Αν βρεθείτε στη Σάμο αυτή την περίοδο, μην παραλείψετε να κάνετε μια στάση στην ετήσια καλοκαιρινή έκθεση του Ιδρύματος Schwarz στο Βαθύ. Εκεί, στο Art Space Pythagorion, τον εκθεσιακό χώρο του ιδρύματος στη Σάμο από το 2012, η Μαρία Τσάγκαρη από την Ελλάδα, με καταγωγή από τα μικρασιατικά παράλια και η Ήρα Μπουγιουκτασιάν από την Τουρκία, με ελληνικές, αρμενικές και τουρκικές ρίζες, εκθέτουν τα έργα τους και συνομιλούν ως καλλιτέχνιδες και φίλες με κοινό σημείο εκκίνησης την έρευνα που αφορά κυρίως την ιστορία και τη μνήμη της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου και ιδιαίτερα της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Το πολυμεσικό έργο και των δύο –που περιλαμβάνει βίντεο, γλυπτική και εγκαταστάσεις– είναι επικεντρωμένο σε μια αναμέτρηση με το παρελθόν. Οι δύο εικαστικοί συνυφαίνουν αναμνήσεις, στοχασμούς και διηγήσεις με σκοπό να δείξουν πώς το προσωπικό και το ιστορικό στοιχείο συγκλίνουν και διασταυρώνονται.
Η Μαρία Τσάγκαρη μας βάζει, λοιπόν, στο παρασκήνιο της έκθεσης «Flying to close to the sun» που εμπνέεται από τον τίτλο ενός παλιότερου έργου της με αφετηρία τον μύθο του Ίκαρου και κάτω από τον ήλιο της Σάμου μας διηγείται ιστορίες – πώς ένα τραγικό οικογενειακό δυστύχημα έγινε η αφορμή να σμιλευτούν γλυπτά από σαμιώτικη πέτρα, καθώς και πώς η έρευνα για το σαμιώτικο τραγούδι οδήγησε στη Μικρά Ασία.
Ιστορίες που αποδεικνύουν ότι οι δεσμοί επιβιώνουν στον χρόνο και εκεί που νομίζεις ότι έχουν χαθεί για πάντα, αποκτούν νέα διάσταση.
Θα ήθελες να μας ξεναγήσεις νοερά στον χώρο της έκθεσης και να μας πεις πώς ξεκίνησε αυτό το πρότζεκτ;
Αρχικά γνωριστήκαμε με την Ήρα Μπουγιουκτασιάν μέσα από μια κοινή συνεργάτιδα επιμελήτρια που ζει στο εξωτερικό. Μας έφερε σε επαφή και συναντηθήκαμε στην Αθήνα με αφορμή μια έκθεση που θα γινόταν, η οποία όμως, λόγω της πανδημίας, αναβλήθηκε. Προέκυψε ωστόσο μια πολύ ωραία φιλία από αυτή τη γνωριμία. Διατηρήσαμε επαφή και από τότε συναντιόμαστε είτε στην Αθήνα είτε στην Κωνσταντινούπολη.
Έχει ενδιαφέρον ότι μας έχουν προσκαλέσει επιμελητές, οι οποίοι, όπως και η Κατερίνα Γρέγου και η Ιόλη Τζανετάκη, δεν ήξεραν ότι γνωριζόμαστε όταν μας κάλεσαν. Χάρηκα εξ αρχής γιατί ήξερα ότι θα είναι μια πολύ ωραία συνομιλία, καθώς γνωρίζω το έργο της Ήρας και την εκτιμώ πολύ. Κινούμαστε πάνω σε κοινά θέματα, ερευνητικές μεθόδους, πρακτικές, οπότε ήξερα ότι θα είναι μια όμορφη συνεργασία εκ των προτέρων.
«Η μητέρα μου κατάγεται από τη Σάμο, οπότε έχω περάσει μικρή καλοκαίρια εκεί και έχω πολύ έντονη σύνδεση με τον τόπο, όσο και – ακόμα πιο πολύ – με τα παράλια της απέναντι, από όπου προέρχονται οι παππούδες μου και από τις δύο μεριές των γονιών μου.»
Έγινε λοιπόν στις αρχές του χειμώνα αυτή η πρόσκληση από τις επιμελήτριες και έκτοτε επισκεφθήκαμε το νησί σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Για μένα ήταν πολύ μεγάλο το εύρος των ενδιαφερόντων μου από την αρχή, γιατί δεν είναι ένας ουδέτερος τόπος. Η μητέρα μου κατάγεται από τη Σάμο, οπότε έχω περάσει μικρή καλοκαίρια εκεί και έχω πολύ έντονη σύνδεση με τον τόπο, όσο και – ακόμα πιο πολύ – με τα παράλια της απέναντι, από όπου προέρχονται οι παππούδες μου και από τις δύο μεριές των γονιών μου.
