Μια πολωμένη Αμερική. Και μια απόπειρα δολοφονίας. Δύο συνθήκες συγκοινωνούντα δοχεία. Η δολοφονική επίθεση εναντίον του Ντόναλντ Τραμπ έρχεται σε μία εποχή κατά την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής είναι διαιρεμένες, διανύοντας δρόμους παράλληλους λόγω ιδεολογικών και πολιτισμικών (κόκκινων) γραμμών.
Η απόπειρα δολοφονίας εναντίον του πρώην προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, είναι ικανή να δυναμιτίσει τόσο το πολιτικό σκηνικό και να διαλύσει περαιτέρω την Αμερική;
Οι πρώτες αναλύσεις καταλήγουν στο συμπέρασμα πως είναι η απόπειρα εναντίον του Τραμπ είναι πιθανότερο να διχάσει (περισσότερο) παρά να ενώσει τους Αμερικανούς.
Η απόπειρα δολοφονίας του Ντόναλντ Τραμπ: Μπροστά σε ένα νέο 1968;
Η συζήτηση ανοίγει και είναι εύλογος ο παραλληλισμός με την Αμερική του 1968, ένα σημείο καμπής για τη χώρα, με τις συνέπειες να παραμένουν νωπές ακόμα και σήμερα. Θα ζήσουν οι ΗΠΑ ένα ακόμα ‘68 και πόσο μοιάζουν τελικά αυτές οι δύο χρονιές;
Το 1968 ήταν μια χρονιά φυλετικών συγκρούσεων, ταραχών στις πόλεις και μία χρονιά που στιγματίστηκε από τις δολοφονίες του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ Τζούνιορ και του Ρόμπερτ Φ. Κένεντι.
Οι διαμαρτυρίες για τον πόλεμο του Βιετνάμ οδήγησαν τότε τον Δημοκρατικό πρόεδρο Λίντον Τζόνσον να εγκαταλείψει τον αγώνα του για επανεκλογή.
«Από όλες τις ομοιότητες μεταξύ του 1968 και του 2024, η έλλειψη πολιτικής βίας φέτος ήταν ένας από τους βασικούς τομείς στους οποίους τα έτη αποκλίνουν» δήλωσε ο Λιούκ Νίχτερ, ιστορικός στο Πανεπιστήμιο Chapman και συγγραφέας του βιβλίου «1968: The Year That Broke Politics». «Αυτό δεν ισχύει πλέον», συμπληρώνει.
Ο Μάικλ Κάζιν, ιστορικός στο Πανεπιστήμιο Georgetown, δήλωσε ότι η πολιτική βία έχει μακρά ιστορία στην Αμερική. «Όπως και το 1968 – ή το 1919 ή το 1886 ή το 1861 – η βία που μόλις συνέβη είναι μάλλον αναπόφευκτη σε μια κοινωνία τόσο πικρά διχασμένη όσο η δική μας.
Και φυσικά υπάρχει στην πραγματικότητα λιγότερη βία στην πολιτική τώρα απ’ ό,τι σε εκείνα τα άλλα χρόνια».
Περισσότερο από κάθε άλλη φορά εδώ και γενιές, οι Αμερικανοί δεν βλέπουν τους εαυτούς τους σε ένα συλλογικό εγχείρημα, αλλά αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους σε αντίθετες πλευρές σύγχρονων επάλξεων.
Μία ήδη πολωμένη Αμερική
Η ειδοποιός διαφορά του 1968 με το 2024 είναι ότι οι δολοφονίες του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και του Τζον Φ. Κένεντι δεν έγιναν πηγές διχασμού μεταξύ του Ρεπουμπλικανικού και του Δημοκρατικού κόμματος.
Μέσα σε λίγα λεπτά από τους πυροβολισμούς εναντίον του Ντόναλντ Τραμπ από το χέρι του 20χρονου Τόμας Μάθιου Κρουκς, ο αέρας γέμισε με θυμό, πικρία, καχυποψία και αλληλοκατηγορίες, σε μία χώρα που σφύζει από εχθρότητα.
Οι Δημοκράτες κατήγγειλαν την πολιτική βία, την οποία εδώ και καιρό κατηγορούν τον Τραμπ ότι ενθαρρύνει. Οι Ρεπουμπλικάνοι κατηγόρησαν αμέσως τον Μπάιντεν και τους συμμάχους του για την επίθεση, η οποία όπως υποστήριξαν, προήλθε από τις εμπρηστικές αναφορές στον «Τραμπ που καταστρέφει τη Δημοκρατία».
Η απόπειρα εναντίον του γίνεται, ήδη από τα πρώτα δευτερόλεπτα, «χαρτί» επανεκλογής. Οι άνθρωποι των μυστικών υπηρεσιών έχουν πέσει επάνω του. Ο Τραμπ σηκώνεται και θέλει να συνεχίσει να μιλάει. Η ασφάλειά του έχει σχηματίσει ένα ανθρώπινο περίβλημα για να τον κατεβάσει από τη σκηνή. Εκείνος σηκώνει τη γροθιά του και λέει τρεις φορές “Fight”.
Η στιγμή αποτυπώνεται.
Στην πρώτη του συνέντευξη, μετά την επίθεση, ο Τραμπ αναφέρει στη New York Post: «Δεν έπρεπε να είμαι εδώ, έπρεπε να είμαι νεκρός» και «Υποτίθεται ότι είμαι νεκρός».
Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, είπε ότι θα είχε πεθάνει αν δεν είχε γυρίσει το κεφάλι του ελαφρώς προς τα δεξιά για να διαβάσει ένα διάγραμμα για τους παράτυπους μετανάστες. Εκείνη τη στιγμή, αυτό που θα ήταν μια θανατηφόρα βολή, τελικά του έσκισε ένα μικρό κομμάτι από το αυτί του.
