Μια υψηλή επένδυση, που ως το 2027, αναμένεται να προσδώσει στην οικονομία της χώρας μας μια ώθηση της τάξης του 1,13 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ και να ενισχύσει σημαντικά την απασχόληση με πάνω από 1.000 άτομα καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού.
«Αιχμή του δόρατος» των επενδύσεων αποτελεί η δημιουργία βιομηχανικών μονάδων στην Τρίπολη, που θα συγκαταλέγονται ανάμεσα στις 3 μεγαλύτερες παραγωγικές μονάδες πενικιλινούχων & ογκολογικών φαρμάκων της Ευρώπης.
Οι 5 παραγωγικές μονάδες στην Τρίπολη, θα έχουν την δυνατότητα παραγωγής σχεδόν του ενός τρίτου των αναγκών της Ευρώπης σε πενικιλινιούχα αντιβιοτικά και σε ογκολογικά φάρμακα, με τα προϊόντα που παράγουν, ενώ για πρώτη φορά θα καταστεί δυνατή για τη χώρα μας, η παραγωγή πρώτων υλών για χημικά φάρμακα.
Συγκεκριμένα, προβλέπεται η δημιουργία δύο μονάδων παραγωγής πρώτων υλών και τριών μονάδων παραγωγής τελικού προϊόντος, με δυναμικότητα 50 τόνων πρώτης ύλης και 100 εκατ. τεμάχια τελικού προϊόντος.
Το παραγωγικό hub στην Τρίπολη θα τροφοδοτείται από την ερευνητική δραστηριότητα του Κέντρου Έρευνας και Ανάπτυξης που λειτουργεί ήδη στη Θεσσαλονίκη, συνολικής έκτασης 2.400 τ.μ., στο οποίο αναπτύσσονται πρώτες ύλες φαρμάκων χημικής προέλευσης στο πλαίσιο του συνολικού επενδυτικού προγράμματος της DEMO.
Πρόκειται για το μεγαλύτερο κέντρο φαρμακευτικής Έρευνας & Ανάπτυξης στην περιοχή, και το οποίο σε συνεργασία με την Πανεπιστημιακή Κοινότητα, έχει ήδη ξεκινήσει τις ερευνητικές του δραστηριότητες. Στόχος είναι η ανάπτυξη 5 νέων Δραστικών Πρώτων Υλών και 21 τελικών προϊόντων κάθε χρόνο. Το Κέντρο είναι στελεχωμένο με υψηλής κατάρτισης επιστημονικό προσωπικό και σε πλήρη λειτουργία θα απασχολεί περίπου 100 νέους επιστήμονες υψηλής εξειδίκευσης.
Επάρκεια στην Ευρώπη
Η δραστική αυτή αύξηση της δυνατότητας παραγωγής φαρμάκων στη χώρα μας, δημιουργεί τις προϋποθέσεις επάρκειας φαρμάκων όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για την Ευρώπη, συνολικά.
Ταυτόχρονα όμως, η ανάπτυξη και παραγωγή πρώτων υλών στη χώρα μας, δίνει τη δυνατότητα αυτάρκειας και της Ευρώπης σε πρώτες ύλες, έναντι των τρίτων χωρών από τις οποίες γίνεται σήμερα η προμήθεια των πρώτων υλών, δηλαδή την Κίνα και την Ινδία.
Η εξάρτηση αυτή, που φάνηκε με την καραντίνα της πανδημίας, ήταν εξάλλου και η αφορμή για την έναρξη της επένδυσης αυτής, καθώς η ισχυρή παραγωγική βάση φαρμάκων στη χώρα μας, οδήγησε σε αύξηση των εξαγωγών προς την Ευρώπη, στη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης. Τα φάρμακα που βρέθηκαν σε έλλειψη ήταν απολύτως απαραίτητα, όπως αναισθητικά, αντιβιοτικά, αναλγητικά κλπ.
Η ανάγκη αυτή, ήταν και η αιτία για τις αλλαγές στη φαρμακευτική πολιτική της Ε.Ε., που στόχο έχουν τον «επαναπατρισμό» της παραγωγής φαρμάκων στην Ευρώπη.
Η Ελληνική φαρμακοβιομηχανία
Οι ελληνικές φαρμακευτικές, αναπτύσσουν και παράγουν είτε επώνυμα γενόσημα με ιδιόκτητα εμπορικά σήματα, είτε πρωτότυπα φάρμακα για λογαριασμό τρίτων, σε 32 υπερσύγχρονα εργοστάσια με τη χρήση τεχνολογίας αιχμής και εξελιγμένων συστημάτων ποιοτικού ελέγχου, ενώ απασχολούν περίπου 11.000 άτομα ή το 60% των απασχολουμένων στον κλάδο. Από αυτούς, οι 800 είναι επιστήμονες υψηλής εξειδίκευσης σε τμήματα έρευνας και ανάπτυξης. Τα φάρμακα της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας αναλογούν στο 20% της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης.
Με το πρόγραμμα του Ταμείου Ανάκαμψης και το επενδυτικό clawback, οι ελληνικές φαρμακευτικές υλοποιούν επενδυτικά προγράμματα της τάξης του 1,2 δισ. ευρώ, που περιλαμβάνουν 12 νέα εργοστάσια φαρμακευτικών προϊόντων, 32 νέες μονάδες παραγωγής και 56 γραμμές παραγωγής, 16 νέες ερευνητικές υποδομές. Οι επενδύσεις αυτές αναμένεται να δημιουργήσουν 5.500 νέες θέσεις εργασίας.
Στόχος των επενδύσεων αυτών είναι να αναδειχθεί η Ελλάδα, ως κόμβος έρευνας και παραγωγής φαρμάκων στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες εξάγουν τα προϊόντα τους σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. και συνολικά σε 85 χώρες. Τα ελληνικά φάρμακα υπόκεινται σε διαρκείς ελέγχους, αναγνωρίζονται ως ποιοτικά, ασφαλή και αποτελεσματικά και εγκρίνονται από δεκάδες οργανισμούς φαρμάκων σε όλο τον κόσμο.
Το ελληνικό φάρμακο αποτελεί το δεύτερο σε σημασία εξαγώγιμο προϊόν της χώρας, σύμφωνα με στοιχεία του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών του Πανελλήνιου Συνδέσμου Εξαγωγέων.
Σήμερα, οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες συνεισφέρουν με 2,8 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ της χώρας ενώ σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ για κάθε 1 ευρώ που δαπανάται σε Ελληνικό Φάρμακο, το ΑΕΠ της χώρας ενισχύεται κατά 3,42 ευρώ.