Με απαράμιλλο κουράγιο η 72χρονη Gisele Pelicot κατέθεσε στο δικαστήριο της Αβινιόν στη Γαλλία τη φρίκη που βίωσε από τον άνθρωπο που είχε επιλέξει να μοιραστεί μαζί του τη ζωή της, τον σύζυγό της.
«Ο κόσμος μου κατέρρευσε. Τα πάντα κατέρρευσαν. Όλα όσα είχα χτίσει επί 50 χρόνια» ειπε αφηγούμενη τη στιγμή που η Αστυνομία της έδειξε τον Νοέμβριο του 2020 τα βίντεο των βιασμών της που ενορχήστρωνε ο άντρας της Dominique Pelicot, στρατολογώντας μέσω διαδικτύου τους βιαστές της.
«Θυσιάστηκα στον βωμό της ανηθικότητας. Με θεωρούσαν μια πάνινη κούκλα, μια σακούλα σκουπιδιών. Βλέπεις αυτή τη γυναίκα ναρκωμένη, κακοποιημένη, ένα νεκρό άτομο σε ένα κρεβάτι. Φυσικά το σώμα δεν είναι κρύο, είναι ζεστό, αλλά είναι σαν να είμαι νεκρή» είπε τονίζοντας ότι ο βιασμός δεν είναι μια ισχυρή λέξη. Η καταλληλότερη λέξη για να περιγράψει όσα έζησε είναι τα βασανιστήρια.
Όπως είπε, η Αστυνομία της έσωσε τη ζωή όταν ένας φύλακας έπιασε τον Dominique σε σούπερ μάρκετ να φωτογραφίζει γυναίκες που φόραγαν φούστα. Η έρευνα στον υπολογιστή του αποκάλυψε τη φρίκη. Σε ένα αρχείο με το όνομα «κακοποίηση» βρέθηκαν 20.000 εικόνες και βίντεο με τους βιασμούς της 72χρονης, που κακοποιήθηκε πάνω από 100 φορές!
«Η κραυγή της κόρης μου χαράχτηκε στη μνήμη μου»
Τα προβλήματα υγείας δεν άργησαν να έρθουν για την Gisele. Χωρίς να γνωρίζει ότι τη νάρκωναν τακτικά, άρχισε να δυσκολεύεται να θυμηθεί πράγματα και να συγκεντρωθεί. Φοβόταν ακόμη και να πάρει το τρένο για να πάει να δει τα παιδιά της μήπως και έχανε τη στάση της. Είπε ότι είχε χάσει βάρος και κάποια στιγμή δυσκολευόταν να ελέγξει το χέρι της.
Ανησυχώντας ότι έπασχε από Αλτσχάιμερ συζήτησε το θέμα με τον σύζυγό της. Εκείνος τη στήριξε και έκλεισε ραντεβού με ειδικό, ο οποίος είπε ότι δεν έχανε τη μνήμη της. Είχε μάλιστα προσβληθεί από διάφορα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, αφού ο άντρας της δεν άφηνε τους βιαστές να φοράνε προφυλακτικά!
Όταν έμαθε τι είχε συμβεί ένιωθε ότι ήθελε να πεθάνει. Περιέγραψε πώς έπρεπε να εξηγήσει το τραύμα στα παιδιά της, λέγοντας ότι η κραυγή της κόρης της «χαράχτηκε στη μνήμη μου». Η 72χρονη έφυγε από το σπίτι της με δύο βαλίτσες, «ό,τι μου είχε απομείνει από τα 50 χρόνια κοινής ζωής» όπως χαρακτηριστικά είπε. «Έκτοτε δεν έχω ταυτότητα, δεν ξέρω αν θα νιώσω ποτέ ξανά ο εαυτός μου» ανέφερε.