Το αφήγημα του Τραμπ ότι είναι θύμα δίωξης από τους Δημοκρατικούς, ενισχύεται διαρκώς. Η πόλωση επίσης.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Τραμπ ακόμα και μία ημέρα πριν από την απόπειρα εναντίον του είχε κατηγορήσει τους Δημοκρατικούς ότι επιδιώκουν να τον πυροβολήσουν πράκτορες του FBI ή ακόμη και να τον εκτελέσουν για εγκλήματα που δεν επισύρουν τη θανατική ποινή.
Οι διαιρέσεις έχουν γίνει τόσο έντονες που μια δημοσκόπηση της Marist τον Μάιο διαπίστωσε ότι το 47% των Αμερικανών θεωρεί πιθανό ή πολύ πιθανό να ζήσει έναν δεύτερο εμφύλιο πόλεμο.
«Μπάιντεν, ο ηθικός αυτουργός» (;)
«Η κεντρική παραδοχή της εκστρατείας του Μπάιντεν είναι ότι ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είναι ένας αυταρχικός φασίστας που πρέπει να σταματήσει πάση θυσία», έγραψε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ο γερουσιαστής JD Vance, R-Ohio, δύο ώρες μετά την επίθεση του Σαββάτου. «Αυτή η ρητορική οδήγησε άμεσα στην απόπειρα δολοφονίας του προέδρου Τραμπ».
Ο βουλευτής Μάικ Κόλινς έγραψε ότι «ο Τζο Μπάιντεν έστειλε τις εντολές» και προέτρεψε τον τοπικό εισαγγελέα να «καταθέσει αμέσως μήνυση κατά του Μπάιντεν για υποκίνηση δολοφονίας».
Το 1968 εξακολουθεί να έχει τέτοια συμβολική δύναμη επειδή σηματοδότησε τη μετάβαση από την ελπίδα και τον ιδεαλισμό της δεκαετίας του 1960 στον κυνισμό και την απογοήτευση της δεκαετίας του 1970.
Οι αντιφάσεις εκείνης της εποχής επίσης δεν επιλύθηκαν ποτέ. Το 1968 ήταν μια χρονιά αμφισβήτησης κατά την οποία συγκρούστηκαν δραματικά διαφορετικά οράματα για το τι ήταν η Αμερική – και τι θα μπορούσε και τι θα έπρεπε να είναι. Αυτή η κοινωνική πόλωση εκφράστηκε με τακτική πολιτική βία που άλλαξε ριζικά το έθνος.
Ο Τραμπ ανέδειξε αυτά τα κοινωνικά ρήγματα πρώτα ως πρόεδρος και τώρα (ξανά) ως υποψήφιος. Αλλά το 2024 δεν είναι μια επανάληψη του 1968 – είναι μια συνέχεια των ίδιων ζητημάτων που διαρρηγνύουν τον ιστό της χώρας εδώ και δεκαετίες.
Οι προεδρικές υποψηφιότητες του Τραμπ αποκάλυψαν τη βαθιά κατάσταση διχασμού που εξακολουθεί να υφίσταται στις ΗΠΑ. Η υποστήριξή του στηρίζεται στον πολιτικό ρεβανσισμό εκείνων που επιδιώκουν ενεργά να διαιωνίσουν τις ιστορικές αδικίες της Αμερικής και έχουν κινητοποιηθεί πίσω από τη σημαία του για να διατηρήσουν την κοινωνική τους εξουσία.
Μια χώρα διχασμένη
Αναλύοντας το υπόβαθρο των γεγονότων του 1968, ο ιστορικός του Πανεπιστημίου του Κάνσας, Ντέιβιντ Φάρμπερ, σημειώνει ότι οι συγκρούσεις στο Σικάγο πιστοποιούσαν την «κατάρρευση του πολιτικού διαλόγου και της πολιτικής πρακτικής» στις Ηνωμένες Πολιτείες της δεκαετίας του ’60 και συνεχίζει:
«Οι συγκρούσεις στο Σικάγο δεν αφορούσαν απλώς την αμερικανική ανάμειξη στο Βιετνάμ. Οι συγκρούσεις αφορούσαν τον τρόπο λειτουργίας του αμερικανικού πολιτικού συστήματος και τον τρόπο με τον οποίο οι Αμερικανοί νοηματοδοτούσαν τη ζωή τους».
Μια ειρηνική αρχικά διαμαρτυρία στο πλαίσιο του συνεδρίου του κυβερνώντος Δημοκρατικού Κόμματος για την εκλογή του υποψηφίου του στις επερχόμενες προεδρικές εκλογές μεταξύ 26 και 29 Αυγούστου μετατράπηκε σε τετραήμερη μάχη περίπου 10.000 διαδηλωτών με 27.000 μέλη της τοπικής αστυνομίας, της εθνοφρουράς και του αμερικανικού στρατού.
Το 1968 και τα χρόνια που ακολούθησαν αποκάλυψαν ρήγματα στην αμερικανική κοινωνία και έθεσαν σοβαρά ερωτήματα σχετικά με το πόσο ενωμένη ήταν στην πραγματικότητα η χώρα.
Κατέστησε σαφές ότι υπήρχαν διαφορετικές Αμερικές – και αυτές οι εκδοχές της χώρας δεν συμβιβάζονταν μεταξύ τους.
Μια χώρα διχασμένη. Η απόπειρα εναντίον του Τραμπ, αλλά και η επικοινωνιακή διαχείριση αυτής, αποδεικνύουν ότι οι διαφορές αυτές παραμένουν τόσο έντονες όσο ποτέ άλλοτε σήμερα.
*Με πληροφορίες από New York Times και The Conversation.