«Να αποτυπώσω το πρόσωπο της Αθήνας που αγαπώ», θα πει στο ΒΗΜΑ η αρχιτεκτόνισσα Ελπίδα Σπύρου, εξηγώντας την κινητήριο δύναμη πίσω από τη δημιουργία ενός πολύ όμορφου λογαριασμού στο Instagram.
Η Ελπίδα Σπύρου ξεκίνησε το «Athens facades» ως μια βαθιά επιθυμία να προβάλλει την αληθινή όψη της Αθήνας. Μιας Αθήνας που άλλοτε χάνεται και ξεθωριάζει κι άλλοτε πεισματικά αντέχει.
Εστιάζει τη ματιά της αποκλειστικά στις αθηναϊκές προσόψεις των κτιρίων. Σε εκείνη την πρώτη εντύπωση που χάνουμε κοιτώντας χαμηλά και προχωρώντας βιαστικά μέσα σε μια καθημερινότητα που δεν επιτρέπει (πιο) προσεκτικά βλέμματα.
«Τα βλέµµατα που ρίχνουµε στην πόλη ως περαστικοί είναι βιαστικά και φευγαλέα. Μια φωτογραφική αρχιτεκτονική περιήγηση έχει τη δυναµική να µετατρέψει αφηρηµένες σκέψεις σε συνειδητές», αναφέρει χαρακτηριστικά η Ελπίδα Σπύρου.
Κάθε κτίριο είναι ένας ανοιχτός διάλογος με το αστικό τοπίο. Μια κοινωνική αφήγηση της πόλης με τις αντιφάσεις, την πολυπλοκότητα, τις παραφωνίες και τελικά τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της.
Πες μας λίγα λόγια για εσένα.
Μεγάλωσα σε μία ήσυχη γειτονιά της Αθήνας, σε μία μονοκατοικία με πολλά γεράνια, γαρδένιες και αυτοσχέδιο δεντρόσπιτο στον κήπο.
Έφυγα για σπουδές αρχιτεκτονικής στο Λονδίνο και την Οξφόρδη και αφού επέστρεψα στην Αθήνα, λίγο μετά την πανδημία αποφάσισα να μετακομίσω στα Χανιά, τον τόπο καταγωγής της μητέρας μου όπου και διατηρώ πλέον το αρχιτεκτονικό μου γραφείο.
Η Αθήνα όμως υπήρξε πάντα η αφετηρία και η βάση μου, ο τόπος που όπου και να βρίσκομαι πάντα θα θέλω να επιστρέφω έστω και για λίγο.
Πότε ξεκίνησες να δουλεύεις μέσα σου την ιδέα του Athens Facades;
Η ιδέα για το Athens facades ήρθε κάπου το 2016, σε μια προσπάθεια να αποτυπώσω το πρόσωπο της Αθήνας που αγαπώ, χρησιμοποιώντας αρχικά το Instagram ως ένα προσωπικό ηλεκτονικό αρχείο.
Ποιος ήταν (και ποιος είναι τώρα – αν έχει αλλάξει) ο στόχος σου με το account;
Στόχος μου τότε, αλλά και τώρα είναι κυρίως η καταγραφή των αρχιτεκτονικών στοιχείων που χάνονται σιγά σιγά από τις προσόψεις των κτιρίων της Αθήνας.
Σήμερα όμως, λειτουργεί και ως εργαλείο επικοινωνίας με ανθρώπους από όλη την Ελλάδα αλλά και από το εξωτερικό, με κοινό χαρακτηριστικό την αγάπη μας για την αρχιτεκτονική της Αθήνας και πιο συγκεκριμένα για τις αθηναϊκές προσόψεις.
Τα βλέµµατα που ρίχνουµε στην πόλη ως περαστικοί είναι βιαστικά και φευγαλέα. Μια φωτογραφική αρχιτεκτονική περιήγηση έχει τη δυναµική να µετατρέψει αφηρηµένες σκέψεις σε συνειδητές.
Μέσα από τις εικόνες μου πλέον, προσπαθώ να αποτυπώσω και τα διαφορετικά κοινωνιολογικά, γεωγραφικά και ταξικά χαρακτηριστικά.
Λαµβάνω πολύ συχνά µηνύµατα µε προτάσεις για κτίρια με μεγάλο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον που δεν έχω ανακαλύψει ακόµη, και κάπως έτσι καταλαβαίνω ότι αρκετός κόσµος εµπνεύστηκε και ξεκίνησε να παρατηρεί τα στοιχεία των αθηναϊκών κτιρίων που χαρακτηρίζουν την Αθήνα.
Πίσω από τις επιγραφές, πάνω από τα ανακαινισµένα καταστήµατα, πάντα υπάρχει κάτι να ανακαλύψουµε, αρκεί να αλλάξουµε τον τρόπο που παρατηρούµε.
