Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος είναι οι στίχοι του, τα τραγούδια του. Είναι οι σκέψεις, οι απόψεις, οι κουβέντες και τα χρονογραφήματά του. Είναι η ΑΕΚ. Είναι οι φίλοι του, η παρέα του, είναι ο τρόπος που μιλάει και εκφράζεται: ένας συνδυασμός βωμολοχίας και ευαισθησίας, σπάνιος και μοναδικός, λαϊκός και ποιητής. Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος είναι μια ατμόσφαιρα, μια ολόκληρη εποχή -και πόσα ακόμα. Είναι όσα όσα μοιράζεται στο BHMA Talks.
Έχετε ζήσει τόσους και τόσους πρωθυπουργούς, τόσους πολιτικούς αρχηγούς. Πώς βλέπετε σήμερα την πολιτική και τους πολιτικούς;
Κοίταξε να δεις εγώ δεν είμαι με κανέναν από τους πολιτικούς. Αλλά ο Μητσοτάκης δεν είναι δεξιός, είναι κεντρώος περισσότερο και αυτό με ικανοποιεί. Γιατί την Δεξιά την έχω υποστεί βάναυσα. Κι ο Μητσοτάκης δεν είναι δεξιός και χαίρομαι γι’ αυτό. Είναι άνθρωπος προσηνής. Γενικά πιστεύω ότι τα πάει καλά ή προσπαθεί τουλάχιστον να τα πάει καλά. Νομίζω ότι δεν χάνει ο Μητσοτάκης, είναι έξυπνος και κυρίως κεντρώος.
Εγώ είμαι ΠΑΣΟΚ. Ο Αντρέας ήταν το μεγάλο πρόσωπο του ΠΑΣΟΚ. Όχι τώρα ο Ανδρουλάκης. Ή στο ΣΥΡΙΖΑ ο Κασσελάκης…
Πέρασα πολύ ωραία επί ΠΑΣΟΚ. Ήταν φίλος μου ο Αντρέας, ο Γεννηματάς, η Μελίνα. Τώρα δεν είναι ΠΑΣΟΚ αυτό.
Φέτος έκλεισαν 50 χρόνια από την Μεταπολίτευση. Ποιες σκέψεις έρχονται στο νου σας;
Εγώ πέρασα δύσκολες εποχές. Ήμουν συντάκτης επί δικτατορίας και έγραφα χρονογράφημα, καθημερινό, στα «Νέα». Η χούντα όμως δεν με άγγιξε, δεν πήγα φυλακή. Αλλά υπέστην πολλά ως φαντάρος. Αλλά όλα αυτά, ευτυχώς, τελειώσανε πια.
Συνηθίζετε να μιλάτε πρωτίστως ως δημοσιογράφος. Το βασικότερο δεν είναι ότι είστε ποιητής, στιχουργός;
Δημοσιογράφος είμαι πάνω απ’ όλα. Και αγαπώ αυτό το επάγγελμα, είναι ένα ωραίο επάγγελμα. Το ξέρεις κι εσύ άλλωστε. Τα τραγούδια κάνουν φιγούρα, σου δίνουνε λεφτά, σε κάνουνε διάσημο, παίρνεις βραβεία, όπως αυτό που μου έδωσε πρόσφατα η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αλλά η δημοσιογραφία είναι μεγάλο πράγμα.
Πώς ξεκινήσατε; Πώς βρεθήκατε σ’ αυτή την δουλειά;
Ξεκίνησα από αθλητικός συντάκτης. Δεν ήταν εύκολο να ξεκινήσεις σ’ αυτή την δουλειά αν δεν ήξερες κανέναν. Εμένα ο πατέρας μου ήταν τσαγκάρης. Δεν ήξερα κανέναν, δεν ήξερα τίποτα. Δούλεψα όμως πολύ σκληρά.
Έγραφα σε μια αθλητική εφημερίδα κι ένας συνάδελφος που του άρεσε το γράψιμό μου, με πήγε στην «Ομάδα» την εφημερίδα που έβγαζε τότε ο Χρήστος Λαμπράκης -και την αγαπούσε πολύ, ήταν παιδί του. Έτσι ξεκίνησα και προχώρησα.
«Νομίζω ότι δεν με γούσταρε ο Χατζιδάκις, ούτε τους στίχους μου».
