Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μία κραταιά αεροδιαστημική βιομηχανία, η Boeing, διαμαντόπετρα της αμερικανικής τεχνολογίας. Αυτή η βιομηχανία δεν υπάρχει πια, τουλάχιστον όπως την θυμόμαστε: Μετά από απανωτά πλήγματα, από κυρίαρχη των αιθέρων και του διαστήματος, η Boeing έχει πέσει σε περιδίνηση χωρίς τέλος. Έχει καταντήσει φάντασμα του εαυτού της.
Πριν από λίγες μέρες η Boeing παραδέχτηκε ότι εξαπάτησε το αμερικανικό Δημόσιο και συμφώνησε να πληρώσει 487 εκατομμύρια δολάρια πρόστιμο και να επενδύσει άλλα τόσα για τα επόμενα τρία χρόνια, προκειμένου να ενισχύσει τις πολιτικές της που αφορούν τόσο τη συμμόρφωση στις ρυθμιστικές απαιτήσεις, όσο και την ασφάλεια.
Η απόφαση της Boeing να παραδεχθεί ενοχή σε κακουργηματικό αδίκημα είχε να συμβεί δεκαετίες. Η Boeing είναι ένοχη επειδή παραβίασε τη συμφωνία που είχε συνάψει το 2021 με το Υπουργείο Δικαιοσύνης: βάσει αυτής, και έπειτα από δύο πολύνεκρα δυστυχήματα, θα έπαιρνε ριζικά μέτρα, θα έκανε ουσιώδεις λειτουργικές αλλαγές και θα ενημέρωνε λεπτομερώς για τις αλλαγές που έκανε στο λογισμικό ελέγχου πτήσης το οποίο χρησιμοποιεί στα αεροσκάφη της.
Η τρανή Boeing σε καθεστώς επιτήρησης, σαν κοινός απατεώνας που πρέπει να δηλώνει την παρουσία του κάθε μήνα στο αστυνομικό τμήμα. Κατάντια! Πώς όμως έπεσε τόσο χαμηλά; Για να φτάσουμε στη ρίζα του κακού πρέπει να κάνουμε δύο ταξίδια πίσω στο χρόνο.
Τα αεροπλάνα (ή μήπως οι πιλότοι;) που τρελάθηκαν
Βρισκόμαστε στο 2018. Η πρωινή πτήση 610 της Lion Air απογειώνεται από την Τζακάρτα στης Ινδονησίας, στις 29 Οκτωβρίου, με ανέφελο ουρανό και ιδανικές συνθήκες. Το αεροσκάφος, ένα Boeing 737 MAX, είναι καινούργιο, οι πιλότοι έμπειροι και -σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις, π.χ. όταν ο κυβερνήτης αυτοκτόνησε, ρίχνοντας το αεροπλάνο σε ένα βουνό- με σώας τας φρένας. Δώδεκα λεπτά μετά την απογείωση, όπως δείχνουν τα ίχνη της πτήσης, το αεροσκάφος βουτά ξαφνικά και κατακόρυφα στον Κόλπο της Τζακάρτας, με ταχύτητα 500 μιλίων την ώρα.
Κανείς από τους 189 επιβάτες και τα 6 μέλη του πληρώματος δεν επιζεί. Είναι ένα πρωτοφανές δυστύχημα. Tο Boeing 737 είναι ένα από τα πιο δημοφιλή και αξιόπιστα επιβατικά αεροπλάνα. Ξεκίνησε την καριέρα του το 1984 και βρίσκεται ήδη στην 4η γενιά, ενώ έχουν παραδοθεί πάνω από 10,000 αεροσκάφη και οι σοβαρές μηχανικές βλάβες είναι πολύ σπάνιες. Πρέπει να έχει συμβεί κάτι πολύ παράξενο.