Και από τον πατέρα και από τη μητέρα μου, οι παππούδες προέρχονται από Σμύρνη και παράλια, αντίστοιχα. Δεδομένου αυτών των ζητημάτων που εμένα ήδη με απασχολούσαν, θεώρησα ότι είχε πολύ ενδιαφέρον αυτή η πρόσκληση. Σε αυτό τον τόπο ξεκίνησα να δουλεύω πυρετωδώς. Ήταν μια πολύ δημιουργική περίοδος.
Παρουσιάζουμε και πρόσφατα έργα αλλά και νέες παραγωγές που έγιναν μετά από όλη αυτή την ερευνητική διαδικασία. Προσωπικά χτίζω ένα αρθρωτό αφήγημα, το οποίο εκκινεί από πράγματα που είναι στον πυρήνα και τη δομή την οικογενειακή, σε αυτό το κλειστό σχήμα που λέμε οικογένεια. Ασχολούμαι με την έννοια της κληρονομιάς και τα κληροδοτήματα που μεταβιβάζονται διαγενεακά και ακούσια. Εκκινώ από την οικογενειακή μου κληρονομιά και ερευνώ πώς αυτή σχετίζεται με την πολιτιστική, την εθνική κληρονομιά.
Πώς συνδιαλλέγονται εικαστικά οι δύο πλευρές του Αιγαίου;
Και η Ήρα και εγώ ασχολούμαστε πολύ με ζητήματα που αφορούν την ίδια την ιστορία και τα ίχνη που αφήνει πίσω της, είτε σε ένα ευρύτερο περιβάλλον είτε μέσα μας. Ερευνούμε τις ιστορικές ρωγμές και τα ζητήματα συλλογικής και ατομικής μνήμης. Και οι δύο στη δουλειά μας συσχετίζουμε το προσωπικό με το ιστορικό στοιχείο.
Στο έργο μου εκκινώ από διαφορετικά ζητήματα και πάμπολλες ιστορίες, γιατί εν τέλει αυτά είναι που μας καθορίζουν και όχι τα πράγματα που κληρονομούμε. Δεν είναι τα σπίτια, δεν είναι τα οικόπεδα, δεν είναι οι πολύτιμες ύλες, αλλά είναι τα οικογενειακά τραύματα και οι συλλογικές εμπειρίες. Είναι οι προσδοκίες των άλλων που αφορούν εμάς. Είναι η στάση που έχουμε απέναντι στα πράγματα, οι πολιτικές πεποιθήσεις, οι κοινωνικές αξίες.
Ποια είναι η κληρονομιά της οικογένειάς σου από τα παράλια της Μικράς Ασίας;
Η κληρονομιά μου από τη Μικρά Ασία συνοψίζεται σε ιστορίες που εμένα προσωπικά με καθόρισαν πάρα πολύ. Το ζήτημα της κληρονομιάς το επεξεργάζομαι καιρό πριν με καλέσουν. Όταν το 2021, με αφορμή μια έκθεση που θα γινόταν εδώ στην Αθήνα για το ρεμπέτικο, με κάλεσε ο Χριστόφορος Μαρίνος, επιμελητής και ιστορικός, να πάρω μέρος στην σχετική έκθεση που θα γινόταν, προέκυψε η τέλεια αφορμή να ερευνήσω τη ζωή του προπάππου μου που ήταν ρεμπέτης.
«Τελικά τι κληρονομούμε; Εμένα με συγκινεί αυτό και επί χρόνια ψάχνω πράγματα που έχουν να κάνουν με τη Μικρά Ασία, με τη Σμύρνη, ενώ θα μπορούσε να πει κανείς ότι η γενιά μου δεν έχει σχέση με το μικρασιατικό τραύμα, αλλά εν τέλει είναι τόσο έντονες οι ιστορίες που μας μεταφέρονται και ο τρόπος που μας επηρεάζουν και μας διαμορφώνουν.»
