«Η αντίδραση της βρετανικής κυβέρνησης επικεντρώνεται κυρίως στην καταστολή των γεγονότων και σε συλλήψεις υπαιτίων, ενώ οι πρώτες αναλύσεις αποδίδουν τα επεισόδια στο φαινόμενο της αυξανόμενης Ισλαμοφοβίας, που χαρακτηρίζεται ως ένα χρόνιο πρόβλημα της βρετανικής κοινωνίας. Η πραγματική εικόνα όμως είναι σαφώς πιο πολύπλοκη από όσο περιγράφεται και οι απαντήσεις στο γιατί η “Βρετανία φλέγεται” δεν βρίσκονται απλώς στην τυχαία έξαρση ρατσιστικού μίσους περιθωριακών ακροδεξιών, αλλά έχουν βαθύτερα κοινωνικοπολιτικά και οικονομικά αίτια», υπογραμμίζει στο Βήμα η Ελισάβετ Κυρτσόγλου, καθηγήτρια Πολιτικής Ανθρωπολογίας και συνδιευθύντρια του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Ασφάλειας του Πανεπιστημίου του Ντάρχαμ, στη Μ. Βρετανία, αναλύοντας τα βίαια επεισόδια, με έντονα αντιμεταναστευτικό και αντι-Ισλαμικό χαρακτήρα, που ξέσπασαν και διαδόθηκαν σχεδόν αστραπιαία σε πόλεις της Αγγλίας και στο Μπέλφαστ.

Αφορμή το αποτροπιαστικό συμβάν του μαχαιρώματος εννέα παιδιών -τα τρία, έξι, επτά και εννέα χρονών εξέπνευσαν επί τόπου- και δύο ενηλίκων, στις 29 Ιουλίου, στο Σάουθπορτ, παράκτια πόλη κοντά στο Λίβερπουλ, με θύτη έναν 17χρονο, που, σύμφωνα με τις επίσημες πληροφορίες, είναι γεννημένος στο Καρντίφ, από γονείς προερχόμενους από τη Ρουάντα της Αφρικής.

-Τα επεισόδια ανέδειξαν διαιρέσεις της κοινωνίας που προϋπήρχαν, κυρία Κυρτσόγλου; Πού πραγματικά εδράζονται;

Τα γεγονότα, όπως εξελίσσονται αυτή τη στιγμή στο Ηνωμένο Βασίλειο, πρέπει να γίνουν κατανοητά στο πλαίσιο του κοινωνικού και ιδεολογικού διχασμού, που εξέθρεψε αφ’ ενός η οικονομική ύφεση του 2008 και αφ’ ετέρου οι πολιτικές διαδικασίες, οι οποίες ξεκίνησαν τουλάχιστον δέκα χρόνια πριν και οδήγησαν εν τέλει στο Brexit.

Ο δημόσιος διάλογος γύρω από το Brexit έγινε υπό τους όρους ενός τοξικού λαϊκισμού, που ένωσε κατά αναπάντεχο τρόπο δύο εντελώς κοινωνικο-οικονομικά διαφορετικές μερίδες του βρετανικού λαού. Τους ιδιαιτέρως προνομιούχους και τους κοινωνικά αποκλεισμένους. Οι μεν προνομιούχοι υποστήριξαν το Brexit, διακατεχόμενοι από ένα αίσθημα νοσταλγίας του «παλαιού μεγαλείου» της Βρετανικής Αυτοκρατορίας.

Οι δε κοινωνικά αποκλεισμένοι όμως – που είναι και πολυπληθέστεροι – ήταν πολίτες που σταδιακά αποσχίστηκαν από τις ιδεολογικές προτεραιότητες της παλιάς «εργατικής τάξης» (όπως τη γνωρίζαμε επί Θάτσερ) και στράφηκαν σε καθαρά λαϊκιστικά ακροδεξιά και ευρωσκεπτιστικά μορφώματα, όπως το Κόμμα Ανεξαρτησίας Ηνωμένου Βασιλείου (UK Independence Party- UKIP), με τότε ηγέτη τον γνωστό Nάιτζελ Φάρατζ. Ο έντονος αντι-ευρωπαϊσμός του αριστερότερου στα χρονικά των Εργατικών ηγετών, Τζέρεμι Κόρμπιν, όσο κι αν εκπήγαζε από διαφορετική ιδεολογική οπτική κριτικής της «νεοφιλελεύθερη Ευρωπαϊκής Ένωσης», φυσικά δεν βοήθησε καθώς απέτυχε να προσφέρει έναν φιλοευρωπαϊκό πόλο που θα μπορούσε να ελκύσει πολιτικά την παραδοσιακή Βρετανική εργατική τάξη.

