Γράφει ο Κωστής Χλουβεράκης*
Αντιμέτωπη με ένα περιβάλλον παγκόσμιων προκλήσεων και ραγδαίων τεχνολογικών εξελίξεων, η Ελλάδα βρίσκεται εν μέσω ενός κρίσιμου μετασχηματισμού. Η τεχνητή νοημοσύνη, δεν αποτελεί απλώς ένα εργαλείο εκσυγχρονισμού, αλλά υπόσχεται να οδηγήσει σε μία περίοδο πρωτόγνωρης ανάπτυξης, άνθισης της καινοτομίας και ενίσχυσης της ανθεκτικότητας.
Η τεχνητή νοημοσύνη, έρχεται με μία «μεγάλη υπόσχεση»: να βελτιώσει δραματικά την παραγωγικότητα και την αποδοτικότητα σε κρίσιμους κλάδους της οικονομίας. Οι ελληνικές επιχειρήσεις – από τις δυναμικές νεοφυείς επιχειρήσεις στα μεγάλα αστικά και επιχειρηματικά κέντρα της χώρας, ως τις παραδοσιακές επιχειρήσεις της περιφέρειας – μπορούν να επωφεληθούν από την ικανότητα της τεχνητής νοημοσύνης να αυτοματοποιεί επαναλαμβανόμενες διεργασίες, να εξορθολογίζει κρίσιμες λειτουργίες και να βελτιώνει τη λήψη αποφάσεων. Πρόκειται για ένα τεχνολογικό άλμα, που μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική εξοικονόμηση κόστους, να περιορίσει τα ανθρώπινα λάθη και να απελευθερώσει πολύτιμο ανθρώπινο κεφάλαιο, ώστε εκείνο να επικεντρωθεί σε πιο στρατηγικές και καινοτόμες εργασίες, υψηλότερης προστιθέμενης αξίας. Αυτοματοποιώντας τις καθημερινές επαναλαμβανόμενες διεργασίες, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να ενισχύσει την κερδοφορία, δίνοντας, παράλληλα, την απαραίτητη ώθηση στην οικονομία.
Συγχρόνως, όμως, η τεχνητή νοημοσύνη αποτελεί μία μοναδική ευκαιρία για να αντιμετωπίσει η χώρα μας μερικές από τις πιο πιεστικές προκλήσεις, όπως η ανεργία και η μεγάλη εξάρτηση από τον τουρισμό. Επενδύοντας στην καινοτομία με βάση την τεχνητή νοημοσύνη, η Ελλάδα μπορεί να διαφοροποιήσει το παραγωγικό της μοντέλο, δημιουργώντας θέσεις εργασίας σε τομείς που σχετίζονται με την τεχνολογία και μειώνοντας, με αυτόν τον τρόπο, την έκθεσή της στις διακυμάνσεις της παγκόσμιας τουριστικής αγοράς. Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών, να ανοίξει νέες αγορές και να μειώσει την εξάρτηση της χώρας από συγκεκριμένους κλάδους.
Για την αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης, είναι κρίσιμος ο ρόλος των πανεπιστημίων και των ερευνητικών ιδρυμάτων, που θα πρέπει να λειτουργήσουν ως εκκολαπτήρια της καινοτομίας και του ανθρώπινου ταλέντου. Η ακαδημαϊκή κοινότητα, δε συμβάλλει μόνο στην έρευνα της τεχνητής νοημοσύνης, αλλά οφείλει να εξοπλίσει και την επόμενη γενιά Ελλήνων επιστημόνων, μηχανικών και επιχειρηματιών, με τις δεξιότητες που απαιτούνται για να πρωταγωνιστήσουν στη νέα, ψηφιακή οικονομία. Για να μετατρέψουμε τη θεωρητική πρόοδο της τεχνολογίας σε πρακτικές λύσεις που θα τονώσουν την ανάπτυξη, χρειαζόμαστε συνεργασίες μεταξύ ακαδημαϊκού και επιχειρηματικού κόσμου.
Αναγνωρίζοντας τις δυνατότητες της τεχνητής νοημοσύνης, η Ελληνική Κυβέρνηση και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, έχουν ήδη αναλάβει μια σειρά από πρωτοβουλίες για την υιοθέτηση και την αξιοποίησή της. Μεταξύ άλλων, προωθούνται προγράμματα που στοχεύουν στην ενίσχυση της έρευνας, της καινοτομίας και της ανάπτυξης δεξιοτήτων στην τεχνητή νοημοσύνη, με έμφαση στη δημιουργία ενός ευνοϊκού οικοσυστήματος για την ανάπτυξή της. Προωθείται, επίσης, η χρηματοδότηση για ερευνητικά έργα τεχνητής νοημοσύνης, καθώς και συνεργασίες μεταξύ πανεπιστημίων και εταιρειών τεχνολογίας, και προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης που έχουν σχεδιαστεί για την αναβάθμιση του πλέγματος δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού. Οι προσπάθειες αυτές, αναδεικνύουν την εθνική δέσμευση να υιοθετήσει η Ελλάδα την τεχνητή νοημοσύνη ως ακρογωνιαίο λίθο της οικονομικής της στρατηγικής.
