Το πρόβλημα με τις τιμές της ενέργειας και τις εκρηκτικές αυξήσεις τους μέσα στο κατακαλόκαιρο είναι μία φωτογραφία των πραγματικών προκλήσεων που καλείται να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση. Έχουν συγκεκριμένα ονόματα, δεν είναι μία γενική και αόριστη «καθημερινότητα» και διαμορφώνουν την πραγματική συνθήκη που επηρεάζει (κάποια στιγμή) και την ψήφο.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση το κακό είναι ότι οι αδαείς περί την ενεργειακή αγορά και τις διασυνδέσεις των ευρω-βαλκανικών δικτύων, δηλαδή η πλειονότητα των πολιτών, ούτε πολυκαταλαβαίνουν τι συμβαίνει και γιατί θα πληρώσουν τόσο ακριβά, ούτε βγάζουν άκρη από τα όσα προσπαθεί να εξηγήσει ο αρμόδιος υπουργός, ούτε και έχουν τη διάθεση ή τη δυνατότητα να αλλάζουν παρόχους κάθε μήνα, συμμετέχοντας με τον τρόπο τους στον ενεργειακό τζόγο. Το μόνο που τους μένει, είναι η απορία για τα πολύχρωμα τιμολόγια και το «πώς μπλέξαμε έτσι».
Είναι μία από τις πολλές παραμέτρους, που κάποια στιγμή ακυρώνουν τις ιδεολογικές αναζητήσεις και τις επικοινωνιακές φανφάρες και καθορίζουν τα κριτήρια αξιολόγησης κυβερνήσεων και προσώπων. Μπορεί οι αξιολογήσεις κάποια στιγμή να αποδεικνύονται άδικες ή και λανθασμένες. Όμως αυτοί είναι οι όροι του παιχνιδιού.
Το βασικό πρόβλημα με ζητήματα όπως αυτό του κόστους της ενέργειας, είναι ότι καταλήγει στην τσέπη των πολιτών. Και οι περισσότεροι από αυτούς δεν ενδιαφέρονται για σύνθετες και ακατανόητες εξηγήσεις. Ενδιαφέρονται μόνο για το πώς θα πληρώνουν λιγότερα και για το πώς θα αυξήσουν τα εισοδήματά τους. Η εξίσωση αποδεικνύεται δύσκολη. Κυρίως για τους πολίτες, οι οποίοι όμως κάποια στιγμή στέλνουν τον δικό τους λογαριασμό.