Η ριζωμένη πεποίθηση, αν όχι η βεβαιότητα, πως ο Μάικλ Τζόρνταν είναι η πληρέστερη εκδοχή αθλητή που έπαιξε ποτέ μπάσκετ έχει -εν πολλοίς- τη στέρεη βάση της στους αδιαπραγμάτευτους αριθμούς. Αυτούς που οι Αμερικανοί ασπάζονται σαν ευαγγέλιο.
Σε αυτή τη -διακεκομμένη- πορεία των 19 ετών και των τριών διαφορετικών θητειών στο NBA ο Air αναδείχθηκε:
- 6 φορές πρωταθλητής
- 6 φορές MVP των τελικών
- 5 φορές MVP της κανονικής περιόδου
- 14 φορές All Star
- 10 φορές πρώτος σκόρερ
- 3 φορές πρώτος «κλέφτης»
- 1 φορά αμυντικός της χρονιάς
Για τους «εικονολάτρες» του Τζόρνταν το τελευταίο βραβείο είναι αυτό που τον εξυψώνει έναντι των σπουδαίων ανταγωνιστών του στη δεξαμενή των υποψήφιων GOATs. Ο Λεμπρόν Τζέιμς δεν έχει κρύψει πως ζηλεύει. «Είναι το μόνο βραβείο που λείπει από το σπίτι» έχει παραδεχθεί με ειλικρίνεια σε ανύποπτη στιγμή. Το είχε αγγίξει δις όλα αυτά τα χρόνια, αλλά η προσπάθειά του έμεινε ημιτελής σε αμφότερες.
«Όταν μιλάς για τον κορυφαίο όλων, η πρώτη λέξη είναι ο ‘καλύτερος’. Αυτός δηλαδή πέτυχε περισσότερα από κάποιον άλλον. Ο Τζόρνταν έχει υπάρξει αμυντικός της χρονιάς στο NBA, ο Λεμπρόν όχι» έχει συμπληρώσει από την πλευρά του ο -παλαίμαχος γκαρντ και νυν αναλυτής- Τζέιλεν Ρόουζ ρίχνοντας μπόλικες δόσεις αλατιού στην ανοικτή πληγή του «βασιλιά».
Η αμφισβήτηση που έκανε ταύρο τον Τζόρνταν
Ο Μάικλ Τζόρνταν είχε ψηφιστεί καλύτερος αμυντικός τη σεζόν 1987-88. Ήταν η μόλις τέταρτη χρονιά του στους Μπουλς, αλλά είχε ήδη φροντίσει να συστηθεί ως ένας σούπερ σκόρερ στις πρώτες τρεις.
Μολαταύτα τον είχε ενοχλήσει το γεγονός πως μετά την τριετία του στο Σικάγο είχαν ήδη αρχίσει να κυκλοφορούν ενστάσεις για το αν είναι όντως ένας ολοκληρωμένος παίκτης. Και φυσικά αν πρόκειται για τον παίκτη που θα σταθεί ικανός ν’ αλλάξει το αγωνιστικό status των «ταύρων» και να τους οδηγήσει -επιτέλους- στην κορυφή.
Είχε μάλιστα φροντίσει να διοχετεύσει τη δυσαρέσκειά του αυτή στον (υποστηρικτικό) Τύπο, καθώς πάντα είχε τους κατάλληλους ανθρώπους στο πλάι του.
Το αμέσως προηγούμενο βραβείο για τον «εξολοθρευτή» της χρονιάς είχε απονεμηθεί στον Μάικλ Κούπερ των Λος Άντζελες Λέικερς. Ο Τζόρνταν δεν ήταν καν στην πρώτη πεντάδα των επιλογών όσων ψήφιζαν παρά τα 5.2 ριμπάουντ, τα 2.9 κλεψίματα και το 1.5 μπλοκ που μετρούσε ανά αγώνα.
