Η απόσυρση του Τζο Μπάιντεν από την προεδρική κούρσα προκάλεσε σεισμό στην πολιτική σκηνή των ΗΠΑ και αποτελεί αναμφισβήτητα σταθμό στην αμερικανική Ιστορία.

Τι φέρνει για τη χώρα αυτή η κίνηση του αμερικανού προέδρου; Αν και δεν είναι κάτι εντελώς πρωτοφανές για έναν εν ενεργεία πρόεδρο να μην διεκδικήσει άλλη θητεία, οι ιδιαιτερότητες της περίπτωσης Μπάιντεν – τόσο οι ανησυχίες για την πνευματική του διαύγεια και την καταλληλότητά του στο προεδρικό αξίωμα όσο και το μέγεθος του σύγχρονου προεκλογικού μηχανισμού που ελέγχει- βάζουν τις ΗΠΑ σε αχαρτογράφητα νερά.

Υπάρχουν πολλά ερωτήματα – και πολλοί άγνωστοι Χ- γύρω από τη μοναδική αυτή στιγμή στην ιστορία των ΗΠΑ και το Politico παραθέτει μερικά από αυτά.

  • Παραμένει ο Μπάιντεν πρόεδρος;

Ναι. Ο Μπάιντεν ανακοίνωσε ότι αποχωρεί από το ψηφοδέλτιο των Δημοκρατικών, αυτό όμως δεν τον απομακρύνει από το αξίωμα και παραμένει αρχηγός της χώρας μέχρι να ορκιστεί ο επόμενος πρόεδρος τον Ιανουάριο ή να επιλέξει να παραιτηθεί αργότερα. Στην ανακοίνωσή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ο Μπάιντεν ανέφερε ότι θα ολοκληρώσει τη θητεία του.

«Και ενώ ήταν πρόθεσή μου να διεκδικήσω την επανεκλογή μου, πιστεύω ότι είναι προς το συμφέρον του κόμματός μου και της χώρας να παραιτηθώ και να επικεντρωθώ αποκλειστικά στην εκπλήρωση των καθηκόντων μου ως Προέδρου για το υπόλοιπο της θητείας μου» έγραψε χαρακτηριστικά.

Κανένας Δημοκρατικός που ζήτησε από τον Μπάιντεν να αποχωρήσει από το ψηφοδέλτιο δεν τον κάλεσε να παραιτηθεί πρόωρα από το αξίωμά του, αν και ορισμένοι Ρεπουμπλικάνοι στο Κογκρέσο έθεσαν επί τάπητος αυτή την προοπτική.

Θεωρητικά ο Μπάιντεν θα μπορούσε να απομακρυνθεί από το αξίωμά του από το υπουργικό συμβούλιο μέσω της 25ης τροπολογίας -της ίδιας τροπολογίας που δεν είχε χρησιμοποιηθεί για τον τότε πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ μετά την εξέγερση της 6ης Ιανουαρίου 2021 – εάν θεωρηθεί ανίκανος να υπηρετήσει τη χώρα. Μέχρι στιγμής, κανένας αξιωματούχος του υπουργικού συμβουλίου δεν έχει ζητήσει κάτι τέτοιο.

  • Ποιος μπορεί να θέσει υποψηφιότητα;

Οποιοσδήποτε μπορεί να συγκεντρώσει αρκετές υπογραφές. Οι υποψήφιοι χρειάζονται υπογραφές από τουλάχιστον 300, αλλά όχι περισσότερους από 600, αντιπροσώπους – και οι αντιπρόσωποι μπορούν να υπογράψουν μόνο την αίτηση ενός υποψηφίου.

Επιπλέον, ένας υποψήφιος δεν μπορεί να δηλώσει στήριξη από περισσότερους από 50 αντιπροσώπους από μια δεδομένη πολιτεία, μια διάταξη που διασφαλίζει ότι όλοι οι υποψήφιοι βάζουν υποψηφιότητα θα κερδίσουν την υποστήριξη από ένα ευρύ φάσμα.

