Δριμύτατη κριτική προς την ΕΑΚ και τον ρόλο της ασκεί ο πρόεδρος της ΕΕΣ κ. Χάρης Παπαδόπουλος, με αφορμή το πρόσφατο «φιάσκο» σχετικά με την επιτροπή για την επιλογή της ελληνικής ταινίας που θα υποβληθεί επισήμως μέσω της χώρας μας στην Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου για το Όσκαρ καλύτερης Διεθνούς Ταινίας 2025.
Μιλώντας αποκλειστικά στο ΒΗΜΑ σχετικά με την αιφνίδια αλλαγή των μελών της γνωμοδοτικής επιτροπής του ΥΠΠΟ για την επιλογή της ελληνικής ταινίας που θα υποβληθεί επισήμως μέσω της χώρας μας στην Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου για το Όσκαρ καλύτερης Διεθνούς Ταινίας 2025, ο πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών σκηνοθέτης κ. Χάρης Παπαδόπουλος προέβη στις παρακάτω δηλώσεις:
«Μετά από ποικίλες παθογένειες και παλινωδίες τόσων ετών, και με το δεδομένο του τρέχοντος διαλόγου για τις βραβεύσεις και τις αντίστοιχες εκπροσωπήσεις, η Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών θεωρεί ότι ήρθε πλέον ο καιρός να υπάρξει ένα σύγχρονος και αξιοκρατικός τρόπος προβολής και τελικής κρίσης/ αξιολόγησης των ταινιών μέσω κρατικών βραβείων και κάτω από τη θεσμική ομπρέλα του Υπουργείου Πολιτισμού, παράλληλα με γενναία οικονομική επιβράβευση των συντελεστών των ταινιών».
«Η σημερινή Ακαδημία δεν είναι πλέον αντιπροσωπευτική της κινηματογραφικής κοινότητας».
Ο κ. Παπαδόπουλος παραδέχθηκε ότι παρακολουθεί με έκπληξη τις τελευταίες εξελίξεις στην υπόθεση της επιλογής της ελληνικής κινηματογραφικής πρότασης στον θεσμό των Όσκαρ. «Ως ΕΕΣ θέλουμε να καταθέσουμε καθαρά τη θέση μας υπενθυμίζοντας ότι πρόκειται για μια διαδικασία που επί σειρά ετών ακολουθείται με αποκλειστική ευθύνη του ΥΠΠΟ και επιλογή εκ μέρους του της αντίστοιχης επιτροπής κρίσης» ανέφερε. «Είναι δικαίωμα ξεκάθαρο από τον Νόμο και αδιαπραγμάτευτο από την πλειοψηφία των ανθρώπων του Οπτικοακουστικού».
Ο πρόεδρος της ΕΕΣ θυμίζει επίσης ότι η διαδικασία που τηρείται σήμερα, «τηρείται από το 2010, πέρα από τις προσωπικές εκτιμήσεις κάθε μέλους της κινηματογραφικής κοινότητας και μετά την ατυχή κατάργηση των κρατικών βραβείων και την αυτόματη ως τότε επιλογή της πρώτης βραβευμένης ταινίας της παρελθούσας χρονιάς, ως την ελληνική πρόταση στα Όσκαρ».
Για το πρόσφατο συμβάν με την ανάκληση της αρχικής επιτροπής η οποία δεν είχε την τελική έγκριση του υφυπουργού κ. Ιάσωνα Φωτήλα, ο πρόεδρος της ΕΕΣ επισημαίνει ότι «ορθά προχώρησε σε σύσταση νέας αντιπροσωπευτικής επιτροπής επιλογής της ταινίας που θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα, διότι έτσι όφειλε να κάνει.» Επίσης, «για την ΕΕΣ η στελέχωση των εκάστοτε επιτροπών γνώμης είναι ελάσσονος σημασίας γιατί το μείζον ζήτημα που απασχολεί την κοινότητα των κινηματογραφιστών και το σύνολο των φορέων του οπτικοακουστικού τομέα είναι να ολοκληρωθεί λειτουργικά η συγχώνευση ΕΚΟΜΕ – Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και να μην επαναληφθούν οι παθογένειες και στρεβλώσεις του παρελθόντος που ο νέος φορέας έρχεται να θεραπεύσει».
Ο ρόλος της ΕΑΚ
Με σκληρά λόγια ο κ. Παπαδόπουλος αναφέρεται στην Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου και στον ρόλο που έχει παίξει στο όλο ζήτημα: «Η αιφνίδια εμπλοκή της Ακαδημίας Κινηματογράφου στην όλη διαδικασία, δεν προσθέτει κάτι εποικοδομητικό πέραν από δημόσιες εντυπώσεις» είπε χαρακτηριστικά. «Η σημερινή Ακαδημία, η οποία, δυστυχώς δημιουργήθηκε από διάσπαση του χώρου σε περίοδο τεχνητής κρίσης, δεν είναι πλέον αντιπροσωπευτική της κινηματογραφικής κοινότητας».
Ο κ. Παπαδόπουλος αναφέρει ότι «η ΕΑΚ λειτουργεί μέσα από διαδικασίες και με εμμονή σε μια συγκεκριμένη κατεύθυνση ταινιών, κάτω μάλιστα από τον βαρύγδουπο τίτλο της Ακαδημίας Κινηματογράφου, όταν σε Ευρώπη και Αμερική οι αντίστοιχες Ακαδημίες αποτελούνται από χιλιάδες ενεργά μέλη. Μια περιορισμένη αριθμητικά ομάδα που στην αρχική της ίδρυση δεν συμπεριέλαβε καν τους βραβευμένους συντελεστές των μέχρι τότε κρατικών βραβείων του Υπουργείου Πολιτισμού! Η τελευταία δε στάση και εμμονή της σε μια μόνο συγκεκριμένη επιτροπή, φανερώνει τον ασφυκτικό έλεγχο που θέλει να έχει πάντα αυτή η μικρή ομάδα».
Καταλήγοντας στις σημερινές συνθήκες εν μέσω αναμενόμενων εξελίξεων από την ηγεσία του ΥΠΠΟ και σε σχέση με το τρέχον πλέον σχήμα Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου-ΕΚΟΜΕ, ο κ. Παπαδόπουλος θεωρεί «θέμα τιμής και αξιοκρατίας για τον ελληνικό κινηματογράφο και τον σύγχρονο ελληνικό Πολιτισμό να υπάρξει προτεινόμενη εκπροσώπηση ελληνικής ταινίας στις διαδικασίες των Όσκαρ. «Γι’ αυτό, καλούμε όλες κι όλους τους συναδέλφους σκηνοθέτες να καταθέσουν τις ταινίες τους στην κρίση της Επιτροπής».