Ξεκίνησα απλά και κατέληξα σε μια εμμονική τύπου έρευνα. Μετά από δύο περίπου χρόνια, λίγο πριν την έκθεση συνειδητοποιώ ότι όλα αυτά που έχω περάσει σε προσωπικό επίπεδο κατά τη διάρκεια της έρευνας, αυτό ήταν το έργο μου. Έφτιαξα, λοιπόν, ένα μικρού μήκους ντοκιμαντέρ όπου σε μια εξομολογητική αφήγηση, αντιμέτωπη πια με το παρελθόν και παραθέτοντας όλα αυτά που βρήκα κατά τη διάρκεια της έρευνας, αφηγούμαι τις προσωπικές μου περιπέτειες. Στο ερευνητικό αυτό ταξίδι φυτεύτηκαν οι σπόροι που γέννησαν αυτά τα ερωτήματα τόσο έντονα. Τελικά τι κληρονομούμε; Εμένα με συγκινεί αυτό και επί χρόνια ψάχνω πράγματα που έχουν να κάνουν με τη Μικρά Ασία, με τη Σμύρνη, ενώ θα μπορούσε να πει κανείς ότι η γενιά μου δεν έχει σχέση με το μικρασιατικό τραύμα, αλλά εν τέλει είναι τόσο έντονες οι ιστορίες που μας μεταφέρονται και ο τρόπος που μας επηρεάζουν και μας διαμορφώνουν.
Mοιράζεσαι συγκεκριμένες ιστορίες σε αυτό το πρότζεκτ, κατά πώς φαίνεται.
Πολλές ιστορίες. Οι παππούδες μου πέθαναν με τραγικό τρόπο τον Αύγουστο του 1980. Το δυστύχημά τους ήταν ένας από τους τέσσερις ερευνητικούς άξονες που είχα όταν πήγα στη Σάμο για το έργο. Ήθελα να μάθω περισσότερα πράγματα με έναν τρόπο, όχι να επιβεβαιώσω τις εκδοχές ιστοριών που είχα ακούσει, αλλά να βρω στοιχεία μέσα από την προσωπική μου έρευνα, όπως και έκανα.
«Μια εγκατάσταση στο χώρο έχει ως αφετηρία τις ιστορίες που αφορούν το σπίτι των παππούδων μου, από το οποίο σώζονται μόνο μικρά τμήματα από τους τοίχους του σπιτιού.»
Ξεκινώ λοιπόν από αυτό το τραύμα και το πένθος που κληρονόμησα, το οποίο αφορά καινούργια έργα που παρουσιάζω. Για παράδειγμα, μια εγκατάσταση στο χώρο έχει ως αφετηρία τις ιστορίες που αφορούν το σπίτι των παππούδων μου, από το οποίο σώζονται μόνο μικρά τμήματα από τους τοίχους του σπιτιού. Είναι το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο που έχω. Με ντόπιους τεχνίτες πέτρας μετέφερα τις πέτρες από τους τοίχους στα λατομεία όπου είχα τη δυνατότητα να γίνει σύνθλιψη πετρών με στόχο να δημιουργήσω γλυπτά. Να κάνω δηλαδή μια μετάγγιση αυτής της απουσίας, που είναι έντονη συναισθηματικά.
Με αυτό το υλικό έγινε η γλυπτική εγκατάσταση την οποία δούλεψα στη Σάμο για πολύ καιρό τώρα. Στην Αθήνα σχεδίασα, ολοκλήρωσα τα καλούπια μου, και κατόπιν τα μετέφερα εκεί, κάναμε εκεί τη χύτευση και την επεξεργασία, τα πάντα.
Οι δεσμοί δεν σε εγκαταλείπουν. Η Σάμος δεν είναι ένα ουδέτερο έδαφος για μένα, για αυτό και δε θα προέκυπτε πουθενά αλλού το έργο. Και κάπως έτσι, λίγο λίγο, όλα τα έργα βασίζονται σε ιστορίες.
Άλλο ένα από τα έργα μου βασίζεται στην παραδοσιακή μουσική της Σάμου. Επειδή το νησί θεωρούνταν προάστιο της Σμύρνης της Μικράς Ασίας υπήρχε μια πολύ έντονη ζύμωση των μουσικών. Μελετώντας αυτή την παράμετρο ήδη από τον χειμώνα, βρήκα πολύ παλαιότερες μικρασιατικές εκδοχές του με διαφορετικούς στίχους τραγουδιών που θεωρούνται σήμερα παραδοσιακά. Μίλησα και με πολλούς μουσικούς στη Σάμο από διαφορετικές γενιές για το συγκεκριμένο ζήτημα, συνεργάστηκα με έναν μουσικό που είναι μέλος της Λαϊκής Ορχήστρας Σάμου για το έργο-ηχητική εγκατάσταση.
Ποια είναι, λοιπόν, η θέση της Σάμου στην έκθεση;
Η Σάμος είναι η αφορμή και το απαραίτητο συστατικό για αυτή την έκθεση, καθώς και μια πολύ σημαντική γραμμή εκκίνησης.
Και επιπλέον ο τίτλος ενός παλιότερου έργου σου έρχεται να νοηματοδοτήσει αυτή την έκθεση.