Το τραγούδι, ο στίχος πώς μπήκε στην ζωή σας; Τι σας οδήγησε σ’ αυτόν τον κόσμο;
Εγώ γνώριζα τον Ξαρχάκο. Ήταν γείτονάς μου. Έγραφα λίγο από τότε. Και μου ζήτησε ο Ξαρχάκος να γράψουμε κάτι μαζί -εκείνος τότε μόλις ξεκινούσε την πορεία του. Και κάθομαι και γράφω την «Άπονη ζωή». Αυτό είναι το πρώτο μου τραγούδι. Και χάλασε ο κόσμος. Απ’ την μια μεριά του δίσκου ήταν η «Άπονη ζωή» και απ’ την άλλη ήταν η «Φτωχολογιά». Κι έτσι, από αυτά τα δύο τραγούδια, δεν ξεκίνησα μόνον εγώ, αλλά και ο Ξαρχάκος.
Είχατε καταλάβει τότε ότι μ’ αυτά τα δύο τραγούδια μπαίνετε σ’ έναν άλλον δρόμο, σ’ έναν δρόμο που θα σας πήγαινε πολύ μακριά…
Όχι, όχι, καθόλου… Αυτό το κατάλαβα μετά τον Ξαρχάκο, όταν άρχισα να γράφω με τον Λοΐζο. Μου άρεσε πολύ ο Λοΐζος. Ήταν ένα συμπαθητικό παιδί, ήταν όμορφος -πέθανε πολύ νέος. Και μετά το κατάλαβα με τον Πλέσσα. Ο Πλέσσας ήταν πολυσχιδής, ήξερε μουσική.
Από την συνεργασία σας με τον Μίμη Πλέσσα γεννήθηκε «Ο Δρόμος», ένας δίσκος που παραμένει από τους πιο εμπορικούς, με τις περισσότερες πωλήσεις -αν όχι ο πιο εμπορικός. Πώς έγινε αυτή η συνεργασία;
Είχε έρθει μια μέρα στο σπίτι που έμενα στον Χολαργό ο Πλέσσας. Κι εγώ επειδή είμαι χύμα, αδιόρθωτος, είδε εκείνος πάνω στο τραπέζι που έγραφα κάτι στίχους. Και του άρεσαν. Και τους βούτηξε… Κι έτσι έκανε τον «Δρόμο». Ήταν έμπειρος, ειδικό ταλέντο -δεν ήταν σαν τον Ξαρχάκο, τον Κουγιουμτζή. Ήταν διάολος….
Από τους κορυφαίους συνθέτες της εποχής σας δουλέψατε πολύ με τον Μίκη Θεοδωράκη και καθόλου με τον Μάνο Χατζιδάκι…
Ναι, έτσι ακριβώς. Νομίζω ότι δεν με γούσταρε ο Χατζιδάκις, ούτε τους στίχους μου. Όλο έλεγε ότι κάτι γράφει για μένα κι όλο δεν έγραφε τίποτα. Τον έβλεπα εκεί στην Κριεζώτου, στον Πατσιφά.
Ο Χατζιδάκις ήταν εστέτ, εγώ είμαι λαϊκός άνθρωπος. Και μπορεί να έκανα πολλά πράγματα αλλά έμεινα λαϊκή στόφα. Ο πατέρας μου τσαγκάρης -το κράτησα αυτό μέσα μου, και η μητέρα μου δούλευε σε σπίτια, καθαρίστρια. Αυτά τα πράγματα δεν τα χάνεις. Άμα πεινάσεις μικρό παιδί… Φτώχια, φτώχια -φρίκη. Σ’ ένα δωμάτιο μεγάλωσα.
Από εκεί ήρθαν οι στίχοι, η ανάγκη να γράψετε;
«Ναι, βέβαια, το ένιωθα. Όταν έγραψα την «Άπονη ζωή ένιωσα ότι έβγαλα ένα δικό μου πράγμα. Γι’ αυτό και χάλασε ο κόσμος.
Γράφατε πάνω στην μουσική ή ο στίχος ήταν αυτός που ενέπνεε τους συνθέτες;
Έγραφα πάνω στην μουσική αλλά όχι πάντα. Με τον Γιάννη τον Σπανό έγραφα πάνω στην μουσική, ο Θεοδωράκης ήθελε στίχους, με τον Ξαρχάκο μισό-μισό. Ο Πλέσσας απ’ τα λόγια άρχιζε.
«Η γυναίκα ήταν για μένα η μεγαλύτερη έμπνευση»
Πώς συνδυάζεται αυτή η βαθιά ευαισθησία στους στίχους με αυτή την αμεσότητα στον τρόπο που μιλάτε. Δεν μασάτε τα λόγια σας, χρησιμοποιείτε βωμολοχίες και τα λοιπά. Όποιος σας ξέρει, νομίζω ότι καταλαβαίνει πολύ καλά τι εννοώ…
«Έτσι είμαι εγώ. Εγώ ήμουν, είμαι ευαίσθητος. Και έπρεπε να αμυνθώ, να αμυνθώ στην ζωή. Ε, λοιπόν η άμυνά μου είναι αυτό ακριβώς που μόλις περιέγραψες…».
