Ίσως το σημαντικότερο επίδικο των επικείμενων εκλογών του ΠαΣοΚ, είναι το κατά πόσο αυτές θ’ αποκτήσουν εθνικό χαρακτήρα ή θα παραμείνουν στο συρρικνωμένο επίπεδο της αμιγώς εσωκομματικής αναμέτρησης. Και ας εξηγηθεί το παραπάνω, καθότι ίσως μοιάζει παράξενο το δίλημμα εφόσον μιλάμε για εκλογές ανάδειξης αρχηγού ενός κόμματος.
Στο ένα σενάριο η εκλογική αναμέτρηση στο ΠαΣοΚ, είναι μία διαδικασία που αφορά μόνο τα στενά όρια του κόμματος, τους ανθρώπους του και την εσωτερική διευθέτηση των εξουσιών εντός αυτού του συγκεκριμένου χώρου.
Σε αυτήν την περίπτωση, ο τρόπος, ο πολιτικός λόγος και η αισθητική της προεκλογικής περιόδου, θ’ αφήσουν αδιάφορο το μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, τους νέους, αλλά και όσους απέχουν από την πολιτική εδώ και χρόνια. Θα είναι υπόθεση ενός κομματικού μικρόκοσμου που απλώς ζει στον κόσμο του. Στο σενάριο αυτό της μερικότητας, θα έχει εγκριθεί μία πολιτική ρητορική που αφορά μόνο τον χώρο και τα ψευδεπίγραφα σενάρια διαμόρφωσης ενός δήθεν ενιαίου μετώπου κεντροαριστεράς. Θα είναι μια χαμένη ευκαιρία για τη χώρα καθώς η αναμέτρηση δε θα συνδεθεί μαζί της και άρα δε θ’ αποτελεί δυνατότητα για την κοινωνία για το μέλλον της.
Προφανώς, από μία τέτοια αναμέτρηση που θα παραμείνει αποκλειστικά εσωκομματική, θα προκύψει ως αρχηγός, ένα εκ των προσώπων που πολιτεύονται φοβικά, με έλλειψη προσωπικής και πολιτικής αυτοπεποίθησης, απευθυνόμενοι μίζερα μόνο στο κομματικό ακροατήριο. Πρόσωπα που αναπαράγουν μία εντελώς βαρετή, στερεοτυπική γλώσσα και κυρίως προκρίνοντας πολιτικές που δεν κοιτούν το παρόν και το μέλλον της χώρας, αλλά το παρόν και το μέλλον του εαυτού και του μικρού κόμματος. Εκτός τόπου και χρόνου, κυριολεκτικά. Θα ψηφίσουν λίγοι και θα εκλεγεί κάποιος ακόμα «λιγότερος» για τη χώρα.
Στο δεύτερο σενάριο, η εκλογική αναμέτρηση θα καταφέρει να υπερβεί κατά πολύ τα στενά κομματικά όρια και τις καθιερωμένες διαδικασίες στασιμότητας. Θα είναι μία υπόθεση που θ’ αγγίξει αληθινά τους πολίτες στο σύνολό τους, θα δημιουργήσει προϋποθέσεις νέας εμπιστοσύνης, και άρα θ’ αναχθεί σε εθνική υπόθεση καθότι το αποτέλεσμα θα συνδέεται με το παρόν και το μέλλον της χώρας, με το κοινό καλό των πολιτών εν γένει.
Στην περίπτωση αυτή, ο πολιτικός λόγος που θα κερδίσει, θα εμπνεύσει εκ νέου, θα μιλάει για όλους τους πραγματικούς ανθρώπους της χώρας και όχι μόνο για εκείνους που κουβαλούν κομματική ιδιότητα, θ’ αντικρίζει με ειλικρίνεια τα μεγάλα κοινωνικά ζητήματα και δε θα κάνει ζήτημα μόνο το μέλλον του μικρού κόμματος, άντε και της παράταξης. Σε τούτο το σενάριο της καθολικότητας και της μεγάλης εικόνας, η Ελλάδα και τα παιδιά της, θα δουν μία ευκαιρία δημιουργίας και προόδου για το παρόν και το μέλλον και όχι μια ευκαιρία αναδιάταξης θέσεων εξουσίας για το ΠαΣοΚ και τα παιδιά του μόνο.
Από μία τέτοια ανοιχτή, ελκυστική στους πολλούς και άρα ελπιδοφόρα αναμέτρηση, θα προκύψει ως αρχηγός, ένα πρόσωπο που θα απευθύνεται σε ευρύτερο κοινό, θα προτείνει τολμηρές πολιτικές για τα σημαντικά της χώρας και άρα για τα σημαντικά της ζωής της καθεμιάς και του καθενός. Θα εκλεγεί πρόσωπο που θα έχει δώσει καινούργιο νόημα και άρα πνοή στην έννοια της προόδου και της σοσιαλδημοκρατίας. Θα εκλεγεί πρόσωπο που θα υπερβαίνει τα στενά κομματικά όρια και θα μπορεί ν’ αποτελεί επιλογή πρωθυπουργίας στην αμέσως επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Πρόσωπο και πολιτικές εντός τόπου και χρόνου. Θα ψηφίσουν πολλοί και το αποτέλεσμα θα αφορά θετικά, ακόμα περισσότερους και τη χώρα συνολικά.
Είναι προφανές πως η εκλογική αναμέτρηση του ΠαΣοΚ αποτελεί μία ανοιχτή δυνατότητα. Ευθύνη όσων μετέχουν είναι να την αναβαθμίσουν σε μία κερδισμένη και όχι χαμένη ευκαιρία για τον τόπο και τους ανθρώπους του.