Ο τίτλος της έκθεσης είναι δάνειο από ένα έργο του 2021 που είχα δημιουργήσει για την Μπιενάλε του Ψηλορείτη. Το έργο Flying too Close to The Sun ήταν 13 κινηματογραφικά στιγμιότυπα με αναφορά στον ελληνικό μύθο του Ίκαρου. Ο τίτλος άρεσε πολλοί στις Κατερίνα Γρέγου και Ιόλη Τζανετάκη, επιμελήτριες της τωρινής έκθεσης, καθώς θεώρησαν ότι είναι πολύ ποιητικός, ανοιχτός σε ερμηνείες. Καθώς ο μύθος του Ίκαρου παραπέμπει στις επιπτώσεις από την παραβίαση κάποιων περιορισμών, μπορεί να αντιστοιχεί με έναν τρόπο στην ιστορία της ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου – η αίσθηση αυτής της ιδιοκτησίας στη γειτονιά μας μπορεί να κρύβει τον κίνδυνο της πτώσης.
Δεδομένου ότι και εγώ και η Ήρα έχουμε καταπιαστεί αρκετές φορές με αυτό το ζήτημα, ο μύθος αυτός μας αφορά.
Στην έκθεση παρουσιάζεται επίσης η μικρού μήκους ταινία «The Man on the Left» που έχω κάνει για τον Νίκο Συρίγο, τον ρεμπέτη προπάππου μου.
Από την φωτογραφία του που κληρονόμησα άρχισαν όλα. Δηλαδή εγώ δεν είχα κανένα στοιχείο γι’ αυτόν τον άνθρωπο που πέθανε πριν έναν αιώνα. Ήταν πάντα δύσκολο να βρω στοιχεία, οπότε ξεκινώντας από εκείνη τη φωτογραφία, ανακάλυψα πράγματα για εκείνον μέσα από τους μουσικούς του και τον ευρύτερο χώρο. Οπότε λίγο λίγο συνειδητοποίησα ότι χτίζεται ένα σπονδυλωτό αφήγημα γύρω από την έννοια της κληρονομιάς.
Το κοινό, λοιπόν, στη Σάμο θα περιηγηθεί σε μια έκθεση που συνδιαλέγεται με την μεσογειακή κληρονομιά και γειτονιά μας και από εκεί θα προκύψει μια ζύμωση…
Είναι πολύ σημαντικό να τονίσουμε ότι το Ίδρυμα Schwarz φιλοξενεί εκθέσεις που συμβάλλουν στην αποκέντρωση της τέχνης. Νομίζω ότι έχει πραγματικό νόημα και ουσία και λειτουργεί όταν εμπλέκονται και οι κάτοικοι με έναν τρόπο. Αποκέντρωση δεν σημαίνει ότι εμείς εκθέτουμε έτοιμα έργα και σας δείχνουμε τι κάνουμε στην Αθήνα με τη σύγχρονη τέχνη. Για μένα αυτό που ήταν εξαρχής πολύ σημαντικό ήταν οι διάφορες συνεργασίες, καθώς εγώ έχω να πάρω περισσότερα από τους ντόπιους από ότι έχουν να πάρουν εκείνοι από μένα, όπως και έγινε και με τους τεχνίτες και με τον μουσικό και με όλους τους συγγενείς που επισκέφθηκα. Ηχογραφούσα, επεξεργαζόμουν τις συζητήσεις και ξανά επέστρεφα με νέα ερωτήματα.
Ποια συμπεράσματα, θα έλεγες, ότι έχουν βγει από όλη αυτή την έρευνα και διαδικασία;
Δεν θα μιλούσα ακριβώς για συμπεράσματα, όσο περισσότερο για τα ερωτήματα που πυροδοτούνται μέσα από όλη αυτή την περιπέτεια. Εξάλλου, νομίζω ότι και ο ρόλος της τέχνης ευτυχώς δεν είναι διδακτικός. Ένας από τους ρόλους της είναι να ‘’χτίζει’’ πάνω στα ερωτήματα τα οποία υπάρχουν εκεί με μια πολυπλοκότητα στην ερμηνεία τους ή με πολλαπλές ερμηνείες. Και εμείς σαν θεατές καλούμαστε να τα αφουγκραστούμε και να τα ερμηνεύσουμε αντίστοιχα.
INFO Hera Büyüktaşciyan και Μαρία Τσάγκαρη – Flying too close to the sun, Art Space Pythagorion, Λιμάνι Πυθαγορείου, Σάμος, Εγκαίνια: Τρίτη 6 Αυγούστου, 20.00 – 23.00
Διάρκεια: έως 29 Σεπτεμβρίου 2024