Όσοι πέρασαν σήμερα από το Τριμελές Εφετείο της Αθήνας αναφέρθηκαν σε όλα όσα δεν έγιναν με αποτέλεσμα να καούν και να πνιγούν τόσοι άνθρωποι λέγοντας πως δεν χτύπησε ούτε μια καμπάνα ,δεν υπήρχε η παραμικρή ειδοποίηση. Και σαν να μην έφτανε αυτό τους εστελναν όλους στο Μάτι με αποτέλεσμα να εγκλωβιστεί τόσος κόσμος στα αυτοκίνητα τους. Οι μάρτυρες, συγγενείς ανθρώπων που χάθηκαν στην προσπάθεια τους να διαφύγουν από την πύρινη κόλαση, αναφέρθηκαν στην ανυπαρξία ενημέρωσης αλλά και βοήθειας από την πλευρά των φορέων.
«Καθόμασταν σπίτι και δεν καταλάβαμε. Είχε αρχίσει να λιώνει ο υπολογιστής. Εγώ δεν είχα όσφρηση και δεν κατάλαβα τη μυρωδιά… Το παιδί άρχισε να ουρλιάζει και φώναζε “τωρααα καιγομαστεεε” πήρα δυο πράγματα, το μπαστουνάκι, τα χάπια της μαμάς μια ζακέτα, δεν ξέραμε τι να κάνουμε… Βγήκαμε έξω, τρέξαμε. Ήταν 93χρονων η μαμά μου και μας πρόλαβε η φωτιά στη σκάλα πριν την παραλία, εκεί είδαμε το κοριτσάκι της Φύτρου να πηδάει στα βράχια γιατί δεν έβλεπε από τους καπνούς» είπε κάτοικος στο Μάτι εξηγώντας πως κανείς δεν τους ειδοποίησε για τίποτα. Η γυναίκα έχασε τη μητέρα της τελικά στη θάλασσα, με την κόρη της να μένει μόνη ανοιχτά του Ματιού, χωρίς τη βοήθεια κανενός.
«Δεν ήξερε η αστυνομία που να στείλει τον κόσμο»
«Ούρλιαζε το παιδί βοήθεια, αλλά η γιαγιά έφυγε στα χέρια της… προσπαθούσε να την κρατήσει στην επιφάνεια αλλά δεν μπόρεσε και πήγε στο βυθό. Τότε ξεκίνησε να κολυμπάει, αλλά δεν ήξερε προς τα που έπρεπε να κολυμπήσει. Μέσα στη νύχτα πήγαινε προς Κέα και συμπτωματικά περνούσαν Αιγύπτιοι ψαράδες, τελείως τυχαία και με το φακό τη βρήκαν από τις φωνές της» περιέγραψε η μάρτυρας, εξηγώντας ότι οι κρατικοί φορείς ήταν απόντες.
Την εικόνα της κόλασης περιέγραψε ο επόμενος μάρτυρας χαρακτηρίζοντας αδιανόητη την απόφαση να μεταφερθούν οι δυνάμεις της πυροσβεστικής στην Κινέτα. «Υπήρχε η οσμή του θανάτου, δεν μπορούσες να σταματήσεις με το όχημα γιατί κινδύνευαν να καούν τα λάστιχα λόγω των υψηλών θερμοκρασιών. Τα καμένα οχήματα ήταν παντού και δεν μπορούσες να περάσεις…» κατέθεσε ο επόμενος μάρτυρας , του οποίου ο αδελφός βρέθηκε απανθρακωμένος στο οικόπεδο Φράγκου.
Αντίστοιχα, και ο Στυλιανός Μάσχας υποστήριξε πως η αστυνομία δεν χειρίστηκε ορθά την κατάσταση. «Δεν ήξερε η αστυνομία που να στείλει τον κόσμο, δεν ήξεραν πως να τον κατευθύνουν και έστελναν μέσα από το Μάτι τον κόσμο» ανέφερε, τονίζοντας πως εμφανίστηκαν μετά το πέρασμα της φωτιάς ενώ νωρίτερα σε συγκλονιστική αποστροφή τόνισε πως τις ώρες εκείνες αυτά που νόμιζε ότι ήταν καιομενα κούτσουρα ήταν τελικά οι γονείς του, που χάθηκαν μαρτυρικό τρόπο.
Τέλος, η Μαρία Τουρναβίτη που έχασε τον αδελφό της, κατέθεσε: «Έξι χρόνια μετά, θα πρέπει να δοθούν εξηγήσεις και να αποδοθεί κάποια δικαιοσύνη. Ο ρόλος της πυροσβεστικής είναι κι η εκκένωση. Ζω στη Νέα Πεντέλη και στις μεγάλες φωτιές του 1997 μπήκε πυροσβέστης στην αυλή και μας είπε “αφήνετε ανοιχτές αυλόπορτες, λάστιχα να φαίνονται και φεύγετε”, άρα έχω την εμπειρία».
Η δίκη συνεχίζεται αύριο με καταθέσεις μαρτύρων .