Όταν ο Κόρμπιν τάχθηκε εναντίον του Brexit συνειδητοποιώντας την απόσταση μεταξύ θεωρητικής κριτικής και πραγματικής πολιτικής πράξης ήταν πλέον αργά. Ο πολιτικός χάρτης της Βρετανίας είχε υποστεί μια σαφή αλλαγή. Έκτοτε ο διχασμός αυτός είναι παραπάνω από ορατός στο Ηνωμένο Βασίλειο. Στις οικονομικά πιο εύρωστες περιοχές κυριαρχούν οι μεσοαστοί – πολίτες υψηλού μορφωτικού επιπέδου, που ανεξαρτήτως πολιτικής απόχρωσης υπεραμύνονται των αρχών μιας ανοιχτής κοινωνίας που αντέχει να είναι ως ένα βαθμό πολυπολιτισμική, της Δημοκρατίας, του Κράτους Δικαίου, των Ανθρωπίνων και Πολιτικών Δικαιωμάτων.

Στον αντίποδα, σε περιοχές με υψηλούς δείκτες φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, τα λαϊκιστικά ακροδεξιά αφηγήματα βρίσκουν όλο και περισσότερους υποστηρικτές. Πολίτες χαμηλής μόρφωσης που ενημερώνονται κυρίως από τα κοινωνικά δίκτυα, ιδιαιτέρως ευάλωτοι σε ψευδείς, κατασκευασμένες ειδήσεις και σε υπεραπλουστευτικές πολιτικές αναλύσεις, αλλοτριωμένοι λόγω του κοινωνικού και οικονομικού τους αποκλεισμού, διεκδικούν το ανήκειν μέσω της εθνικής τους ταυτότητας. Being English – το να είσαι Άγγλος – είναι για αυτούς ένας απλός, εξισωτικός τρόπος επανεισδοχής στο πολιτικό σώμα από το οποίο αισθάνονται -κι ως ένα βαθμό είναι- τρόπον τινά εκδιωγμένοι.

-Ποιος είναι ακριβώς ο πολιτικός εχθρός αυτών των πολιτών;

Δεν είναι κάποια συγκεκριμένη κοινωνική τάξη, αλλά οτιδήποτε περιβάλλεται – ή θεωρούν πως περιβάλλεται, ή τους παρουσιάζεται ως περιβαλλόμενο – από κοινωνικά, οικονομικά, ή ακόμη και νομικά προνόμια. Οι μετανάστες, οι μουσουλμάνοι και οποιαδήποτε κοινωνική ομάδα που τυγχάνει, έστω και φαντασιακά, κάποιου είδους ανοχής και προστασίας από το κράτος, ή υποστήριξης από την μεσοαστική τάξη γίνεται σχεδόν αυτομάτως «ο εχθρός».

Παράλληλα, όμως, το ριζοσπαστικοποιημένο Ισλάμ έχει όλο και μεγαλύτερη διείσδυση σε μουσουλμανικούς πληθυσμούς του Ηνωμένου Βασιλείου περίπου για τους ίδιους λόγους. Μετανάστες, κυρίως δεύτερης γενιάς, στριμώχνονται στις ίδιες ακριβώς περιοχές της αποβιομηχανοποιημένης Αγγλίας, είναι συχνά εξίσου κοινωνικά αποκλεισμένοι και με παρόμοιες διαδικασίες διεκδικούν το ανήκειν με υπεραπλουστευτικό τρόπο σε μια πολιτικοθρησκευτική αυτή τη φορά κοινότητα.