Η έρευνα ξεκινά από τον Οργανισμό Ασφάλειας Μεταφορών της Ινδονησίας αμέσως. Στο αρχικό πόρισμα όλα είναι λίγο πολύ ατάκτως ερριμμένα: 100 περίπου λόγοι για τους οποίους το αεροπλάνο μπορεί να έχει συντριβεί παρατίθενται χωρίς καμία ιεράρχηση ή αξιολόγηση Όπως μαρτυρούν οι ηχογραφήσεις του κόκπιτ, στα τελευταία δευτερόλεπτα της πτήσης οι πιλότοι βρίσκονταν σε κατάσταση πανικού. Μάλλον είχαν κάνει κάποιο ολέθριο λάθος χειρισμού• άλλωστε, αυτό ακριβώς ισχυρίζεται και η Boeing. Η έρευνα συνεχίζει την πορεία της μέχρι τα τελικά της συμπεράσματα, ένα χρόνο μετά.
Πέντε μήνες αργότερα, ένα άλλο αεροσκάφος της Boeing απογειώνεται από την Αντις Αμπέμπα της Αιθιοπίας με προορισμό το Ναϊρόμπι. Έξι λεπτά μετά την απογείωση, το αεροσκάφος προσκρούει βίαια στο έδαφος, ανοίγοντας έναν τεράστιο κρατήρα γεμάτον παραμορφωμένα μέταλλα, βαλίτσες, ορφανά αθλητικά παπούτσια, αρκουδάκια και ανθρώπινα μέλη. 157 επιβαίνοντες, όλοι νεκροί.
Είναι αυτή η κάθετη εφόρμηση στον όλεθρο μία διαβολική σύμπτωση; Δεν αποκλείεται, αλλά το αεροσκάφος είναι του ίδιου τύπου με το δυστύχημα της Lion Air: ένα Boeing 737 MΑΧ. H Boeing, πιστή στη γραμμή της, δηλώνει ότι και αυτό το δυστύχημα οφείλεται σε λάθη των πιλότων. Ο τότε Πρόεδρος Τραμπ, ωστόσο, θορυβημένος (ίσως και μυστικά ενημερωμένος) διατάζει να καθηλωθούν όλα τα 737 ΜAX μέχρι να βρεθεί η αιτία. Σύντομα και σε όλον τον κόσμο τα 737 ΜΑΧ μπαίνουν στη ναφθαλίνη. Αλλά και να μην είχαν καθηλωθεί, κανείς πλέον δεν θέλει να πετάξει με αυτά. Μένουν παρκαρισμένα στο έδαφος για 20 μήνες, μέχρι να βρεθεί τι φταίει, να διορθωθεί, και να επαναπιστοποιηθεί η αξιοπλοΐα τους – και αυτή τη φορά με αδιάβλητες διαδικασίες.
Είναι το αποκορύφωμα μιας πολυετούς κρίσης της Boeing, η οποία δεν μπορεί πια να κρυφτεί.
Το θανατηφόρο software
Πρέπει όμως να πάμε ακόμη πιο πίσω, στο 2006, για να κατανοήσουμε τι έφταιξε. Τότε που η Boeing αποφάσισε να ξανασχεδιάσει το 737 από την αρχή. Ανέβαλε όμως διαρκώς την απόφαση μέχρι το 2011, όταν η Airbus με το Α320neo, ένα σύγχρονο αεροσκάφος με περισσότερη μεταφορική ικανότητα και σημαντικά χαμηλότερη κατανάλωση καυσίμου άρχισε να σαρώνει την αγορά. Ακόμη και στις ΗΠΑ, όπου μέχρι τότε η Βoeing είχε σχεδόν το μονοπώλιο.
Πανικοβλημένη, η Βoeing κατέφυγε στην εύκολη λύση: θα έπαιρνε το 737, θα το μάκραινε ώστε να χωράει περισσότερους επιβάτες και θα του έβαζε τους νέους, πιο αποδοτικούς κινητήρες. Μάλιστα η λύση αυτή θα είχε και σημαντικά πλεονεκτήματα. Αφενός, η διαδικασία πιστοποίησης θα ήταν ταχύτερη και αφετέρου, επειδή το αεροπλάνο θα παρέμενε βασικά το ίδιο, οι πιλότοι θα χρειαζόταν ελάχιστη επανεκπαίδευη• ένα βίντεο σε μία ταμπλέτα θα ήταν υπεραρκετό. Έτσι τουλάχιστον ισχυρίστηκε η Boeing στις ρυθμιστικές αρχές.
