, το παιδί πηγαίνει στο Δημοτικό σχολείο. Με τις γνωστές συνθήκες λειτουργίας των Δημοτικών σχολείων – τάξεις με μεγάλο αριθμό μαθητών, με πέντε χιλιάδες μονοθέσια, με το απηρχαιωμένο Αναλυτικό πρόγραμμα και με προσωπικό κακοπληρωμένο – το παιδί, στραβά – κουτσά, φτάνει στην τρίτη τάξη.
»Λέμε τότε ότι το παιδί έμαθε να διαβάζη με ευχέρεια τη στρωτή γλώσσα και να γράφη τις σκέψεις του με σιγουριά. Πηγαίνει στην τετάρτη τάξη. Με την εισαγωγής της καθαρεύουσας στην Τετάρτη τάξη – γραμματική, σύνταξη, τύποι διαφορετικοί – παρουσιάζεται αναστολή στην ομαλή γλωσσική, πνευματική και ηθική εξέλιξη του παιδιού.
»Πριν ακόμη προφτάσουν να δημιουργήσουν το προσωπικό τους γλωσσικό ύφος, έρχεται η διδασκαλία της καθαρεύουσας και κλωνίζει τη βάση της γλωσσικής τους μόρφωσης».
Η ποδιά
Η Καλλιόπη Μουστάκα, εξέχουσα προσωπικότητα της ελληνικής εκπαίδευσης του 20ου αιώνα, γράφει, στο «ΒΗΜΑ» της 9ης Σεπτεμβρίου 1962, για τα χαρακτηριστικότερα στοιχεία της εκπαίδευσης των περασμένων δεκαετιών.
«Είναι ανάγκη να φοράνε τα παιδιά ποδιά και μάλιστα μαύρη; Ποιος ο προορισμός της, ποια η επίδρασή της στην πνευματική, συναισθηματική, κοινωνική ανάπτυξη των παιδιών;
» Ποια η χρησιμότητά της για τη δουλειά του σχολείου; Κι ακόμα σε ποια παιδιά θα φορέσωμε ποδιά, στ’ αγόρια ή στα κορίτσια και από ποια ηλικία;
»Τέτοια και άλλα ερωτήματα έρχονται στο νου μας κάθε φορά που βλέπομε στις σκούρες φάλαγγες των μικρών παιδιών στο δρόμο και στο σχολείο, και κάτι βαρύ και κρύο πλακώνει την καρδιά μας.
Ομοιορφία που ισοπεδώνει
»Γιατί τόση ομοιορφία, που ισοπεδώνει τα άτομα και τα μαζοποιεί και που μόνο η έκφραση του προσώπου μένει για να τα ξεχωρίζη; Βέβαια, η ποδιά – απλοποίηση στη χώρα μας της στολής που έχουν τα σχολεία σε άλλες πιο ανεπτυγμένες χώρες – έχει κάποιον προορισμό και ικανοποιεί κάποιες ανάγκες.
»Συντελεί στην τακτική και αξιοπρεπή εμφάνιση των μεγάλων κοριτσιών, κρατά καθαρά και προφυλάσση από τη φθορά τα φορέματα. Μήπως όμως καταστρέφει την προσωπικότητα του παιδιού;
»Μήπως κάνει τα παιδιά μάζα; Η ποδιά, όπως και κάθε στολή συμβολίζει ένα θεσμό και εκφράζει τη νοοτροπία του. Συνήθως τη νοοτροπία αυτή την οικειώνεται αμέσως εκείνος που βάζει τη στολή της.
»Μπορεί βέβαια και ν’ αντιδράση και να αποκτήση αντίθετη νοοτροπία, αυτό όμως γίνεται όταν μεγάλος κανείς φορέση στολή, και σχετικά σπάνια. (…) Η ομοιομορφία κουράζει, παραλύει τις δυνάμεις, εξουδετερώνει την πρωτοβουλία και την αυθορμησία.
Ακαταστασία και εξαλλοσύνη
»Ίσως επειδή η ζωή έγινε πολύ μονότονη ο άνθρωπος να αντιδρά σε κάθε τι ομοιόμορφο και στρατευμένο: εμφάνιση, ιδέες, τρόπο ζωής…Παράλληλα όμως η εποχή μας τείνει στην ακαταστασία και στην εξαλλοσύνη που κάποτε πρέπει να βρεθή ένας φραγμός. (…)
»Ας φαντασθούμε για λίγο πως η ποδιά γίνεται προαιρετική. Ελάχιστα κορίτσια θα την φορέσουν και το χειρότερο η εμφάνιση στα πιο πολλά θα είναι όχι μόνο ακατάλληλη για σχολείο, αλλά και απαράδεκτη.
