Οι σφυγμομετρήσεις αυτής της φθινοπωρινής περιόδου πραγματοποιούνται σε εκλογικό κενό. Οι τελευταίες κάλπες στήθηκαν το περασμένο καλοκαίρι, ενώ οι επόμενες προβλέπονται σε τρία χρόνια από σήμερα.
Ακόμη όμως και αν εκλογικός ορίζοντας είναι μακρύς και η δύναμη των κομμάτων αποτυπώνεται σε συνθήκες πλήρους εκλογικής χαλαρότητας, κάθε άλλο παρά ψευδής μπορεί να θεωρηθεί η γενική εικόνα.
Είναι η εικόνα μιας κυβέρνησης που δεν πείθει τους πολίτες. Αλλά και μιας αντιπολίτευσης που δεν λογίζεται καν ως τέτοια.
Το φυσικό εκλογικό κενό συνοδεύεται έτσι από ένα αφύσικο πολιτικό κενό που – ευτυχώς – δεν μπορούν να καλύψουν ούτε τα κόμματα που αντλούν την εκλογική τους πελατεία από τη ζώνη του λυκόφωτος και την ψήφο διαμαρτυρίας. Οσοι κινούνται στις παρυφές του πολιτικού συστήματος και τα όρια του δημοκρατικού τόξου έχουν μονοψήφιο ταβάνι.
Η ευτυχής αυτή αδυναμία μαρτυρά πως οι πολίτες τηρούν μια στάση αναμονής και πως κατά συνέπεια υπάρχουν περιθώρια επανάκαμψης για τις βασικές δυνάμεις του πολιτικού συστήματος.
Θα απαιτηθεί ασφαλώς η κυβέρνηση να επιστρέψει στις ράγες μιας παραγωγικής μηχανής και χωρίς να την βαραίνει όχι τόσο κάποια υποτιθέμενη «κατάρα της δεύτερης θητείας» όσο ο ρόλος του παρατηρητή χρόνιων προβλημάτων στον οποίο φαίνεται να έχει εγκλωβιστεί.
Μα θα χρειαστεί και η αντιπολίτευση να πάψει να τροφοδοτεί το πολιτικό θέαμα με νέα επεισόδια σε ένα ατελείωτο σίριαλ άπειρων επεισοδίων που είναι καταδικασμένο να χάσει και τον τελευταίο του φανατικό θεατή.
Ούτε η αδράνεια του ενός ούτε τα κουτσομπολιά του άλλου συνιστούν πολιτική. Οι πολίτες έχουν αγωνίες, δίνουν μάχες στην καθημερινότητά τους. Το βέβαιο είναι πως δεν κρατούν την ανάσα τους για τις ασκήσεις ισορροπιών, τους διαγκωνισμούς ή τους εμφυλίους, στους οποίους επιδίδονται ακατάπαυστα οι βασικοί παίκτες του συστήματος.
Εχουν άλλους τρόπους να διασκεδάσουν και άλλα προβλήματα να ασχοληθούν. Για τα υπόλοιπα, απλώς αδιαφορούν.