Το δαιμόνιο πολιτικό μάρκετινγκ του Ανδρέα Παπανδρέου επέβαλε μία συνθήκη στην νεοελληνική Ιστορία: Η «3η του Σεπτέμβρη», την οποία επέλεξε ως ημέρα ίδρυσης του ΠαΣοΚ το 1974, έγινε για μια μακρά περίοδο κάτι σαν εθνική επέτειος. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, η μεταπολίτευση συνδυάστηκε με αυτήν την ετήσια υπενθύμιση της δημιουργίας ενός κόμματος, το οποίο στην πραγματικότητα σφετερίστηκε (και διαμόρφωσε) επί μακρόν και με εντυπωσιακή επιτυχία την πολιτική συγκυρία, σε τέτοιο βαθμό ώστε να θεωρείται από μεγάλη μερίδα των Ελλήνων, το σημαντικότερο πολιτικό προϊόν της περιόδου από το 1974 έως σήμερα.
Η πραγματικότητα δείχνει ότι όσο η περίοδος αυτή «ανήκει» στο ΠαΣοΚ, άλλο τόσο «ανήκει» και στη ΝΔ, η οποία ιδρύθηκε σχεδόν ταυτόχρονα, κυβέρνησε για περίπου το ίδιο διάστημα και επέδειξε σημαντικές αντοχές στην περίοδο της διαβρωτικής πολιτικοκοινωνικής κρίσης του 2009-2019.
Παρά ταύτα, λόγοι στοιχειώδους πολιτικής αβρότητας επιβάλλουν να αναγνωριστεί στο ΠαΣοΚ ότι η εφετινή «3η Σεπτέμβρη» είναι μία σημαντική ημέρα. Η πεντηκοστή επέτειος από την ίδρυσή του βρίσκει το κόμμα σε μία διαδικασία αναζήτησης ηγεσίας, ρόλου, λόγου και πολιτικού περιεχομένου. Όπως φαίνεται δεν είναι κάτι εύκολο και απλό.
Το ότι το ΠαΣοΚ έχει κατορθώσει να διασωθεί και να ανεβάσει τα ποσοστά του από το 4,7% του 2015, στο 12% το 2023, δεν δικαιολογεί τους ισχυρισμούς του ότι έρχεται ως κυβερνητική δύναμη. Θα δικαιολογούσε όμως την άποψη ότι θα έχει έναν ρόλο να παίξει στην προσεχή συγκυρία και με δεδομένο ότι το κατ’ εξοχήν αλλοπρόσαλλο πολιτικό προϊόν της μνημονιακής κρίσης φθίνει με ανεξέλεγκτους ρυθμούς.
Αυτό είναι και το κρίσιμο για την επόμενη ηγεσία του ΠαΣοΚ. Να αντιληφθεί ποιες είναι οι (όποιες) προσδοκίες των πολιτών και να ανταποκριθεί σε αυτές.