-Έτσι τορπιλίζεται κι η ενσωμάτωσή τους;

Ναι. Εκμεταλλευόμενοι τις αξίες της φιλελεύθερης Δημοκρατίας που προσπαθεί να εγγυηθεί την ισότητα και τις ελευθερίες όλων, οι ισλαμιστές ηγέτες των κατά τόπους βρετανικών κοινοτήτων προάγουν μια λογική «επιβολής» των δικών τους πολιτικοπολιτισμικών αξιών, αντιστεκόμενοι σθεναρά σε κάθε προσπάθεια πολιτιστικής ενσωμάτωσης.

Εργαλειοποιούν ακόμη και την αποικιοκρατική κριτική, παρουσιάζοντας το φονταμενταλιστικό Ισλάμ ως μια μετα-αποικιοκρατική πολιτική στάση αντίστασης στη δήθεν ηθικά υποβαθμισμένη Δύση. Αυτό φυσικά δεν καθιστά αυτομάτως όλους τους Μουσουλμάνους Ισλαμιστές και όλους τους μετανάστες φονιάδες.

Όμως, η συνύπαρξη αποκλεισμένων και φτωχοποιημένων ομάδων σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα, θρυαλλίδα του οποίου αποτέλεσαν οι τραγικές και άδικες δολοφονίες των παιδιών στο Σάουθπορτ.

-Ποιος ήταν ο ρόλος της ακροδεξιάς σε αυτά; Οι αρχές θεωρούν ηθικούς αυτουργούς των επεισοδίων ακροδεξιούς influencers.

Όλα τα διεθνή ενημερωτικά δίκτυα, καθώς και αυτά του Ηνωμένου Βασιλείου, μιλούν αυτές τις ημέρες για ακροδεξιά βία. Είναι σημαντικό να σημειωθεί εδώ ότι τα ακροδεξιά αφηγήματα στη Βρετανία δεν προωθούνται σε επίπεδο πολιτικών σχηματισμών ή κομμάτων με κάποια σημαντική εκλογική αντιπροσώπευση.

Η Αγγλική Αμυντική Λίγκα (English Defence League), για παράδειγμα, που συνδέεται με τον ευρέως γνωστό Τόμι Ρόμπινσον Robinson, ο οποίος αυτή τη στιγμή ελέγχεται από τις Βρετανικές Αρχές για διασπορά ψευδών ειδήσεων μέσω των κοινωνικών δικτύων που ίσως προέτρεψαν πολίτες σε βία, ξεκίνησε ως μια γηπεδική οργάνωση, έδρασε περίπου έως το 2013 και σήμερα θεωρείται διαλυμένο. Το Βρετανικό Εθνικό Κόμμα (British National Party), ένα νεοναζιστικό μόρφωμα που δρα από το 1982 και κατάφερε να κερδίσει κάποια εκλογική αντιπροσώπευση στην αυτοδιοίκηση και το 2004 και στην ευρωβουλή, απέσπασε 563.000 ψήφους το 2010, αλλά μόλις 510 ψήφους το 2019 .

Έκτοτε θεωρείται ανενεργό. Εξαίρεση αποτελεί η Μεταρρύθμιση (Reform UK) του Nάιντζελ Φάρατζ -μια παραφυάδα/διάσπαση του Κόμματος Ανεξαρτησία του Ηνωμένου Βασιλείου /UKIP- το οποίο κέρδισε εκλογική αντιπροσώπευση (πέντε βουλευτές) και το 14% των ψήφων στις πρόσφατες εκλογές του 2024. Η Μεταρρύθμιση κινείται στην ίδια δεξιά, ακραία λαϊκιστική τροχιά του UKIP.

-Δεν καταδικάζει τη βία ο Φάρατζ;

Ο Φάρατζ ακροβατεί, παίρνοντας αποστάσεις ασφαλείας από τη βία, την οποία καταδίκασε επίσημα, και ταυτόχρονα προσπαθώντας να κερδίσει πολιτικά από τα πρόσφατα γεγονότα με δηλώσεις περί «αστυνόμευσης δύο ταχυτήτων», που υποτίθεται ότι ευνοεί τους μετανάστες και τους έγχρωμους, εις βάρος των λευκών Άγγλων.