Ήταν ο πρώτος παίκτης όλων των εποχών με τουλάχιστον 200 κλεψίματα και 100 κοψίματα στην ίδια σεζόν, αλλά (για αδιευκρίνιστο λόγο) τον είχαν σνομπάρει. Αυτή η αμφισβήτηση προς το πρόσωπό του μετατράπηκε σε κινητήριο πείσμα. Διψούσε πλέον για αίμα.
Πήρε εκδίκηση με ασύλληπτα νούμερα
Ένα χρόνο αργότερα ο Μάικλ Τζόρνταν ήταν ταυτόχρονα ο αρχισκόρερ και ο κορυφαίος αμυντικός της κανονικής περιόδου. Ένας καθ’ ολοκληρία MVP.
Πρόκειται για έναν συνδυασμό ατομικών διακρίσεων που ως σήμερα, 3,5 δεκαετίες μετά, δεν έχει επαναληφθεί από τον οποιονδήποτε. Ούτε ο Λάρι Μπερντ ούτε ο Καρίμ Αμπντούλ-Τζαμπάρ ούτε ο Μάτζικ Τζόνσον ούτε ο Χακίμ Ολάζουον είχαν καταφέρει ποτέ στην πορεία τους κάτι ισοδύναμο.
«Είναι ένας από τους στόχους που είχα θέσει στον εαυτό μου», θα εκμυστηρευόταν ο Τζόρνταν μιλώντας στο Associated Press μετά την τότε «διπλή νίκη» του. «Ήθελα να δείξω στον κόσμο ότι είμαι κάτι περισσότερο από ένας σκόρερ».
Είχε ήδη πάρει την εκδίκησή που τόσο λαχταρούσε, το στοίχημα που είχε βάλει με τον εαυτό του ήταν πολλαπλά κερδισμένο. Είχε πείσει τους πάντες, καθώς στην ψηφοφορία σάρωσε κατατροπώνοντας τους Μαρκ Ίτον, Χακίμ Ολάζουον και Άλβιν Ρόμπερτον που ακολούθησαν. Ο -κάτοχος- Μάικλ Κούπερ των 61 αγώνων είχε καταλήξει τέταρτος.
Ο Τζόρνταν είχε τελειώσει τη χρονιά με 5.5 ριμπάουντ, 3.2 κλεψίματα και 1.6 μπλοκ ανά συμμετοχή. Αν μη τι άλλο τα νούμερα του ήταν άκρως εντυπωσιακά για παίκτη στην περιφέρεια, κοντύτερο των δύο μέτρων (1.98). Συνολικά είχε κλέψει την μπάλα 259 φορές (κορυφαίος της κατηγορίας) και είχε κόψει 131 σουτ. Υπήρξε βραδιά που μέτρησε 6 κλεψίματα και 4 μπλοκ (κόντρα στους Σίξερς) κι άλλη μία με συνολικά 10 κλεμμένες μπάλες χωρίς ν’ αγωνιστεί καν στην τέταρτη περίοδο (κόντρα στους Νετς). Είναι μέχρι σήμερα η κορυφαία επίδοση στην ιστορία των Μπουλς.
H αμφιβολία για τους αριθμούς του Τζόρνταν
Ο MJ ήταν ο απόλυτος και στην άμυνα. Ή μήπως όχι; Ο Τομ Χάμπερστροχ, γράφοντας για λογαριασμό του Sports.Yahoo, εξέφρασε τις αμφιβολίες του. Το πρόσφατο άρθρο του ήταν το πόρισμα μιας ολόκληρης έρευνας του τι, είναι πιθανό, να συνέβη στη διάρκεια όλης της «εξωγήινης» χρονιάς του Τζόρνταν – οκτώ χρόνια πριν πρωταγωνιστήσει στο χολιγουντιανό «Space Jam».