»Παράδειγμα τα σορτς γυμναστικής, που ολοένα και πιο κοντά γίνονται! Παράδειγμα το χτένισμα, τα βαμμένα νύχια και το κάπνισμα, που τόσους μπελάδες δημιουργεί στα γυμνάσια.
»Η ποδιά έχει και ένα άλλο πλεονέκτημα. Καμωμένη από όμοιο υλικό για όλα τα παιδιά, στο ίδιο σχήμα και χρώμα κρύβει, στο ντύσιμο τουλάχιστον, τις οικονομικές ανομοιότητες. (…)
»Έτσι βλέπομε ότι για τις μαθήτριες της Μέσης Παιδείας, για την εφηβική ηλικία δηλαδή, η ποδιά έχει κάποια αναγκαιότητα. Για τα παιδιά του δημοτικού όμως; Κανένας από τους λόγους που αναφέραμε πιο πάνω δεν ισχύει για μικρά που πρωτοπάνε στο σχολείο. Γιατί λοιπόν να τα φασκιώνωμε μέσα σε κείνο το ανιπαθητικό σε χρώμα – παρ’ όλο που στο Δημοτικό είναι μπλε η ποδιά – και σε σχήμα περίβλημα;
(…)
»Το χειρότερο είναι πως στο δημοτικό φοράνε και τα αγόρια ποδιά και το βάσανό τους είναι μεγαλύτερο από των κοριτσιών, γιατί αυτά δεν τα καταφέρνουν να διαφεντέψουν το “απαίσιο φουστάνι του σχολείου, όπως ωνόμασε ένας μικρός την ποδιά του. (…)
»Το άσπρο γιακαδάκι που μπαίνει στο λαιμό συμπληρώνει το δράμα των μικρών παιδιών, γιατί στρίβει, σφίγγει, ζεσταίνει και λερώνεται χωρίς καν να το αγγίξης».
Το πηλίκιο
»Ανάλογο με την ποδιά είναι το πηλήκιο με την κουκουβάγια που φοράνε οι μαθητές των γυμνασίων, ιδίως στις επαρχίες. Το πηλήκιο και άσχημο και ανθυγιεινό είναι και κανένα άλλον σκοπό δεν εξυπηρετεί παρά μόνο κάνει τα παιδιά του γυμνασίου να διακρίνωνται εύκολα.
»Πολλοί εκπαιδευτικοί πιστεύουν ότι το πηλήκιο θα προφυλάξη τα παιδιά από ωρισμένους χώρους και ωρισμένες πράξεις. Πλάνη!
Κούρεμα με την ψιλή
»Χειρότερο μέτρο πειθαρχήσεως είναι το κούρεμα των αγοριών. Σε καμμία Ευρωπαϊκή χώρα δεν εφαρμόζεται τόσο βάρβαρο μέτρο, που μόνο απογοητεύσεις και συγκρούσεις ανάμεσα στο μαθητή και στο δάσκαλο μπορεί να φέρη.
»Η τραγική όψη της κουρεμένης γουλί κεφαλής ισοπεδώνει και μαζοποιεί τα παιδιά. Κι όταν ο άνθρωπος γίνη μάζα ποτέ δεν μπορεί να προκόψη. (…)
»Η ποδιά, το πηλίκιον, το κούρεμα και συχνά και το ξύλο, είναι για πολλούς δασκάλους, τα μόνα μέσα πειθαρχίας (…). Ξεχνούν ότι η αληθινή πειθαρχία είναι εσωτερική και πηγάζει από σεβασμό στον άνθρωπο και στους θεσμούς τους. (…)
»Πρέπει να πάψη πια το θλιβερό φαινόμενο να υπάρχουν τάξεις με ογδόντα και εκατό παιδιά που στοιβαγμένα το ένα πάνω στο άλλο, ντυμένα ομοιόμορφα και με κομμένη την πρωτοβουλία και καταπιεσμένη την αυθορμησία, υποτάσσονται παθητικά στην επιβολή και στην αυταρχικότητα του δασκάλου.
»Πρέπει και εμείς να τοποθετήσωμε την αγωγή πάνω σε αληθινές και όχι συμβατικές βάσεις, αν θέλωμε οι επόμενες γενεές να είναι άνθρωποι ελεύθεροι και ενάρετοι.