Την ίδια στιγμή, δε διστάζει να χρησιμοποιήσει συνομωσιολογικό λόγο με εκφράσεις του τύπου «δεν μας λένε την αλήθεια» και γενικότερα να χαϊδεύει πολιτικά τα αυτιά των εν δυνάμει ψηφοφόρων του, αλλά αυστηρά σε επίπεδο δηλώσεων και αποφεύγοντας οποιαδήποτε εμπλοκή με τις εκδηλώσεις βίας.

– Οι τελευταίες μπορεί να ειπωθεί ότι υποκινούνται από κάποιον οργανωμένο και κεντροποιημένο μηχανισμό;

Είναι σχεδόν σίγουρο ότι δεν υποκινούνται από ένα κέντρο, αλλά συντονίζονται οργανικά, μέσω των κοινωνικών δικτύων και εφαρμογών όπως το WhatsApp και το Telegram. Η ψηφιοποιημένη αυτή διάσταση της πολιτικής βίας, που εκτείνεται από τη διασπορά ψευδών ή διαστρεβλωμένων ειδήσεων, έως την υποκίνηση μίσους και την αυτοοργάνωση των ταραχοποιών στοιχείων, οδηγεί κυβερνητικούς κύκλους στη Βρετανία να εξετάζουν τον ρόλο που μπορεί να έχουν παίξει στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης άλλες κρατικές οντότητες -όπως για παράδειγμα η Ρωσία. Ε

ίτε όμως βρισκόμαστε μπροστά σε ένα φαινόμενο υβριδικής μικρο-απειλής και εμπλοκής ξένου προς το Ηνωμένο Βασίλειο παράγοντα, είτε όχι, αξίζει να υπογραμμίσουμε ότι τα κοινωνικά δίκτυα έχουν αποκτήσει πλέον έναν νέο, δυναμικό και αξιοπρόσεκτο ρόλο στη διαμόρφωση του σύγχρονου πολιτικού σκηνικού. Συμβάλλουν στη διάσπαση της κοινωνικής συνοχής, προάγουν την από-πολιτικοποίηση, είναι βέλτιστοι αγωγοί του λαϊκισμού και την ίδια στιγμή εξαιρετικά εργαλεία για την οικοδόμηση ευκαιριακών πολιτικών κοινοτήτων που δεν είναι απαραίτητο να έχουν σαφείς ιδεολογικούς στόχους ή συγκεκριμένα, λογικά αιτήματα.

Οι πλατφόρμες και οι εφαρμογές κοινωνικής δικτύωσης όμως, είναι απλώς τα εργαλεία. Οι πραγματικές αιτίες που κάποιοι πολίτες διολισθαίνουν στη βία και τη μισαλλοδοξία πρέπει να αναζητηθούν πρωτίστως στην έλλειψη κοινωνικής συνοχής και στον λαϊκισμό ως πολιτική πλατφόρμα που γεννά το φαινόμενο της «ευάλωτης δημοκρατίας».

-Μας δείχνει κάτι συγκεκριμένο ο χάρτης των επεισοδίων;

Ναι. Αν επιχειρήσει κανείς να συγκρίνει τον χάρτη των επεισοδίων με αυτόν του κοινωνικού αποκλεισμού θα διαπιστώσει πολλά κοινά. Κάποιες περιοχές, όπως η ζώνη Μπλάκπουλ – Λιντς – Λίβερπουλ – Mάντσεστερ (που περιλαμβάνει και το Σάουθπορτ), ή το τρίγωνο Σάντερλαντ– Mιντλσμπόροου – Ντάρλινγκτον, είναι ταυτόχρονα περιοχές που ο οικονομικός και κοινωνικός αποκλεισμός φτάνει διαχρονικά σε υψηλά επίπεδα και στις οποίες παρατηρήθηκε άμεσο ξέσπασμα των τωρινών ταραχών.

