Όλα έγιναν μέσα σε ένα απόγευμα και δεν ήμασταν απόλυτα προετοιμασμένοι. Πρώτα κυκλοφόρησε η Μαρίνα Σάττι το πιο πολιτικό μέχρι τώρα βιντεο κλιπ της, ένα μοναχικό λυγμό για τους εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς πρόσφυγες στη θάλασσα της Μεσογείου, και έπειτα οι Massive Attack συνδύασαν πολιτική και visuals σε μια σχεδόν μονοθεματική συναυλία για την επίθεση του Ισραήλ στη Γάζα.

Μέσα σε λίγες ώρες βρεθήκαμε να συζητάμε για πολιτική και τέχνη (όπως συζητήσαν και το προηγούμενο ΣΚ όσοι παρακολούθησαν την «Ορέστεια» του Τερζόπουλου και όπως συζητούσαν για τρεις θεατρικές σεζόν όσοι έβγαιναν στην Ιπποκράτους μαγεμένοι από τον «Τυχαίο θάνατο ενός αναρχικού» με πρωταγωνιστή τον Πάνο Βλάχο).

Το πιο προσωπικό τραγούδι της Σάττι, αυτό που είναι αφιερωμένο στον πατέρα της, το «Αχ θάλασσα» (σε στίχους Λένας Κιτσοπούλου) απέκτησε μια νέα απόλυτα πολιτική και επίκαιρη πλαισίωση: το αχανές νεκροταφείο της Μεσογείου, εκεί όπου τα τελευταία δέκα χρόνια  έχουν χάσει έως τώρα τη ζωή τους 29.984 παιδιά.

Η Σάττι κάνει μια δήλωση σαφή, εικαστικά δυνατή και αισθητικά απόλυτα συνεπή με το ύφος της. Συνδυασμός δύσκολος που απαιτεί ταλέντο και επίγνωση. Η πιο δημοφιλής ποπ καλλιτέχνιδα αυτή τη στιγμή της χώρας επιλέγει να μιλήσει για ένα  θέμα βουλιάζει στα πιο σκοτεινά βάθη του δημόσιο διαλόγου. Και αυτό ενόχλησε. Διότι η Σάττι είναι αποδεκτή όταν «μας πάει τάπα» ή όταν ανεβάζει στη σκηνή τον ΛΕ.ΠΑ. και την Έφη Θώδη. Η γοητεία και η απήχηση της, ωστόσο, οφείλεται στην εξαιρετική της δεξιοτεχνία με την οποία χαϊδεύει  τον αφρό των πραγμάτων, η οποία συνδυάζεται με την τόλμη της να θίγει τρέχοντα πολιτικά ζητήματα. Και αυτό ναι, δεν γίνεται να προκαλέσει χασμουρητά.

Το «Αχ θάλασσα» αγαπιέται (ή λοιδορείται) επειδή, παρά την καλαίσθητη κινηματογράφησή του, δεν ωραιοποιεί την πραγματικότητα αλλά την καταγράφει ως έχει. Σε ένα καλοκαίρι που αφενός γίνεται όλο και πιο αβίωτο ως προς τις κλιματολογικές του συνθήκες και αφετέρου μετατρέπεται σε προνόμιο ξεκούρασης για τους έχοντες, η Σάττι έρχεται πάνω σε ένα λευκό-γαλάζιο καΐκι και με έναν θρήνο ρωμαλέο σαν κύμα τραγουδά για όσους χάθηκαν στον υγρό τάφο της Μεσογείου.

Λίγες ώρες αργότερα, αρκετά προετοιμασμένοι για το τι θα δούμε, οι Massive Attack έδωσαν μια πολιτική συναυλία στην πλατεία Νερού. Σίγουρα όχι την καλύτερη που έχουν κάνει στη χώρα μας, αφού υποβαθμίστηκε η αξία των τραγουδιών για το περιεχόμενο των visuals, αλλά αναμφίβολα αυτή που έχει συζητηθεί περισσότερο.

Η εκτέλεση του «Safe from Harm» θα μας συντροφεύει για μια ζωή. Η ιλιγγιώδης καταμέτρηση δεδομένων που έτρεχε στο matrix της σκηνής γέννησε μια καταιγιστική αφήγηση της κατοχής της παλαιστινιακής γης από το Ισραήλ. Αυτή  ήταν μια από τις πιο δυνατές εικόνες του live, το οποίο ήταν ένα πυκνό πολιτικό μανιφέστο, μια συνολική κριτική στον Δυτικό Κόσμο που βουτά εκστατικά το κεφάλι του όλο και πιο βαθιά στον κουβά με τα σκατά. Οι κοινωνίες μας βρίσκονται σε μια παρατεταμένη δίνη πολυκρίσεων. Δεν είναι κακό κάποιος να στα επισημαίνει κι ας φαίνεται ότι κουνάει το δάχτυλο.

Το επόμενο 24ώρο της συναυλίας, με όλο αυτό τον πληθωρισμό stories και επαινετικών σχολίων, ήρθε και ο εύλογος προβληματισμός: Λειτούργησε όλο αυτό ως τροφή για σκέψη ή γίναμε κι εμείς κομμάτι όσων κριτικάρουν οι Massive Attack; Πήγαμε, ακούσαμε αυτά που θέλαμε, ανεβάσαμε τα stories μας, εκτονωθήκαμε και μας έστειλαν για ύπνο αγκαλιά με το κλιματιστικό.

Όπως κα να ‘χει, αν κάτι επιβεβαιώσαμε είναι ότι εκεί έξω, υπάρχει ένα κοινό που αναζητά καλλιτέχνες οι οποίοι δεν θα διστάσουν να γίνουν δυσάρεστοι προκειμένου να θέσουν κρίσιμα ζητήματα στο τραπέζι, διαλύοντας έτσι αυτό τον πηχτό χυλό αποσιώπησης, «σπιναρίσματος» και αποσπασματικότητας. Μια κουβέντα για τέχνη και πολιτική είναι καταδικασμένη να μένει διαρκώς ανοιχτή. Πλέον όμως αποκτά ξανά διαστάσεις υπαρξιακές για τις κοινωνίες μας.