Τις τελευταίες εβδομάδες παρακολουθούμε τις αγωνιώδεις αναφορές των αρμοδίων, των μέσων ενημέρωσης, των αγροτών και των νησιωτών σχετικά με τις προκλήσεις ύδρευσης και άρδευσης, εν μέσω θερινής περιόδου και έντονης πίεσης των υδατικών συστημάτων. Αφενός, η έλλειψη του πόρου που απορρέει από τον πιο άνυδρο χειμώνα της ιστορίας και τις συνθήκες έντονης κλιματικής κρίσης των τελευταίων ετών και αφετέρου, ο υπερτουρισμός πιέζει ασφυκτικά τις υποδομές διαχείρισης υδατικών πόρων.
Το πρόβλημα βέβαια δεν αφορά μόνο τη χώρα μας, αφορά όλη την Ευρώπη και ιδιαίτερα τις Μεσογειακές χώρες. Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό παρατηρητήριο ξηρασίας, το 42% της ηπειρωτικής Ευρώπης είναι σε κατάσταση προειδοποίησης και το 8% σε κατάσταση συναγερμού.
Όπως διατυπώθηκε και από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, το κόστος της ανεπαρκούς ή καθυστερημένης εφαρμογής της ολοκληρωμένης διαχείρισης των υδάτων είναι δυσβάσταχτο και το κόστος των ξηρασιών υπολογίζεται σε 9 δισ. ευρώ ετησίως, συνεπώς ο χρόνος είναι πολύτιμος… Η Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα από το πρόγραμμα EU Water Resilience Initiative προχωρά σε δράσεις αντιμετώπισης του προβλήματος σε άμεση συνεργασία με τους θεσμικούς φορείς, μεταξύ των οποίων και η FIEC.
Δυστυχώς, όπως διαπιστώνουμε τις τελευταίες εβδομάδες, ο σχεδιασμός στη χώρα μας δεν έγινε εγκαίρως και γίνεται τώρα προσπάθεια να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα με διαδικασίες fast track και εξαγγελίες έργων.
Σε αυτή τη συγκυρία, είναι υψίστης σημασίας να μην παρασυρθεί η πολιτική ηγεσία από την ανάγκη επείγουσας επίλυσης του προβλήματος, αλλά να προβεί αφενός σε άμεσες λύσεις ανακούφισης της κοινωνίας και αφετέρου στην ανάπτυξη ενός στρατηγικού και ορθολογικού πλαισίου ρεαλιστικών και βιώσιμων βημάτων αντιμετώπισης της ανεπάρκειας των υδατικών πόρων σε εθνικό επίπεδο.
Η άρδευση κατέχει με διαφορά την πρώτη θέση σε κατανάλωση νερού στην Ελλάδα, με ποσοστό που ξεπερνά το 80 % του συνόλου της κατανάλωσης και δεν έχει -μέχρι στιγμής- αντιμετωπιστεί οργανωμένα. Δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα αναδιάρθρωση καλλιεργειών, εφαρμογή εξελιγμένων τεχνολογιών και βελτίωση των δικτύων για την κάλυψη των αρδευτικών αναγκών και η άρδευση εξυπηρετείται σε μεγάλο βαθμό από ιδιωτικές και δημόσιες γεωτρήσεις, πρακτική που κρίνεται μη βιώσιμη
Ο οδικός χάρτης για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας περιλαμβάνει τα εξής βήματα:
- Άμεση προώθηση ώριμων έργων ή προτεραιοποίηση χρηματοδότησης έργων που είναι ώριμα σε θέματα αδειοδοτήσεων και μελετών (πχ ύδρευση Κέρκυρας, φράγμα Αλμωπαίου κλπ) και μπορούν άμεσα να υλοποιηθούν.
- Άμεση χρηματοδότηση όλων των Περιφερειακών και λοιπών αρμοδίων Φορέων, ώστε να υλοποιήσουν ολιστικά σχέδια ύδρευσης και αποχέτευσης, στα οποία θα καθοριστούν οι ανάγκες για μεγάλα έργα (πχ. Φράγματα, εξωτερικά υδραγωγεία) και μικρότερα (πχ μονάδες επεξεργασίας, γεωτρήσεις), ώστε να μειωθεί η ένταση των προβλημάτων που σήμερα αντιμετωπίζουμε.