Η σύγκριση θα μπορούσε δε σε μικρο-επίπεδο να γίνει ακόμη και με τον εκλογικό χάρτη του Brexit , αν η ανθρωπογεωγραφία των μεγαλύτερων αστικών κέντρων που ενέχει μεγάλες πανεπιστημιακές κοινότητες (πλήθος φοιτητών, ερευνητών, διδασκόντων) και εκτεταμένες μεσοαστικές περιοχές δεν μπέρδευε την εικόνα.

-Το «αυγό του φιδιού» επωάζεται στις φτωχές κοινότητες της λεγόμενης λευκής underclass;

Όχι, αποκλειστικά. Τα μισαλλόδοξα, λαϊκιστικά, ακροδεξιά αφηγήματα σίγουρα δεν παράγονται από κοινωνικά αποκλεισμένους λευκούς Άγγλους, που μετά βίας τελείωσαν το αντίστοιχο βρετανικό γυμνάσιο και συχνά καλούνται να διαλέξουν μεταξύ τροφής και θέρμανσης, γιατί τα πενιχρά τους εισοδήματά δεν επαρκούν και για τα δύο. Το αντίθετο.

Τα λαϊκιστικά αφηγήματα συχνότερα παράγονται, όπως ήδη ανέφερα, από απογοητευμένους μεγαλοαστούς που νοσταλγούν το παλαιό Βρετανικό μεγαλείο, ή ακόμη κι από ηγέτες της Αριστεράς που υιοθετούν μια απλουστευμένη εκδοχή της πάλης των τάξεων. Έτσι, στην πρώτη περίπτωση το λαϊκιστικό δίπολο λαμβάνει τη μορφή της «σύγκρουσης των πολιτισμών», ενώ στη δεύτερη της σύγκρουσης των μη εχόντων με τους εκπροσώπους του νεοφιλελευθερισμού. Τέλος, για να εξετάσουμε αντικειμενικά όλους τους «παίκτες» του βρετανικού πεδίου, και το ριζοσπαστικό Ισλάμ δεν ξεφεύγει από την πολωτική αυτή θεώρηση της Ιστορίας. Εδώ το δίπολο αφορά την άπιστη Δύση, στην οποία συμπεριλαμβάνονται και μουσουλμάνοι που δεν ασπάζονται τον Ισλαμισμό, έναντι των πιστών φονταμενταλιστών.

Οι παραγωγοί των διαφόρων εκδοχών του λαϊκισμού όμως, δεν είναι σε καμία περίπτωση αυτοί που θα βγουν στους δρόμους να συγκρουστούν με την αστυνομία, που θα πετάξουν αυτοσχέδιες μολότωφ, ή που θα εμπλακούν σώμα-με-σώμα με άλλους πολίτες απειλώντας να τους κάψουν ζωντανούς. Έτσι εδώ έχουμε ένα επιπλέον στρώμα ασυμμετρίας.

-Δηλαδή;

Άλλες κοινωνικές ομάδες παράγουν και επεξεργάζονται το λαϊκιστικό αφήγημα, δρέποντας και τους πολιτικούς του καρπούς, και άλλες επωμίζονται με τεράστιο προσωπικό κόστος τη μετατροπή του αφηγήματος σε πολιτική πράξη. Οι πρώτοι κάνουν κάποιες δηλώσεις ή αναρτήσεις από την άνεση του σπιτιού τους ή ακόμη κι από ένα τουριστικό θέρετρο, ενώ οι δεύτεροι διαπράττουν βαρύτατα αδικήματα, συλλαμβάνονται και οδηγούνται στις δικαστικές αίθουσες, όπου τους περιμένουν οι αντίστοιχες ποινές και – ίσως το σημαντικότερο – μηδενικό πολιτικό κέρδος, καθώς κανένα τέτοιο βίαιο ξέσπασμα δεν πρόκειται να φέρει καμία θετική προς αυτούς πολιτική αλλαγή.