Μόνο που τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ακριβώς σύμφωνα με τους ευσεβείς πόθους της εταιρείας. Όταν η άτρακτος μάκρυνε και επειδή οι νέοι κινητήρες ήταν πιο μεγάλοι, αναγκαστικά έπρεπε να τοποθετηθούν πιο μπροστά, και το αεροπλάνο να ψηλώσει. Έτσι τα πτητικά του χαρακτηριστικά ουσιαστικά άλλαξαν. Για να παραμείνουν σχεδόν τα ίδια -το βασικό ατού του μάρκετινγκ και του επιχειρήματος για γρήγορη πιστοποίηση- η Βoeing σκαρφίστηκε ένα λογισμικό το οποίο εγκατέστησε στο 737 MAX και που το επανάφερε στα ίσα του: Όταν ο ρυθμός ανόδου του αεροσκάφους ξεπερνούσε ένα συγκεκριμένο όριο, το λογισμικό «πείραζε» αφανώς τα οριζόντια πηδάλια και κατέβαζε τη μύτη προς τα κάτω, προκειμένου να αποφύγει την πολύ σπάνια περίπτωση απώλειας στήριξης. Δηλαδή να μην πέσει το αεροπλάνο επειδή δεν μπορούσε πια να κρατηθεί στον αέρα.
Αυτό το «μπάλωμα» (γνωστό με το ακρωνύμιο ΜCAS) ήταν που προκαλούσε τα ατυχήματα. Όταν αναλάμβανε δράση -και ιδιαίτερα όταν μπερδευόταν από λανθασμένα σήματα που ερχόταν από τους αισθητήρες του αεροσκάφους- ήταν τόσο άγαρμπο και απότομο που αφαιρούσε τον έλεγχο του αεροσκάφους από τους χειριστές. Μάλιστα, όσο περισσότερο οι πιλότοι πάλευαν με τα χειριστήρια, τόσο χειρότερα γίνονταν τα πράγματα, μια και το λογισμικό κυβερνούσε το αεροπλάνο με τον δικό του αλγόριθμο και ακύρωνε κάθε ανθρώπινη προσπάθεια διακυβέρνησης του αεροσκάφους. Και όταν τα τελευταία δευτερόλεπτα πριν την πρόσκρουση οι πιλότοι έψαχναν πανικόβλητοι στο εγχειρίδιο χειρισμού να βρουν γιατί το αεροπλάνο συμπεριφερόταν τόσο αλλόκοτα, δεν έβρισκαν τίποτα -γιατί η Βoeing είχε σκόπιμα αποκρύψει αυτόν τον μηχανισμό και δεν τον ανέφερε πουθενά στο εγχειρίδιο! Αν το είχε κάνει, το αφήγημα ότι το 737 ΜΑΧ είχε τα ίδια πτητικά χαρακτηριστικά με τα προηγούμενα μοντέλα θα κατέρρεε. Και μαζί με αυτόν και οι πωλήσεις της Boeing.
Ποιος φυλά τους φύλακες; H Boeing, αλλά το τίμημα είναι βαρύ
Όμως η έρευνα ανακάλυψε και κάτι άλλο. Η αρμόδια ρυθμιστική αρχή, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας των ΗΠΑ (η FΑΑ) είχε μετατραπεί σε παράρτημα της Boeing. Στην ουσία, τις πιστοποιήσεις αξιοπλοΐας τις έγραφαν οι ίδιοι οι υπάλληλοι της εταιρείας. Όπως γράφει το βιβλίο Flying Blind: The 737 MAX Tragedy and the Fall of Boeing του Peter Robison, που εξιστορεί το χρονικό αυτής της δολοφονικής απάτης: «Αυτή η αλλαγή στην ισορροπία δυνάμεων μεταξύ της Boeing και της FAA ήταν το αποκορύφωμα μίας μάχης για επικράτηση που κρατούσε δεκαετίες, που αφομοιώθηκε στην ίδια τη φύση ενός Οργανισμού ο οποίος μερικές φορές λοιδορείται ως «η Υπηρεσία της ταφόπλακας», καθώς φαίνεται να αντιδρά άμεσα μόνον όταν οι άνθρωποι είναι ήδη νεκροί».