- Προτεραιοποίηση των χρηματοδοτήσεων έργων επαναχρησιμοποίησης νερού των αστικών λυμάτων, ειδικά σε περιοχές κοντά σε αγροτικές χρήσεις.
- Χρηματοδοτήσεις για αντικατάσταση των διωρύγων άρδευσης με κλειστά δίκτυα, στα οποία οι απώλειες είναι πολύ λιγότερες, αλλά και υπάρχει η δυνατότητα να εντοπιστούν.
- Συμπλήρωση των προμηθειών ψηφιακών υδρομετρητών που υλοποιούνται στο σύνολο της επικράτειας, με έργα αντικατάστασης αγωγών ύδρευσης και ελέγχου των διαρροών, ώστε να μεγιστοποιηθεί η απόδοση των πόρων που ήδη έχουν δαπανηθεί.
- Εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών για μεγαλύτερο σεβασμό στον πόρο, ιδιαίτερα κατά το διάστημα της θερινής περιόδου.
- Εφαρμογή πιο αυστηρής τιμολογιακής πολιτικής, ιδιαίτερα για τις υψηλές καταναλώσεις .
Αν τα παραπάνω βήματα υλοποιηθούν οργανωμένα, σε ορίζοντα τριετίας μπορούν να έχουν λυθεί τα περισσότερα προβλήματα σε όλη την επικράτεια. Οι παραπάνω προτάσεις μας άλλωστε έχουν διατυπωθεί πολύ αναλυτικά, επί σειρά ετών, τόσο από την ΠΕΔΜΕΔΕ, όσο και τον ΠΑΣΕΠΠΕ.
Τα έργα αφαλατώσεων συμβάλλουν προσωρινά ειδικά σε περιοχές με έντονη εποχική διακύμανση της κατανάλωσης (πχ σε νησιωτικές περιοχές), ωστόσο δεν αποτελούν λύση σε όλα τα προβλήματα, καθώς έχουν πολύ μεγάλη ενεργειακή κατανάλωση και αυξημένες ανάγκες συντήρησης.
Ο διοικητικός μετασχηματισμός των ΔΕΥΑ, καθώς και η δημιουργία επιχειρήσεων διαχείρισης υδάτων άρδευσης, είναι σε βάθος χρόνου χρήσιμα μέτρα, όμως η υλοποίησή του στην παρούσα χρονική στιγμή ενέχει τον κίνδυνο αποδιοργάνωσης και πρόσθετης αργοπορίας σε όλες τις προτεινόμενες δράσεις. Αν λοιπόν ο πολιτικός σχεδιασμός επιβάλλει την άμεση υλοποίησή τους, θα πρέπει να γίνει με πολύ μεγάλη προσοχή, ώστε να μην χαθεί πολύτιμος χρόνος.
Με βάση όλα τα παραπάνω, χρειάζεται άμεσα ένα Εθνικό Σχέδιο για την διαχείριση των υδατικών πόρων, το οποίο θα πρέπει να έχει έναν άξονα βραχυπρόθεσμων ενεργειών για να μην είμαστε στο ίδιο έργο θεατές και το καλοκαίρι του 2025.
Είναι επιβεβλημένο, προκειμένου να μην υπάρξουν αστοχίες, να συμμετέχουν οι παραγωγικοί φορείς στον σχεδιασμό των ενεργειών που θα υλοποιηθούν σε εθνικό επίπεδο, όπως άλλωστε συμβαίνει και σε όλες τις ανεπτυγμένες Ευρωπαϊκές χώρες, ώστε οι δράσεις που θα αποφασιστούν να είναι εύστοχες, εφικτές, οικονομικά τεκμηριωμένες και με κατεύθυνση της εξοικονόμηση του πολύτιμου φυσικού πόρου.
Ο Κωνσταντίνος Γκολιόπουλος είναι Αντιπρόεδρος της FIEC (Ένωση Ευρωπαίων Κατασκευαστών), Πρόεδρος ΠΕΔΜΕΔΕ, Πρόεδρος ΠΑΣΕΠΠΕ (Πανελλήνιος Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Περιβάλλοντος).