Και οι γυναίκες; Τι είναι για εσάς οι γυναίκες, για την έμπνευσή σας;
Εγώ αγαπάω πολύ τις γυναίκες, τις λατρεύω. Για μένα η γυναίκα είναι το παν. Είναι και πιο έξυπνες, και πιο δημιουργικές και πιο όμορφες, βρε παιδί μου.
Η γυναίκα μου, η Ράια, όταν ήταν στο Παρίσι χάλαγε ο κόσμος, έτρεχαν από πίσω της -στο Παρίσι είχε σπουδάσει. Τώρα τι βρήκε σε μένα, αυτό είναι μια άλλη υπόθεση… Ο πατέρας της ήταν γιατρός -εμένα τσαγκάρης.
Η γυναίκα ήταν για μένα η μεγαλύτερη έμπνευση.
Πώς βλέπει ένας άνθρωπος, ένας άντρας της δικής σας γενιάς, το θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης και το κίνημα του #metoo;
Κοίτα, η σεξουαλική παρενόχληση είναι ντροπή για έναν άντρα, ντροπή. Αλλά από την άλλη μεριά φτάσαμε στο άλλο άκρο, να σου απαγορεύει το φλερτ. Και το φλερτ είναι μεγάλη υπόθεση -τι πιο ωραίο;
Η μεγάλη επιτυχία σας άλλαξε; Κάποια στιγμή θα μπορούσε να πει κανείς ότι την ψωνίσατε…
Όχι, δεν ψωνίστηκα. Ακόμα και τώρα δουλεύω. Δούλεψα πολύ στην ζωή μου, είχα το καθημερινό χρονογράφημα στα «Νέα», την μεγαλύτερη εφημερίδα… Και το ανέλαβα μετά τον Ψαθά.
Μοιάζουν η δημοσιογραφία και ο στίχος, έχουν κοινά στοιχεία;
Ναι, έχουν κοινά στοιχεία. Όπως το χρονογράφημα έτσι και ο στίχος στο τραγούδι πρέπει να είναι συγκεκριμένος.
Πότε ξέρατε ότι ένα τραγούδι έχει ολοκληρωθεί, πότε λέγατε «αυτό είναι τέλειωσε, αυτός είναι ο στίχος»; Διορθώσεις κάνατε;
Όχι πολύ, όχι πολλές, αλλά, ναι, διόρθωνα. Κοίταξε, ο στίχος ξεκινάει εδώ, από το στομάχι, από την καρδιά και λιγότερο από το μυαλό.
Τι αξίζει στην ζωή; Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο που ξεκινά σήμερα;
Είναι σπουδαίο πράγμα να αγαπάς, σπουδαίο. Εγώ δίνω μεγάλη σημασία στην ομορφιά και στην εργατικότητα. Νομική σπούδασα και μετά διάβασα, διάβασα πολύ, κι αυτό έχει μεγάλη σημασία.
«Μπορεί να έκανα πολλά πράγματα αλλά έμεινα λαϊκή στόφα».
Ποιο, ποια τραγούδια έχετε ξεχωρίσει περισσότερο, ποια αγαπήσατε; Καταλαβαίνατε την επιτυχία την ώρα που γράφατε;
Έχω γράψει πολλά τραγούδια, δύο χιλιάδες. Νομίζω ότι αγαπάω πιο πολύ την «Άπονη ζωή». Αλλά τώρα φέρνοντας στο νου μου κι άλλα θα σου πω την «Οδό Αριστοτέλους» με την Αλεξίου αλλά και το «Γέλαγε η Μαρία» του Πλέσσα. Όλα αυτά είναι τραγούδια συνδεδεμένα με την ζωή μου. Εντάξει έχω γράψει πολύ ωραία τραγούδια. Αλλά όταν τα έγραφα δεν καταλάβαινα ότι θα μείνουν. Τώρα στο τέλος άρχισα πια να το ξέρω. Στην πορεία οι επιτυχίες σε κάνουν να έχεις τον γνώμονα, να ξέρεις πως θα γίνει.
Όταν έγραψα εγώ την «Άπονη ζωή», νόμιζα ότι δεν είχα γράψει τίποτα. Αλλά χάλασε ο κόσμος. Έβγαλα αιφνιδίως φτερά.
Ο Γιώργος Νταλάρας ήταν και παραμένει, νομίζω, ένας ξεχωριστός καλλιτέχνης για εσάς…
Σπουδαίο παιδί. Μουσικός. Ταιριάζαμε. Ο Νταλάρας είναι κι εκείνος από πάρα πολύ φτωχή οικογένεια. Ο πατέρας ήταν ρεμπέτης, κι ο Γιώργος δούλευε από μικρό παιδί.