Αφορμή για να γεννηθεί η δυσπιστία αποτέλεσε η κουβέντα που είχε κάνει προ μηνών με τον Άλεξ Ράκερ, πρώην στέλεχος ομάδων του NBA. Του είχε ομολογήσει πως τόσο ο ίδιος όσο και άλλοι στατιστικολόγοι κατά τη δεκαετία του ’90 φρόντιζαν να «εμπλουτίζουν» τους αριθμούς των παικτών της εκάστοτε ομάδας που εργάζονταν στα εντός έδρας παιχνίδια της. Κατά τον Ράκερ ήταν μια συνήθη πρακτική που ευνοούσε τους αστέρες της λίγκας έτσι ώστε εμφανίζονται ακόμη πιο επιδραστικοί στο παιχνίδι.
Τους πόντους δεν ήταν δυνατόν να τους πειράξουν, αλλά ήταν πιο εφικτό να επέμβει ανθρώπινο χέρι σε πιο «τρωτές» στατιστικές κατηγορίες. Μεταξύ αυτών τα μπλοκ, τα κλεψίματα, οι ασίστ, λιγότερες φορές τα ριμπάουντ. Φερ’ ειπείν αν σ’ ένα κλέψιμο εμπλέκονταν δύο παίκτες, υπήρχε η επιλογή σε ποιον θα πιστωθεί. Επίσης μια πάσα που οδηγούσε εκ των υστέρων σε καλάθι θα μπορούσε να μετατραπεί σε ασίστ ακόμη κι αν δεν ήταν τέτοια.
Η ανακολουθία εντός κι εκτός έδρας αγώνων
Τα στατιστικά από την εποχή ήταν εύκολο να επαληθεύσουν τον ισχυρισμό του Ράκερ, διότι τόσο στα 80s όσο και στα 90s οι γηπεδούχες ομάδες εμφάνιζαν τεράστια διαφορά στις αριθμητικές επιδόσεις τους συγκριτικά με τις αντίστοιχες που είχαν στους εκτός έδρας αγώνες τους. Το γεγονός πως η τεχνολογία βρισκόταν ακόμη σε πρώιμο στάδιο και τα στατιστικά κρατούνταν χειροκίνητα ωφελούσε ξεκάθαρα τους παίκτες.
Αυτή ακριβώς τη διαφορά ο Τομ Χάμπερστροχ την εντόπισε και στους αριθμούς του Τζόρνταν. Τη στιγμή που στους αγώνες των Μπουλς που φιλοξενούνταν στο Chicago Stadium (πριν από τη μετακόμιση στο United Center) είχε 4 κλεψίματα και 2.1 μπλοκ, οι on road επιδόσεις του έπεφταν στο μισό (2.1 κλεψίματα, 1.2 μπλοκ). Κι αν ο δημοσιογράφος – ερευνητής αποδέχθηκε πως όντως οι παίκτες επηρεάζονται θετικά κι αποδίδουν καλύτερα μπροστά στο κοινό της ομάδας που ανήκουν, το ογκώδες χάσμα του 182% στα stocks (συνδυασμός κλεψίματων/κοψιμάτων) που εμφάνισε ο Air μεταξύ των εντός και των εκτός έδρας αγώνων ήταν εντελώς αφύσικο.
Ποτέ άλλοτε οποιασδήποτε «αμυντικός της χρονιάς» δεν είχε τέτοια διαφορά.
Ο Τζόρνταν εμφανιζόταν θεός και θνητός ταυτόχρονα
Για παράδειγμα ο Τζόρνταν είχε 165 κλεψίματα σε ματς που διεξήχθησαν στο Σικάγο (μακράν πρώτος όλης της λίγκας) και μόλις 94 σε αυτά εκτός (μόλις τέταρτος). Ανάλογα ανισοβαρής ήταν η εικόνα του στα κοψίματα. Διότι είχε 84 συνολικά όταν οι Μπουλς ήταν γηπεδούχοι (όγδοος σε όλο το πρωτάθλημα) και μόλις 47 με τους Μπουλς φιλοξενούμενους (21ος). Ενδεικτικό είναι πως στα δέκα παιχνίδια που ο Τζόρνταν είχε τουλάχιστον τέσσερα μπλοκ, τα εννέα είχαν διεξαχθεί στο Σικάγο!