Ίσως μάλιστα φέρει και αρνητική, με την έννοια ότι οι επίμαχες περιοχές θα αστυνομεύονται πιθανότατα εντονότερα στο εγγύς μέλλον, και κάποιοι πολίτες -οι λευκοί, φτωχοί Άγγλοι για να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους- θα αποκτήσουν ένα προφίλ «ποινικοποιηθέν άμα τη παρουσία» καθιστώντας την «αστυνόμευση των δύο ταχυτήτων» για την οποία μίλησε προσφάτως Φάρατζ, μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Αυτή θα είναι και η τελική νίκη του λαϊκισμού σε μια χώρα που είναι αδιαμφησβήτητα μια ώριμη, αλλά δυστυχώς ευάλωτη Δημοκρατία. Ευάλωτη είναι όμως στην ουσία κάθε αστική φιλελεύθερη δημοκρατία, όταν δεν προάγει επιθετικά την κοινωνική συνοχή. Διαψεύδοντας τις προσδοκίες μερίδας των πολιτών της για πραγματικά ίσες ευκαιρίες και ισχυρή πολιτική αντιπροσώπευση, μια δημοκρατία μετατρέπεται σε ευάλωτη όταν αφήνει χώρο στο λαϊκισμό που διαβρώνει το δημοκρατικό αίσθημα των πολιτών. Με απομειωμένη την εμπιστοσύνη τους στους θεσμούς, οι πολίτες, ή μερίδα αυτών, στρέφονται σε πολιτικούς Μεσσίες, η δύναμη των οποίων έγκειται στην συλλήβδην απόρριψη των πολιτικού προσωπικού, συχνά με θεωρίες συνομωσίας, ή με ψευδείς ειδήσεις.

Το Ηνωμένο Βασίλειο πληρώνει εδώ και πολλά χρόνια την ανισότιμη ανάπτυξη που, κυρίως λόγω του μορφωτικού ελλείμματος που αυτή παράγει, αφήνει χώρο στην ανάπτυξη του λαϊκισμού, στην ισοπεδωτική, απλουστευτική και πολωτική θέαση της πολιτικής πραγματικότητας ως ένα παίγνιο μηδενικού αθροίσματος μεταξύ ημών των φτωχών πλην τίμιων αποκλεισμένων της ζωής και των άλλων, των προνομιούχων που μας επιβάλλουν δήθεν τα δικά τους πολιτικά οράματα παρά τη θέληση μας. Η επικράτηση της λαϊκιστικής οπτικής βοηθά μόνον αυτούς που την παράγουν και που την χρησιμοποιούν για να διαβρώσουν συστηματικά την εμπιστοσύνη των πολιτών στο Κράτος Δικαίου, στους θεσμούς και εν τέλει στην ίδια τη Δημοκρατία.

Στις στάχτες του Μπλάκπουλ θα χτιστούν και θα ισχυροποιηθούν αναμφίβολα πολιτικές καριέρες. Όμως καλό είναι να θυμόμαστε πως όσοι τις χτίζουν ή τις ισχυροποιούν βρίσκονται ήδη κοινωνικά και οικονομικά πολύ μακριά από τους τόπους της καταστροφής.

-Τα εγκλήματα μίσους με μαχαίρι, και κίνητρο τη φυλή ή τη θρησκεία του θύματος, έχουν αυξηθεί στην Αγγλία και την Ουαλία την τελευταία δεκαετία, ενώ αντιστρόφως, η εγκληματικότητα στο Ηνωμένο Βασίλειο μειώνεται σταθερά, τις τελευταίες δύο δεκαετίες.

Αυτό σε ποιο βαθμό συνδέεται και με την ταυτόχρονη αύξηση του αριθμού των αιτούντων άσυλο;

Η επίσημη εξήγηση του Βρετανικού Home Office στην ερώτηση σας είναι ότι τα εγκλήματα μίσους καταγγέλλονται πλέον συχνότερα στη Βρετανία και καταγράφονται επιμελέστερα. Αν και δεν έχω λόγο να αμφισβητήσω την εκδοχή αυτή, θα προσέθετα ως σημαντικό παράγοντα τα αφηγήματα μίσους.

