Στο σβήσιμο του συναυλιακού καλοκαιριού, ο Λένι Κράβιτζ ήρθε «αργοπορημένος» στο πάρτι. Ε και λοιπόν; Λέτε να αποθαρρύνθηκε από την εικόνα μιας ελαφριάς μα αναμενόμενης «αποσύνθεσης»; Μπορεί να ήταν μόλις η δεύτερη μέρα του Αυγούστου, όμως πλέον η κίνηση στους δρόμους είναι εμφανώς μειωμένη και στα στόρι μας είναι πιο πολλές οι παραλίες πάρα τα μπαρ της πόλης. Ακόμα και στον προαύλιο χώρο του ΟΑΚΑ, ειδικά αν κατευθυνόσουν προς την Αψίδα των Εθνών από τη πλευρά της λεωφόρου Κύμης, τίποτα δεν έδινε την αίσθηση ότι λίγα μέτρα πιο μακριά θα εμφανιζόταν ένα από τα σημαντικότερα ονόματα που θα έπαιζαν φέτος στην Αθήνα.
Όταν όμως ο Λένι φτάνει στο πάρτι και ανοίγει την πόρτα, η οποία συζήτηση σταματάει εκεί. Με την εμφάνισή του στην τελευταία μέρα του φετινού Athens Rocks ήταν σαν να έλεγε: «ωραία όσα είδατε, όμως τώρα θα ακούσετε εμένα».
Άλλωστε, σε όλη του την καριέρα, γεμάτες τρεις δεκαετίες, ο Κράβιτζ είχε το δικό του χωροχρόνο. Έκανε ντεμπούτο κοιτάζοντας πίσω στο κλασικό ροκ των 60s, την εποχή που οι ΗΠΑ αγκάλιαζαν το γκραντζ. Σκαλίζοντας την πλούσια παράδοση της μαύρης μουσικής (από τα μπλουζ και την τζαζ μέχρι τη σόουλ και τη ρέγκε) σημείωσε επιτυχία πρώτα στην Ευρώπη και έπειτα στη γενέτειρα του. Κόντρα στις κόπιες clean cut καλλιτεχνών, εκείνος ήξερε ότι τίποτα δεν μπορεί να νικήσει τον αρχέγονο ερωτισμό του και επέμενε σε αυτόν. Και όταν πια οι αλγόριθμοι μπήκαν στο παιχνίδι της διαμόρφωσης των τάσεων, ο Κράβιτζ απλώς αδιαφόρησε. Και όλα αυτά τα έκανε γράφοντας τη μία μεγάλη επιτυχία πίσω από την άλλη.
Λίγο μετά τις 21:30 ανέβηκε στη σκηνή του Athens Rocks και άνοιξε το setlist με το «Are you gonna my way». Balmain δερμάτινο μπουφάν, skinny παντελόνι, γυαλιά ηλίου, καλησπέρα σας. Στις πρώτες σειρές οι γυναίκες φαν όλων των ηλικιών παραληρούσαν.
Το live από την πρώτη στιγμή είχε καλό ρυθμό και σε αυτό συνέβαλαν οι τρομεροί μουσικοί του Κράβιτζ, συνολικά επτά στον αριθμό, με κορυφαία μορφή ανάμεσά τους τον δημιουργικό συνοδοιπόρο του Κράβιτζ, τον κιθαρίστα Γκρεγκ Ρος. Όσο προχωρούσε το setlist η νύχτα αποκτούσε και βάιμπ. Ο Κράβιτζ έχτιζε μεθοδικά την ατμόσφαιρα της συναυλίας και δεν επαναπαύθηκε στη δύναμη και την απήχηση που έχουν οι μεγάλες επιτυχίες του. Έκανε παύσεις, μας μιλούσε για την αγάπη, έδινε χώρο στους μουσικούς να αυτοσχεδιάζουν, όπως συνέβη στο «Fear», ένα κομμάτι από τον πρώτο του δίσκο. Στο «Low» τραγούδησε χωρίς να κρατά κιθάρα, χαρίζοντας αυτό το τόσο χαρακτηριστικό του λίκνισμα στην πιο ερωτική στιγμή της βραδιάς. Χρειάστηκε να περιμένουμε μέχρι το encore για να τον ξαναδούμε χωρίς κιθάρα. Στην περίπου 10λεπτη εκτέλεση του «Let Love Rule» (μία ακόμη επιλογή από το ντεμπούτο άλμπουμ του), ο Κράβιτζ κατέβηκε από τη σκηνή αγκάλιαζε το κοινό κατά μήκος των πρώτων σειρών.
Ήρθε για μία νύχτα, μα κατάφερε να χωρέσει μέσα σε αυτές πολλές περισσότερες. Τις νύχτες που φτιάχναμε mixtapes από το playlist των ροκ ραδιοφωνικών σταθμών ή τις νύχτες που περνούσαν με την οθόνη της τηλεόρασης ανοιχτή στο MTV. Ο περισσότερος κόσμος που τον άκουγε από κάτω είχε ζήσει τέτοιες εμπειρίες. Κάποια στιγμή πιστέψαμε ότι ίσως μας έκανε τη χάρη και έπαιζε το «Justify my love» που είχε γράψει στις αρχές των 90s για τη Μαντόνα ή το «Eleutheria», ένα σχετικά άγνωστό τραγούδι του με ελληνικό όνομα. Κι όμως μια εμφάνιση που θα μπορούσε να εξελιχθεί πολύ εύκολα σε μια ρηχή και προβλέψιμη βραδιά νοσταλγίας, ηλεκτρίστηκε από την ενέργεια ενός καλλιτέχνη (και μιας μπάντας) που 30 χρόνια γνωρίζει πώς να βρίσκεσαι εκεί όπου συμβαίνει η επιτυχία.
Εφόσον ξανάρθει, ας μην εκπλαγούμε αν το δούμε σε έναν χώρο πιο ατμοσφαιρικό. Θα ξέρει και εκεί πώς να κερδίσει τις εντυπώσεις, ακόμα και να φτάσει «αργοπορημένος».