Το τίμημα για την Boeing ήταν βαρύ, όχι μόνον για τη φήμη και την αξιοπιστία της, αλλά και για την οικονομική της ευρωστία. Συνολικά η εταιρεία, εξαιτίας αυτών των δυο συντριβών, έχει δαπανήσει περίπου 20 δισεκατομμύρια δολάρια: πρόστιμα, αποζημιώσεις στις οικογένειες των θυμάτων, αποζημιώσεις σε αεροπορικές εταιρείες, καθώς και άλλες δαπάνες που προέκυψαν από τη σχεδόν διετή καθήλωση των 737 MAX από τη FAA.
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης, ωστόσο, ήρθε αντιμέτωπο με ένα μεγάλο δίλημμα σχετικά με την τιμωρία της Boeing, ενός από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς των ΗΠΑ, ενός μεγάλου εργοδότη, και μεταξύ των κορυφαίων προμηθευτών αμυντικού υλικού για τη κυβέρνηση των ΗΠΑ: το 2023, το 40% σχεδόν των εσόδων της εταιρείας προερχόταν από συμβάσεις με την αμερικανική κυβέρνηση. Ακόμη και αν αποσκοπούσε σε παραδειγματική τιμωρία, δεν θα έπρεπε να γονατίσει την Boeing στο σημείο χωρίς επιστροφή.
Μήτε η γραφειοκρατία μήτε η απληστία μπορούν να πετάξουν
H Boeing, αρχικά μια εταιρεία υπερήφανων μηχανικών και υψηλών στάνταρντ, ανέπτυξε με τον καιρό μία κουλτούρα χαλαρότητας, απληστίας και συναλλαγής. Και συνακόλουθα, μία τρομερή γραφειοκρατία με σκοπό -όπως με κάθε γραφειοκρατία- να επιβιώνει και να αναπαράγεται (όρα Βρυξέλλες), και να βρίσκει μεσοβέζικες λύσεις, στην καλύτερη περίπτωση, και επικίνδυνες στη χειρότερη. Μια γραφειοκρατία που είχε σκοπό να διαχειρίζεται τις ρυθμιστικές και τις ελεγκτικές Αρχές, να τις χειραγωγεί και να τις εξαπατά, όπως η ίδια η Boeing ομολόγησε. Αλλά όπως (θα έπρεπε να) είναι γνωστό, η γραφειοκρατία δεν πετάει. Αν προσπαθήσει, θα γκρεμιστεί με πάταγο.
Τα δυστυχήματα αποκάλυψαν αυτή την επικίνδυνη κουλτούρα που είχε αναπτυχθεί και είχε ως αποτέλεσμα η Boeing – σε μια κούρσα για να νικήσει τον ανταγωνισμό και να ανταμείψει πλουσιοπάροχα με bonus τα κορυφαία στελέχη της- να τσιγκουνεύεται στις δοκιμές, πιέζοντας παράλληλα τα στελέχη της αφόρητα, προκειμένου να πιάσουν ανέφικτες προθεσμίες. Και στο τέλος κατάφερε πράγματι να πείσει τις ρυθμιστικές αρχές να αφήσουν αεροπλάνα να πετάξουν χωρίς να τα έχουν εξοπλίσει σωστά για την πτήση –μήτε αυτά, μήτε τους πιλότους τους. Όλα τούτα δείχνουν πώς μια εμβληματική εταιρεία έπεσε θύμα της νοοτροπίας «κερδίζω με κάθε κόστος». Καταστρέφοντας έτσι έναν ολόκληρο κλάδο της οικονομίας των ΗΠΑ και θυσιάζοντας αμέτρητες ανθρώπινες ζωές.