Η εκλογική νίκη της ακροδεξιάς στο ανατολικογερμανικό κρατίδιο της Θουριγγίας, σε συνδυασμό με τον καταποντισμό των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού (Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Ελεύθερων Δημοκρατών) και την ενίσχυση της υβριδικής ακροαριστεράς, είναι μία οδυνηρή πολιτική υπενθύμιση για ολόκληρη την Ευρώπη.
Τα μηνύματα των πρόσφατων ευρωεκλογών ξεχάστηκαν από τις πολιτικές ηγεσίες, από τη στιγμή που βγήκαν τα κουκιά και μοιράστηκαν οι θέσεις στα ευρωπαϊκά όργανα πριν από μερικές εβδομάδες, σαν να μην είχε συμβεί τίποτε στις κάλπες του Ιουνίου.
Κι όμως, είχαν συμβεί πολλά, τα οποία απλώς αγνοήθηκαν. Η Γερμανία είναι ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα της πολιτικής ασυμμετρίας της Ευρώπης, δίχως να είναι μόνη σε αυτήν την πορεία. Η Γαλλία ακόμη δεν έχει κυβέρνηση δύο μήνες μετά τις εκλογές και βρίσκεται στα πρόθυρα μίας συνταγματικής κρίσης, ενώ η αντίληψη ότι τα όσα συμβαίνουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι μία περιστασιακή αναστάτωση, συνιστά μία επικίνδυνη αυταπάτη. Η απόσταση των πάσης φύσεως ευρωπαϊκών ελίτ από τις ανησυχίες ή την απογοήτευση των πολιτών μεγαλώνει και δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ότι κάποιοι ασχολούνται με τη γεφύρωση του χάσματος.
Υπό αυτές τις συνθήκες, ο συνδυασμός της ιδιότυπης ακυβερνησίας στη Γαλλία με την διαφαινόμενη πολιτική κρίση στη Γερμανία, διαμορφώνει εκ των πραγμάτων μία νέα πολιτική συνθήκη για ολόκληρη την Ευρώπη. Τα θέματα αιχμής όπως το μεταναστευτικό και η ασφάλεια επιδρούν καταλυτικά για μεγάλες κοινωνικές ομάδες, ενώ η δημοσιονομική και πολιτική ορθότητα και ο δικαιωματισμός ως κεντρικά ζητήματα στις πολιτικές ατζέντες, φαίνεται ότι έχουν διαλυτικά αποτελέσματα.
Το ζήτημα είναι αν υπάρχουν περιθώρια ρεαλιστικής πολιτικής στροφής σε ολόκληρη την Ευρώπη ή αν οι κυβερνήσεις και τα κέντρα αποφάσεων των Βρυξελλών θα συνεχίσουν την παραλυτική τους υπνοβασία.