Πριν από λίγες μέρες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε την φετινή έκθεση για την πρόοδο της ΕΕ στον ψηφιακό της μετασχηματισμό που επικεντρώνεται σε 4 βασικούς τομείς: ψηφιακές υποδομές, ψηφιακές δεξιότητες, ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών και ψηφιοποίηση των επιχειρήσεων.

Η φετινή έκθεση για πρώτη φορα αξιολογεί τους εθνικούς στρατηγικούς οδικούς χάρτες της ψηφιακής δεκαετίας που εγκρίθηκαν από τα κράτη μέλη το 2023 και προτρέπει τα κράτη μέλη να καταβάλουν μεγαλύτερες προσπάθειες για να πετύχουν τον ψηφιακο μετασχηματισμό με ανθρώπινο πρόσωπο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνωρίζει την σημαντική πρόοδο της Ελλάδας σε αρκετούς τομείς, ειδικότερα δε στον τομέα της ψηφιοποιησης των δημοσίων υπηρεσιών.

Ταυτόχρονα όμως, η έκθεση για την κατάσταση της ψηφιακής δεκαετίας για το 2024 εγείρει ανησυχίες σχετικά με τις επιδόσεις της ΕΕ σε ότι αφορά τον ψηφιακό της μετασχηματισμό οι οποίες αφορούν και την Ελλάδα.

Πιο συγκεκριμένα, η Εκθεση αναφέρει ότι η χώρα μας δεν έχει ακόμη ανταποκριθεί στην πρόκληση της εκπαίδευσής του πληθυσμού στο επίπεδο των ψηφιακών δεξιοτήτων που απαιτούνται παρά τις όποιες σχετικές πρωτοβουλίες. Μόνο το 52,4% του πληθυσμού διαθέτει βασικές ψηφιακές δεξιότητες ενώ ο αριθμός των ειδικών στις ψηφιακές τεχνολογίες δεν ξεπερνά το 2,4%, πολύ κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ.

Ταυτόχρονα, ο στόχος του 4,5% σε ειδικούς έως το 2030 που έχει τεθεί στον εθνικό οδικό χάρτη βρίσκεται κάτω από τον στόχο της ΕΕ του 10% γεγονός που πρακτικά σημαίνει ότι εάν η Ελλάδα δεν εντείνει τη δράση της σε αυτό το μέτωπο τα επόμενα χρόνια, θα συνεχίσει να έχει περιορισμένη συνεισφορά σε αυτόν τον στόχο της ΕΕ.

Όσον αφορά τις επιχειρήσεις, η Ελλάδα θέτει τον εθνικό στόχο για το 2030 στο 32% των επιχειρήσεων που υιοθετούν τεχνητή νοημοσύνη, πολύ κάτω από τον αντίστοιχο ενωσιακό που φτάνει το 75%. Το συνολικό χαμηλό επίπεδο ψηφιακής ωριμότητας έχει εμποδίσει την ουσιαστική υιοθέτηση προηγμένων τεχνολογιών, επισημαίνεται δε ότι στον εθνικό οδικό χάρτη δεν υπάρχει αναφορά σε συγκεκριμένα μέτρα για την προώθηση της υιοθέτησης της τεχνητής νοημοσύνης από επιχειρήσεις.

Τέλος, η Έκθεση επισημαίνει την ανάγκη παροχής περισσότερων πληροφοριών σχετικά με την εφαρμογή των ψηφιακών δικαιωμάτων και αρχών, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών μέτρων που συμβάλλουν σε αυτήν. Ειδικά ως προς το τελευταίο, αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το Ειδικό Ευρωβαρόμετρο «Ψηφιακή Δεκαετία 2024», μόνο το 33% των Ελλήνων πιστεύει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση προστατεύει ικανοποιητικά τα ψηφιακά τους δικαιώματα, παραμένοντας σημαντικά κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ του 47%.

Οι ανησυχίες των Ελλήνων πολιτών κλιμακώνονται σε ό,τι αφορά την ασφάλεια των παιδιών στο Διαδίκτυο (με το ποσοστό να αγγίζει το 62%) ενώ το 51% να ανησυχεί για τον έλεγχο των προσωπικών δεδομένων, αρκετά περισσότερο σε σχέση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους.

Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν επίσης ότι η Διακήρυξη για τα Ψηφιακά Δικαιώματα και Αρχές δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή στην Ελλάδα ενώ παραμένει μακρινός ο στόχος δημιουργίας ευνοϊκών συνθηκών ουσιαστικής διαβούλευσης και ενεργούς εμπλοκής της κοινωνίας των πολιτών στην διαμόρφωση των σχετικών πολιτικών και νομοθετικών πρωτοβουλιών.

Τα ευρήματα αυτά οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι όποιες προσπάθειες αναβάθμισης των δημόσιων ψηφιακών υπηρεσιών πρέπει να συνοδευτούν άμεσα από πρωτοβουλίες που θα εμπνεύσουν και θα δημιουργήσουν συνθήκες κοινωνικής εμπιστοσύνης στους στόχους αλλά και στους τρόπους υλοποίησης της περίφημης ψηφιακής μετάβασης.

Παράλληλα με τις όποιες (τρέχουσες και μελλοντικές) δράσεις για την διείσδυση της τεχνητής νοημοσύνης στην ελληνική δημόσια και ιδιωτική σφαίρα και κυρίως την ανεύρεσή και εκπαίδευση ειδικών, θα ήταν χρήσιμο να αφουγκραστούμε τις ανησυχίες των Ελλήνων πολιτών όπως αποτυπώνονται πλέον πανευρωπαϊκά και να δημιουργηθούν οι κατάλληλοι μηχανισμοί διαχείρισης των σχετικών προκλήσεων σε επιχειρησιακό επίπεδο.

Χωρίς άμεση δράση πάνω στους αξιακους άξονες του νέου ψηφιακού κόσμου και στις συστάσεις της συγκεκριμένης Έκθεσης, η όποια ψηφιακή επανάσταση θα είναι μια επανάσταση εν κενω και κυρίως ερήμην όσων την έχουν περισσότερο ανάγκη για την διασφάλιση των δικαιωμάτων τους.

O Δρ. Μιχάλης Kρητικός είναι ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ, Επίκουρος Καθηγητής σε θέματα Τεχνητής Νοημοσύνης και Ψηφιακής Μετάβασης στη Σχολή Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου των Βρυξελλών και συγγραφέας του βιβλίου «Ethical AI Surveillance in the Workplace».