Η πρώτη εικόνα που σου έρχεται στο μυαλό όταν μιλήσουμε για αθηναϊκές προσόψεις, ποια είναι;
Έχω συνδέσει τις αθηναϊκές προσόψεις με τις πρώτες μου αναμνήσεις στην Αθήνα. Το πρώτο μας σπίτι όπου γεννήθηκα, ήταν στο Κουκάκι.
Εικόνες από περίτεχνες καγκελόπορτες με μπλεγμένο γιασεμί, νερατζιές στα πεζοδρόμια, πράσινες, μπλε και πορτοκαλί τέντες στις πολυκατοικίες και κάπου ανάμεσα και η Ακρόπολη. Μία πόλη ετερόκλητη και αντιφατική. Κάθε τι ξεχασμένο στον χρόνο με εντυπωσιάζει και μου τραβά την προσοχή.
∆εν είναι εύκολη υπόθεση να αναδείξεις και να αποκαταστήσεις ένα διατηρητέο κτίριο, γι’ αυτό και στρέφω συχνότερα τον φακό µου σε αυτά. Δύσκολα όμως μπορεί να συνδέσει κάποιος την Αθήνα με έναν μόνο τύπο κτιρίων.
Ασφαλώς υπάρχουν γειτονιές της Αθήνας με πολύ χαρακτηριστική αρχιτεκτονική, όπως για παράδειγμα η Πλάκα. Είναι όμως και το Παγκράτι, η Κυψέλη, το Μεταξουργείο..
Πώς θα ορίζαμε το αληθινό πρόσωπο της Αθήνας;
Η Αθήνα είναι μία πόλη που έχει καταστραφεί και ξαναγεννηθεί αμέτρητες φορές στο πέρασμα των αιώνων, παραμένει όμως όρθια και ζωντανή.
Ανάμεσα στις γκρίζες πολυκατοικίες στο Παγκράτι θα δεις να ξεφυτρώνουν ξαφνικά ερειπωμένα νεοκλασικά, λίγο πιο κάτω το ανακαινισμένο κτίριο της Εθνικής Πινακοθήκης και το Νέο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή.
Ψάχνοντας τις γειτονιές πίσω από το Καλλιµάρµαρο ξεπροβάλλει το σπίτι του Σεφέρη µε τα νησιώτικα χαρακτηριστικά στην πρόσοψή του. Αυτό είναι το αληθινό πρόσωπο της Αθήνας.
Μια σειρά από ευχάριστες εκπλήξεις, ένα συνονθύλευµα από ετερόκλητα κοµµάτια ιστορίας σε κάθε γειτονιά· µια πόλη-ζωντανό µουσείο.
«Λείπει το χρώμα από την πόλη», είναι μία από τις συχνότερες αιτιάσεις. Τα μάτια μίας αρχιτεκτόνισσας βλέπουν μια γκρίζα «θάλασσα» ή ένα πολύχρωμο αστικό τοπίο;
Η Αθήνα από ψηλά είναι γκρι. Το µυστικό της όµως είναι ότι είναι µια πόλη που περπατιέται. Και αν την περπατήσεις, θα δεις ότι είναι και κίτρινη, κρεµ, ροδακινί και γαλάζια, κεραµιδί, λευκή, µπλε και λίγο πράσινη.
Αυτό το κράµα ασύνδετων στοιχείων είναι που για εµένα την κάνει όµορφη. Μια πόλη η οποία µετράει χιλιάδες χρόνια ιστορίας δεν θα µπορούσε σε καµία περίπτωση να παραµένει οµοιόµορφη και αναλλοίωτη και αυτό φυσικά αποτυπώνεται και στις προσόψεις των κτιρίων.
Η ανεξέλεγκτη και άναρχη δόµηση όµως που προέκυψε από τη δεκαετία του ’60 και µετά στο κέντρο αλλά και στα προάστια της πρωτεύουσας αποτελεί ένα από τα σηµαντικότερα ανεπίλυτα προβλήµατά της.
Κάθε κτίριο είναι ένας ανοιχτός διάλογος με το αστικό τοπίο;
Τα κτίρια βρίσκονται διαρκώς σε συνομιλία με το περιβάλλον τους, τα γειτονικά κτίρια, την πόλη και τους κατοίκους της, δημιουργώντας έτσι αυτόν τον διάλογο με το αστικό τοπίο. Δεν μπορούν να είναι μεμονομένες οντότητες, ακόμα και εάν πρόκειται για εμβληματικά κτίρια-τοπόσημα.