Συναντηθήκαμε, τον γνώρισα όταν πια ήμουν μέσα στην δουλειά. Εκείνος ξεκινούσε, είχε κάνει τότε κάτι τραγούδια με τον Μητσάκη. Μ΄άρεσε, μ΄άρεσε πολύ. Εγώ τότε έγραφα με τον Μπιθικώτση -σπουδαίος.
Σήμερα γιατί δεν γράφονται τόσο ωραία τραγούδια, τραγούδια που θα μείνουν;
Γιατί τα παιδιά σήμερα δεν έχουν εμπειρίες, δεν έχουν ζήσει πράγματα όπως αυτά που έχουμε ζήσει εμείς. Ξέρεις τι θα πει Κατοχή; Δεν είχαμε να φάμε… Εγώ έζησα πόλεμο, κατοχή, δικτατορία.
Σήμερα δεν ερωτεύονται τα παιδιά όπως εμείς τότε. Εγώ ερωτευόμουν… Είχα ας πούμε τότε ένα κορίτσι κι έπρεπε να γράψω ένα τραγούδι για το κορίτσι, ένα τραγούδι που έβγαινε από μέσα μου. Έτσι το αισθανόταν η ψυχή μου».
Έχετε ξεχωρίσει νεότερους στιχουργούς; Ποιους αναγνωρίζετε, ποιους παραδέχεστε;
Την Λίνα, μόνο την Λίνα, μόνο την Λίνα Νικολακοπούλου. Για τους άλλους δεν έχω να πω κάτι.
Στη δική μου την γενιά ήμασταν πολλοί. Ο Γκάτσος, πρώτος απ’ όλους -ήταν καλύτερος από μένα ο Γκάτσος. Εγώ ήμουν πιο λαϊκός, είχα αυτό το λαϊκό στοιχείο, αλλά εκείνος ήταν πιο καλός…
Τι θα πει καλύτερος; Δεν πιστεύω ότι υπάρχει σύγκριση…
Μπορεί. Μπορεί να μην είχε αυτό το λαϊκό στοιχείο αλλά ήταν σπουδαίος, σπουδαίος… Ναι, κι ο Μάνος Ελευθερίου ήταν καλός, αλλά δεν τον ήξερα ιδιαίτερα. Κάποια τραγούδια του μ’ αρέσουν…».
Κεφάλαιο ΑΕΚ -αξεπέραστη αγάπη…
Παραμένω ΑΕΚ και συνεχίζω να βλέπω στην τηλεόραση, να πηγαίνω στο γήπεδο. Μ’ αρέσει πάρα πολύ το καινούργιο γήπεδο της ΑΕΚ. Αλλά άλλαξε το ποδόσφαιρο σήμερα. Πούλησε και ο Μελισσανίδης την ομάδα. Αλλά είμαι ΑΕΚ, πάντα.
Τώρα τι σκέφτεστε;
Εγώ πέρασα πάρα πολύ ωραία στην ζωή μου. Είμαι Μικρασιάτης στην καταγωγή, ο πατέρας μου ήταν από την Πόλη. Η μάνα μου ήταν από την Ρωσία. Γεννήθηκα στην Αθήνα, στην Πλατεία Βικτωρίας. Έχω γράψει τραγούδια γι’ αυτή την περιοχή. Όλα μου τα τραγούδια είναι από βιώματα, από αναμνήσεις.
Τι σκέφτομαι τώρα; Τώρα είμαι γέρος… Μένω εδώ, κάτω από την Ακρόπολη και κάθε μέρα περπατάω, απέναντι, στο δάσος. Είμαι 89 αλλά μπορώ να κουμαντάρω την ζωή μου.
Υ.Γ.1: Τον περασμένο Ιούνιο σε ειδική τελετή στο Προεδρικό Μέγαρο η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου του απένειμε το παράσημο του Ανώτερου Ταξιάρχη του Τάγματος της Τιμής για την προσφορά του στην ελληνική μουσική -μαζί με τον Μίμη Πλέσσα και τον Γιάννη Μαρκόπουλο (μετά θάνατον).
Υ.Γ.2: Τον Σεπτέμβριο θα δοθεί μια μεγάλη συναυλία αφιερωμένη σ’ εκείνον και τα τραγούδια του με την συμμετοχή πολλών ερμηνευτών και μουσικών -από τον Γιώργο Νταλάρα, την Μαρία Φαραντούρη και τον Μανώλη Μητσιά ως τον Χρήστο Μάστορα και την Ελεονώρα Ζουγανέλη (4/9, στο Καλλιμάρμαρο, «Όλοι μαζί μπορούμε»). Με τον τίτλο «Όλοι σε φωνάζαν αρχηγό»…