Αύξηση του κόστους ζωής, ενεργειακή κρίση, λειψυδρία, τουριστικοποίηση, κατάλυση του κράτους δικαίου, πρόσφυγες που πνίγονται καθημερινά στο Αιγαίο: για κάποιον ή κάποια που αρέσκεται στην γκρίνια υπάρχουν ένα σωρό στέρεες αφορμές να αναφωνήσει: «O tempora! O mores!». Ωστόσο, η σημαντικότερη -ακριβώς γιατί δεν είναι όντως σημαντική – από αυτές τις αφορμές σπάνια αναφέρεται στον δημόσιο λόγο: η εξάλειψη των πολύωρων και αδιέξοδων συζητήσεων πάνω στην αμφισβήτηση ενός πραγματολογικού δεδομένου.

Για παράδειγμα, ήσουν κάποτε σε μια ερημική παραλία με τους φίλους σου (ναι, κάποτε υπήρχαν ερημικές παραλίες). Κάποιος ανέφερε κάτι, έστω ότι οι δεινόσαυροι χάθηκαν επειδή έπεσε μετεωρίτης στη Γη. Κάποια ανταπαντούσε ότι δεν επρόκειτο για μετεωρίτη αλλά για κομήτη. Και η μέρα περνούσε με τα αντικρουόμενα μέρη να εμμένουν στην αρχική τους θέση. Έπρεπε να τελειώσουν οι διακοπές, να επιστρέψουμε στο σπίτι και στις βιβλιοθήκες και στις εγκυκλοπαίδειές μας, ώστε να εντοπιστεί η σωστή και τεκμηριωμένη απάντηση. Η αγωνία στα κόκκινα, το σασπένς στα ύψη!

Σήμερα, η υπόθεση θα έληγε σε μερικά δευτερόλεπτα. Θα αρκούσε να ανοίξει κάποιος το κινητό και να γκουγκλάρει «δεινόσαυροι, εξαφάνιση». Τα αποτελέσματα δεν θα άφηναν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης. Ήταν 4 Σεπτεμβρίου του 1998 όταν οι φοιτητές Λάρι Πέιτζ και Σεργκέι Μπριν του Πανεπιστημίου Στάνφορντ ίδρυαν την Google, μια εταιρεία που, πέρα από την εμπορική της επιτυχία (και τις διάφορες καταδίκες της για μονοπωλιακές πρακτικές), άλλαξε τον τρόπο που βιώνουμε τη σχέση μας με την πραγματικότητα, τη γνώση και τη μνήμη.

Για όσους και όσες γεννήθηκαν μετά το 2000 η πραγματικότητα του γκουγκλαρίσματος είναι η αυθόρμητη πρώτη επιλογή στην αναζήτηση της πληροφορίας. Σκέφτεσαι κάτι, σου προκύπτει μια διερώτηση; Είσαι τρία κλικ μακριά από την ανεύρεση της απάντησης. Πόσο ζει ένα χέλι; Πώς αναπαράγεται το χταπόδι; Πόσο ήταν το ΑΕΠ της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό το 1980; Τίποτα δεν μοιάζει να αποτελεί πρόβλημα, όλες οι ερωτήσεις έχουν τις απαντήσεις τους. Και μάλιστα χωρίς καν να χρειαστεί να σηκωθείς από τον καναπέ σου.

Προϊόντος του χρόνου, που λέμε και εμείς οι μπούμερ, τα πράγματα περιπλέκονται περισσότερο. Η πληθώρα των πληροφοριών που διακινούνται στο διαδίκτυο κάνει την αναζήτηση της πληροφορίας ενδιαφέρουσα και πάλι. Δεν αρκεί το κλικ που θα σε φέρει στην ιστοσελίδα. Θα πρέπει πλέον να αναπτύξεις και πάλι την κριτική σκέψη που θα ελέγξει την πληροφορία, είτε βρίσκεται υπό μορφή κειμένου είτε εικόνας ή βίντεο. Είναι όντως αυτό που βλέπω ένα περίεργο ζώο του Αμαζονίου ή κάποιος έχει κάνει ψηφιακή διασταύρωση λαμπραντόρ με τυραννόσαυρο για να με μπερδέψει; Με την εμφάνιση δε της τεχνητής νοημοσύνης και του deepfake η υπόθεση περιπλέκεται ακόμα περισσότερο.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, οι αλγόριθμοι των σελίδων αναζήτησης δεν είναι αμερόληπτοι: άλλα αποτελέσματα βγάζουν σε μένα, άλλα σε σένα, ανάλογα με το ιστορικό προγενέστερων αναζητήσεών μας. Το αποτέλεσμα της περιέργειας γίνεται κι αυτό εμπορικό προϊόν.

Δεν θα ήθελα, ωστόσο, να σας αφήσω μετά την ανάγνωση αυτού του κειμένου με πικρή επίγευση. Η ευκολία του γκουγκλαρίσματος διατηρεί αμείωτη τη χρησιμότητά της στις νέες γενιές. Ποιο παιδί, παραδείγματος χάρη, θυμάται πώς ήταν η ζωή επί ΠαΣοΚ και ποιο άραγε γνωρίζει τι σήμαινε η χθεσινή 3ηΣεπτεμβρίου; Για όλα αυτά τα παιδιά και τους νέους σίγουρα είναι μυητική στην αίσθηση της Ελλάδας της Μεταπολίτευσης – τα 50 χρόνια της οποίας γιορτάσαμε πρόσφατα – η απλή για εμάς αναζήτηση: «πράσινος ήλιος».