«Αν πιστεύαμε τα επίσημα στοιχεία, ο Τζόρνταν ήταν ένας θεός εντός έδρας κι ένας απλός θνητός εκτός», ισχυρίστηκε με χιούμορ ο Χάμπερστροχ, ο οποίος παρατήρησε πως την επόμενη ακριβώς χρονιά τα νούμερα του ίδιου παίκτη επανήλθαν, για κάποιο λόγο, σε φυσιολογικό επίπεδο – ανάλογο του σωματικού μεγέθους του.
Ο hall of famer αθλητικογράφος της Boston Globe, Μπομπ Ράιαν, δεν εμφανίστηκε σοκαρισμένος από το ενδεχόμενο να έχουν πειραχτεί τα νούμερα του Τζόρνταν. Ο ίδιος είχε δώσει την ψήφο του στον Air, αλλά από τα σύννεφα δεν έπεσε με όσα του μεταφέρθηκαν. Ήταν αποδέκτης ανάλογων ιστοριών που είχαν σε κεντρικό ρόλο είτε τον Ουίλτ Τσαμπρλέιν είτε τον Μπιλ Ράσελ από τη δεκαετία του ’60. Αθροιστικά ήταν 26 τα παιχνίδια που οι δυο θρύλοι είχαν μαζέψει τουλάχιστον 40 ριμπάουντ σε ένα παιχνίδι. Κανένα εξ αυτών δεν ήταν εκτός έδρας.
Βλέποντας ξανά τα παιχνίδια του Τζόρνταν
Αν όσοι κρατούσαν στατιστικά στα εκτός έδρας ματς τούς «έκλεβαν» επιδόσεις, θα αντέστρεφε το θεώρημα. Ο Τομ Χάμπερστροχ ωστόσο υποστήριξε πως αυτό δεν συνέβαινε. Παρέα με τον Λέτονο Ρέινις Λάτσις, έναν παράγοντα με εμμονή στο μπάσκετ που είχε ανακαλύψει τέτοιες ανακολουθίες στο παρελθόν, κάθισαν και παρακολούθησαν (ξεχωριστά ο καθένας) ορισμένους αγώνες του Τζόρνταν από τη σεζόν 1987-88. Στο επίσημο κανάλι του NBA έχει αναρτηθεί και video από το ματς που ο Τζόρνταν είχε καταφέρει να κάνει δέκα κλεψίματα. Μαζί διαπίστωσαν πως σε αυτό υπάρχουν μόνο (τα) έξι! Συμπτωματικά ή όχι, ήταν ματς που διεξήχθη στο Σικάγο.
Συνολικά παρακολούθησαν έξι ολόκληρα παιχνίδια της ιστορικής σεζόν – από την αρχή ως το τέλος τους. Σε αναμέτρηση με τους Ατλάντα Χοκς του Ντόμινικ Γουίλκινς που είχαν δέκα λάθη για δέκα κλεψίματα των Μπουλς, αναλογία εξίσου αδύνατη τη στιγμή που μια ομάδα υποπίπτει σε διαφόρων ειδών λάθη (λήξη επίθεσης, βήματα, κλπ), στον Τζόρνταν είχαν πιστωθεί τα πέντε. Εκ της εικόνας επαληθεύτηκαν τα δύο – τα άλλα τρία όχι.
Το ίδιο ακριβώς μοτίβο επαναλαμβανόταν σε όλα τα διαθέσιμα παιχνίδια. Οι Χάμπερστροχ και Λάτσις διαπίστωσαν πως σε καθένα εξ αυτών η γενναιοδωρία της στατιστικής προς τον Τζόρνταν δεν ήταν, ποτέ, αμελητέα όταν αυτός έπαιζε μπροστά στους Chicagoans.
Ο άνθρωπος πίσω από τα νούμερα του Τζόρνταν
Ο Τζόρνταν είχε γνωστή εμμονή με τα προσωπικά στατιστικά του – όπως κάθε σταρ. Κάποιος όμως μεριμνούσε προκειμένου να ικανοποιείται λίγο παραπάνω.
