Φωτιές άναψαν κι έσβησαν για μια ακόμη χρονιά, εκτάσεις και περιουσίες καταστράφηκαν και πάλι, αποζημιώσεις και ενισχύσεις εξαγγέλλονται και αναμένονται και η πολιτική αντιπαράθεση συνεχίζεται, περισσότερο ή λιγότερο ξέπνοη, μέσα στην παραλυσία του Δεκαπενταύγουστου.

Επανάληψη ενός σκηνικού που συνθέτει την ετήσια πολιτική ρουτίνα, λίγο πριν τις αρχές του φθινοπώρου, οπότε και όλα επανέρχονται στους – κατά το δυνατόν – κανονικούς ρυθμούς.

Ενδέχεται όμως η νέα πολιτική περίοδος να κρύβει κάποια πρωτοτυπία, σε σχέση με την πενταετία που προηγήθηκε. Θα το δείξουν αυτό οι πρώτες δημοσκοπήσεις στο τέλος του καλοκαιριού.

Η κυβέρνηση τις αναμένει με αγωνία και από μία νέα αφετηριακή συνθήκη, αφού έχει πλέον μία καταγεγραμμένη φθορά στην κάλπη των ευρωεκλογών.

Η μείζων αντιπολίτευση ίσως και να αναμένει τις μετρήσεις με ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία, αφού συνεχίζει την περιδίνηση της στην πολιτική κενότητα και μένει να φανεί ποιο είναι το ακροατήριό της και αν εν τέλει εξακολουθεί να έχει λόγο ύπαρξης.

Και η ελάσσων αντιπολίτευση, το ΠαΣοΚ, θα είναι μάλλον το πλέον ενδιαφέρον στοιχείο των επόμενων μετρήσεων, ειδικώς αφότου θα έχει λύσει την εκκρεμότητα της αναζήτησης ηγεσίας.

Η κυβέρνηση καλείται να αποδείξει ότι έχει ακόμη κάτι να προσφέρει και δεν περιορίζεται σε εξαγγελίες που μένουν ανεφάρμοστες και εκκρεμείς, με κίνδυνο όμως να έχει να αντιμετωπίσει πλέον την απογοήτευση και αδιαφορία των πολιτών, όπως καταγράφηκαν στα ποσοστά της αποχής στις πρόσφατες εκλογές.

Οι υπόλοιποι έχουν το στοίχημα της άρθρωσης μίας πρότασης, λιγότερο ή περισσότερο αξιόπιστης, η οποία πάντως να έχει δημοσκοπικό και εκλογικό αντίκρισμα.

Δεν αποκλείεται όλα αυτά να οδηγήσουν στην αρχή μίας νέας πολιτικής αναδιάταξης.