Υπάρχουν περίπου 4.700 αντιπρόσωποι, περιορίζοντας τον αριθμό των πιθανών υποψηφίων σε περίπου 15. Αλλά λειτουργικά θα είναι πολύ λιγότεροι: η πίεση για την αποφυγή μιας βρώμικης ψηφοφορίας υποψηφιότητας θα είναι τεράστια.

  • Τι γίνεται με την προεκλογική εκστρατεία του Μπάιντεν και τα χρήματα που δόθηκαν;

Στα τέλη Ιουνίου ο Μπάιντεν είχε διαθέσιμα 96 εκατομμύρια δολάρια για την προεκλογική του καμπάνια. Ποιος παίρνει τα χρήματα αυτά τώρα, αναρωτιέται το Politico.

Αρκετοί οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι όσο η Κάμαλα Χάρις παραμένει στο ψηφοδέλτιο – ενδεχομένως ως υποψήφια για την προεδρία, αλλά και αν προταθεί ξανά για αντιπρόεδρος – μπορεί να αναλάβει σχετικά απρόσκοπτα τον έλεγχο των χρημάτων.

Η άποψη αυτή δεν φαίνεται να είναι όμως καθολικά διαδεδομένη. Ο Τσάρλι Σπάικς, διακεκριμένος Ρεπουμπλικανός δικηγόρος που εργάστηκε για λίγο ως σύμβουλος της Εθνικής Επιτροπής των Ρεπουμπλικανών -προτού διωχτεί από τον Τραμπ και τους συμμάχους του- υποστήριξε σε άρθρο του στην Wall Street Journal ότι η Χάρις δεν δικαιούται αυτά τα χρήματα.

Οι καμπάνιες μπορούν επίσης να κάνουν απεριόριστες μεταφορές στις αντίστοιχες κομματικές επιτροπές τους, οπότε το πιο συνετό θα ήταν -αν η Χάρις δεν είναι στο ψηφοδέλτιο- να δοθούν τα χρήματα της καμπάνιας του Μπάιντεν στην Εθνική Επιτροπή των Δημοκρατικών, η οποία θα μπορούσε στη συνέχεια να τα ξοδέψει στις επερχόμενες εκλογές.

  • Έχει συμβεί ξανά κάτι παρόμοιο στις ΗΠΑ;

Οι περισσότεροι σύγχρονοι πρόεδροι έχουν επιδιώξει μια δεύτερη θητεία – με αξιοσημείωτη εξαίρεση τον Λίντον Μπ. Τζόνσον. Αφού ανέλαβε το υπόλοιπο της θητείας του Κένεντι και κέρδισε μια πλήρη θητεία το 1964, ο Τζόνσον σχεδίαζε να είναι ξανά υποψήφιος το 1968. Παρασύρθηκε όμως από τον πόλεμο του Βιετνάμ και κέρδισε μόνο στις προκριματικές εκλογές του Νιου Χαμσάιρ.

Ο ευάλωτος Τζόνσον -αντιμέτωπος με τον αντιπολεμικό Γιουτζίν Μακάρθι και την καθυστερημένη είσοδο του Ρόμπερτ Κένεντι – ανακοίνωσε σε ένα σοκαρισμένο έθνος τον Μάρτιο του 1968 ότι δεν θα διεκδικούσε πλέον το χρίσμα του κόμματός του για την προεδρία.

Λίγο αργότερα, ο Χιούμπερτ Χάμφρεϊ – ο αντιπρόεδρός του – θα ξεκινούσε τη δική του εκστρατεία. Η δολοφονία του Κένεντι άλλαξε τη δυναμική της κούρσας και ο Χάμφρεϊ κέρδισε το χρίσμα από την πρώτη ψηφοφορία σε ένα βίαιο συνέδριο στο Σικάγο.