Ο Μπομπ Ρόζενμπεργκ έχει περιγραφεί ως ο μακροβιότερος στατιστικολόγος στον αμερικανικό αθλητισμό. Δούλευε για τους Μπουλς από το 1965 και «συνταξιοδοτήθηκε» το 2023. Ο «Ρόζι» είχε προλάβει τον Τζέρι Σλόοαν κι έφτασε ως τον Ζακ Λαβίν. Εργαζόταν και για τους υπόλοιπους οργανισμούς της «πόλης των ανέμων» αποτελώντας ένα αδιαμφισβήτητο σημείο αναφοράς.
Ο Ρόζενμπεργκ συνδέθηκε αδερφικά με τον Τζόρνταν από την πρώτη ημέρα της συνύπαρξής τους στους Μπουλς. Ήταν ο άνθρωπός του έξω από το παρκέ, αυτός που τον ενημέρωνε το τι του λείπει όταν κυνηγούσε ένα triple double.
Ποτέ του δεν κατηγορήθηκε επισήμως πως επηρέαζε τα νούμερα. Ανεκάθεν πάντως κυκλοφορούσαν φήμες. Το ανέκδοτο με τον Γκάι Ρότζερς που ο Ρόζι «τον έκανε διάσημο σε όλο το NBA» ως το καλύτερο πασέρ του πρωταθλήματος κατά τη σεζόν 1966-67, πάνω από τον Όσκαρ Ρόμπερτσον, κουβαλά μια διαχρονική αξία. Ο Ρότζερς είχε 12.4 ασίστ εντός έδρας και 10.1 εκτός.
Όταν οι Πίστονς εξέθεσαν τον Τζόρνταν
Ο Τζόρνταν παρέλαβε το βραβείο του αμυντικού της χρονιάς πριν από το τέταρτο παιχνίδι της ημιτελικής σειράς των playoffs απέναντι τους μισητούς Πίστονς. Η παρέα των Τόμας, Ντούμαρς, Ρόντμαν και Λαμπίρ δεν αποδέχονταν τον Air ως ισάξιό τους.
Στο πρώτο ματς, που είχε φιλοξενηθεί στο Ντιτρόιτ, ο Τζόρνταν χόρευε σε ρυθμούς triple double, αλλά δεν είχε ούτε ένα κλέψιμο. Στο τέταρτο εγκλωβίστηκε όπως και όλοι οι υπόλοιποι στις αντίπαλες δαγκάνες και το 96-77 έφερε τα «bad boys» στο 3-1 προτού προκριθούν με άλλη μια νίκη.
Τοπική εφημερίδα του Μίτσιγκαν έγραφε την επόμενη ημέρα ότι «οι Πίστονς δεν ξεγελάστηκαν από τους αριθμούς των Μπουλς». Ο Τζόρνταν θα τέλειωνε τα playoffs με 3.8 κλεψίματα και 1.5 μπλοκ στα ματς του Σικάγο και 1.8 κλεψίματα και 0.8 μπλοκ μακριά απ’ αυτό!
«Το γεγονός πως είναι η καλύτερη αμυντική ομάδα δεν σημαίνει ότι έχουν την καλύτερη αμυντική ομάδα» ισχυριζόταν σε μια μορφή σιβυλλικού χρησμού, αλλά και λανθάνουσα μομφή προς τον Τζόρνταν ο θηριώδης Πολ Λαμπίρ. Ήθελε να υπονοήσει ξεκάθαρα πως τα περισσότερα κλεψίματα δεν αναδεικνύουν τον οποιονδήποτε κορυφαίο αμυντικό της χρονιάς. Πόσο μάλλον αν ο συνολικός αριθμός τους είναι, ενδεχομένως, πειραγμένος.
Ο Τζόρνταν θα ομολογούσε πως «σίγουρα βοήθησε η πρωτιά στα κλεψίματα». Από ‘κει και πέρα, ο καθένας ας βγάλει τα συμπεράσματα που τον βολεύουν.