Ως αρχιτεκτόνες θεωρώ ότι είναι απαραίτητο σε κάθε έργο να προσπαθούμε να εντάξουμε στον σχεδιασμό τη σχέση του νέου κτιρίου με την υπάρχουσα αρχιτεκτονική της περιοχής, το περιβάλλον, το κοινωνικό πλαίσιο και πιθανόν τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει στην περιοχή.
Υπό αυτή την έννοια κάθε κτίριο είναι μια αντανάκλαση της ταυτότητας, των αξιών και της ιστορίας της πόλης.
Ο σχεδιασμός ενός κτιρίου μπορεί είτε να εναρμονιστεί είτε να συγκρουστεί με το περιβάλλον του, δημιουργώντας έτσι μια οπτική γλώσσα που επικοινωνεί τον σκοπό, τη λειτουργία και τον χαρακτήρα του.
Αυτή η έννοια αναφέρεται συχνά ως αστικός σχεδιασμός, όπου οι αρχιτέκτονες προσπαθούν να δημιουργήσουν κτίρια που όχι μόνο εξυπηρετούν τον επιδιωκόμενο σκοπό τους, αλλά συμβάλλουν και στον χαρακτήρα και την ποιότητα ζωής στην πόλη.
Κυρίαρχος κτιριακός τύπος στην Αθήνα είναι η μεταπολεμική πολυκατοικία;
Εξαρτάται για ποια περιοχή της Αθήνας συζητάμε. Η χαρακτηριστική μεταπολεμική πολυκατοικία αντικατοπτρίζει κατά πολύ την κοινωνική ζωή στις πυκνοκατοικηµένες κυρίως περιοχές της πόλης.
Η αγαπηµένη σε πολλούς αθηναϊκή πολυκατοικία είναι ασφαλώς µια µικρή αποτύπωση της αθηναϊκής κοινωνίας και κυριαρχεί σίγουρα ανάμεσα στους διάφορους κτιριακούς τύπους στην πόλη.
Άνθρωποι άγνωστοι µεταξύ τους και διαφορετικοί συνυπάρχουν αρµονικά (ή και όχι) σε λίγα τετραγωνικά γης. Πολύχρωµες τέντες, διαφορετικά φυτά είναι και αυτά κοµµάτια του έντονου και σε καµία περίπτωση µονότονου παζλ της Αθήνας.
Η Αθήνα πλέον όμως, δεν είναι μόνο το «κέντρο». Ακόμα και η περιοχή του «κέντρου», είναι διαφορετική σε σχέση με 20-30-50 χρόνια πριν.
Η έκταση της Αθήνας εξαπλώνεται δραματικά και περιοχές που κάποτε ήταν γνωστές ως παραθεριστικές συνοικίες, πλέον λειτουργούν ως περιοχές μόνιμης κατοικίας, όπου εκεί κυρίαρχος κτιριακός τύπος είναι οι χαμηλότερου ύψους κατασκευές με 2 ή 3 ορόφους μόνο.
Ο Ζαν Νουβέλ ψάχνει την κρυμμένη ποίηση στα κτίρια. Πιστεύεις μπορούμε να τη βρούμε στους «στίχους» της Αθήνας;
Ο Ζαν Νουβέλ, βραβευμένος με το σπουδαιότερο βραβείο αρχιτεκτονικής, Πρίτζκερ, αναφέρει ότι κάθε αρχιτεκτονική δουλειά είναι μια ευκαιρία να δημιουργήσει αυτό που αποκαλεί «τα κομμάτια που λείπουν από ένα παζλ».
Είναι ο τρόπος για να βρεις πώς θα δημιουργήσεις περισσότερη ποίηση στο μέρος όπου βρίσκεσαι και με το πρόγραμμα το οποίο έχεις αναλάβει. Ερευνάς για το πιο συναισθηματικό, το τελειότερο, το πιο φυσικό στοιχείο.
Σκοπός όλης αυτής της διανοητικής διαδικασίας, είναι να φτάσεις σε ένα αποτέλεσμα που προκύπτει από το ένστικτο.
Ένα κτίριο δεν φτιάχνεται για να είναι το ομορφότερο από τα υπόλοιπα. Δημιουργείται για να δώσει πλεονέκτημα στον περίγυρο. Είναι ένας διάλογος.
Η Αθήνα είναι μία πόλη που μας αρέσει να την αγαπάμε και να τη μισούμε ταυτόχρονα. Όλοι γκρινιάζουμε για όσα μας ενοχλούν, για όσα θα θέλαμε να ήταν διαφορετικά και φυσικά αναζητάμε την εξέλιξή της.
Όμως αυτό το πολύχρωμο παζλ, ο διάλογος με την ιστορία και την εξέλιξή της μέσα στους αιώνες είναι που την κάνει διαφορετική και καθόλου μονότονη. Είναι η κρυμμένη ποίηση, και ο διάλογος του κάθε κτιρίου με το αστικό τοπίο.