Για να τελεσθεί ένα έγκλημα μίσους πρέπει το μίσος να έχει προκληθεί από συγκεκριμένες κοινωνικές αναπαραστάσεις που ανακυκλώνονται και ισχυροποιούνται, συχνά μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα. Ταυτοχρόνως, για να γίνουν κάποιοι πληθυσμοί καλοί δέκτες τέτοιων αφηγημάτων σημαίνει ότι ήδη αισθάνονται ως ένα βαθμό αποκλεισμένοι από το κοινωνικό σώμα και η εξήγηση ότι αυτός τους ο αποκλεισμός οφείλεται σε συγκεκριμένους άλλους πληθυσμούς, όσο απλοϊκή κι αν φαίνεται, βρίσκει πρόσφορο έδαφος.

-Γιατί έχουν αυξηθεί ειδικά στην Αγγλία και την Ουαλία; Αυτό συμπίπτει με τη «γεωγραφία» των σημερινών εκτρόπων, τις περιοχές των μεγάλων κοινωνικών αποκλεισμών;

Η Αγγλία και η Ουαλία αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της Βρετανίας και συγκεντρώνουν τους περισσότερους φτωχοποιημένους πολίτες (ανεξαρτήτως φυλής ή θρησκείας). Οι πόλεις της Βρετανίας στις οποίες πρώτα ξέσπασαν τα επεισόδια έχουν μια μακρά ιστορία κοινωνικού αποκλεισμού που έχει ξεκινήσει πολλές δεκαετίες τώρα. Η δυσαρέσκεια των ανθρώπων που μετασχηματίζεται σε βία έχει τις ρίζες της σε κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που δεν σχετίζονται άμεσα με τα πρόσφατα μεταναστευτικά κύματα.

Η μετανάστευση έρχεται ως δήθεν επεξηγητικό αφήγημα που ριζοσπαστικοποιεί πολιτικά τους γηγενείς πληθυσμούς, οι οποίοι βιώνουν τουλάχιστον από τη δεκαετία του ’80 μια διαδικασία ανισομερούς ανάπτυξης στο ΗΒ που ως αποτέλεσμα έχει τη δημιουργία εμφανών διαφορών ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις, με τα φτωχοποιημένα στρώματα να έχουν ελάχιστες διόδους διαφυγής και ανέλιξης.

-Παρόλες τις βαθύτερες, διαχρονικές παθογένειες της βρετανική κοινωνίας, που ανέδειξε η διασπορά του fake news για τον δράστη στο Σάουθπορτ, η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση με ποιες πολιτικές και δομές θα μπορούσε να ανακόψει την ρατσιστική, ισλαμοφοβική βία στη χώρα;

Τι θα μπορούσε ή θα έπρεπε να κάνει η κυβέρνηση των Εργατικών; Τι δεν έκανε εκείνη των Συντηρητικών, επί σειρά ετών; Έχει παίξει κάποιο ρόλο στα τρέχοντας τεκταινόμενα η ρατσιστική ρητορική των κυβερνήσεων των Τόρις;

Η παρούσα κυβέρνηση επικρίθηκε για το ότι αντέδρασε αργά, για το ότι δηλαδή δεν «πρόλαβε», ή δεν υπολόγισε σωστά το μέγεθος της διασποράς των επεισοδίων. Η κυβέρνηση των Συντηρητικών που προηγήθηκε θα μπορούσε να κατηγορηθεί για τη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων -ή έστω για το γεγονός για ότι δεν κατάφερε να μειώσει αυτές τις ανισότητες.

Ίσως όμως ο πιο σημαντικός παράγοντας εδώ, είναι ότι η προηγούμενη κυβέρνηση των Τόρις, καθώς κι ένα πλήθος άλλων πολιτικών στη Βρετανία δεν ξεφεύγουν από εύπεπτα αλλά ιδιαιτέρως επιζήμια λαϊκιστικά δίπολα τα οποία μεν τους εξασφαλίζουν κάποιες ψήφους με δημαγωγικό τρόπο, όμως δηλητηριάζουν το κοινωνικό και πολιτικό σώμα.