Σε ολόκληρο τον κόσμο σήμερα, διεξάγεται ένας γόνιμος διάλογος για τις επιπτώσεις της τεχνητής νοημοσύνης στην αγορά εργασίας και το ενδεχόμενο να υποκαταστήσει η νέα τεχνολογία θέσεις εργασίας. Η πραγματική εικόνα είναι πιο σύνθετη και, πιθανότατα, πιο αισιόδοξη. Η τεχνητή νοημοσύνη αναμένεται να δημιουργήσει θέσεις εργασίας, με νέους ρόλους, μεταξύ άλλων, στην ανάπτυξη της τεχνολογίας, την ανάλυση δεδομένων και την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο. Για τη χώρα μας, αυτή η μετατόπιση του ανθρώπινου δυναμικού σε νέους κλάδους και δραστηριότητες, μπορεί να έχει θετικό ισοζύγιο, υπό την προϋπόθεση ότι θα δοθεί προτεραιότητα στην επανεκπαίδευση και την αναβάθμιση των δεξιοτήτων, για να διασφαλίσουμε ότι οι εργαζόμενοι είναι έτοιμοι να πρωταγωνιστήσουν σε μία οικονομία που θα αξιοποιεί την τεχνητή νοημοσύνη και θα βασίζεται σε αυτή.
Μια στρατηγική προσέγγιση για την υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης, μπορεί να οδηγήσει στη μετάβαση σε μια οικονομία βασισμένη στη γνώση, που θα υποστηρίζεται από ένα εργατικό δυναμικό εξοικειωμένο με την τεχνολογία. Αυτό, παράλληλα, θα διασφαλίσει τη θέση της Ελλάδας στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας.
Η διαπίστωση αυτή, δεν είναι θεωρητική. Αντίθετα, έχει εφαρμογή σε όλους τους κρίσιμους τομείς της ελληνική οικονομίας.
Ένα χαρακτηριστικό, πρώτο παράδειγμα, αποτελεί ο τουρισμός, όπου οι ευκαιρίες αξιοποίησης της τεχνητής νοημοσύνης για να εξελιχθεί η Ελλάδα σε κορυφαίο προορισμό, είναι πολλές και συναρπαστικές: η εμπειρία του επισκέπτη μπορεί να βελτιωθεί σημαντικά μέσα από εξατομικευμένες προτάσεις, τα chatbots να του προσφέρουν βοήθεια και συμβουλές 24/7, ενώ με την επεξεργασία των big data μέσω της τεχνητής νοημοσύνης, το marketing του τουριστικού προϊόντος θα γίνει πολύ πιο αποτελεσματικό.
Η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να φέρει, επίσης, επανάσταση στην ελληνικό αγροδιατροφικό τομέα, βελτιστοποιώντας τη χρήση των πόρων, προβλέποντας τις αποδόσεις των σοδειών με μεγαλύτερη ακρίβεια και αυτοματοποιώντας εργασίες έντασης. Αυτό το άλμα προς το μέλλον, θα μπορούσε να κάνει την ελληνική αγροδιατροφή πιο βιώσιμη, πιο αποτελεσματική και περισσότερο ανταγωνιστική σε παγκόσμια κλίμακα.
Στη βιομηχανία και τη μεταποίηση, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να εξορθολογίσει τις διαδικασίες παραγωγής, να προβλέψει τις ανάγκες συντήρησης μειώνοντας τους «νεκρούς χρόνους» των μηχανών και να βελτιώσει τον ποιοτικό έλεγχο, ενισχύοντας την παραγωγικότητα και την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα του κλάδου.
Στη ναυτιλία, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να βελτιστοποιήσει τις διαδρομές των πλοίων, να προβλέπει τις καθυστερήσεις και να αυτοματοποιήσει τις διαδικασίες logistics και εφοδιαστικής αλυσίδας, βελτιώνοντας σημαντικά την αποτελεσματικότητα ενός, κατ’ εξοχήν, εξωστρεφούς τομέα της οικονομίας.
Τέλος, η ικανότητα της τεχνητής νοημοσύνης να βελτιστοποιεί την παραγωγή ενέργειας, να προβλέπει τη ζήτηση και να ενσωματώνει πιο αποτελεσματικά τις ανανεώσιμες πηγές στο μίγμα, μπορεί να βοηθήσει την Ελλάδα να μεταβεί σε ένα πιο «πράσινο» ενεργειακό μοντέλο, μειώνοντας την εξάρτηση από εισαγόμενα καύσιμα και προωθώντας την περιβαλλοντική βιωσιμότητα.
Μία τολμηρή πρωτοβουλία, που μπορεί να αποτελέσει καταλύτη τεχνολογικής προόδου και διαφοροποίησης της οικονομίας, είναι η δημιουργία μιας Οικονομικής Ζώνης Τεχνητής Νοημοσύνης (ΟΖΤΝ). Η τεχνητή νοημοσύνη έχει τη δυνατότητα να ενισχύσει τα παραδοσιακά συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας συνδυάζοντάς τα με την καινοτομία, να δώσει ώθηση στην ανάπτυξη νέων κλάδων, αλλά και πνοή σε εκείνους που χρειάζονται αναζωογόνηση.
Με τη στρατηγική αυτή, η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα, όχι μόνο να αντιμετωπίσει τις τρέχουσες προκλήσεις, αλλά και να εξασφαλίσει έναν κεντρικό ρόλο στο ψηφιακό μέλλον, δημιουργώντας μια κοινωνία ανθεκτική, δίκαιη και ευημερούσα, στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης.
Προσεγγίζοντας το μέλλον μέσα από αυτήν τη σκοπιά, η δύναμη της τεχνητής νοημοσύνης να μετασχηματίσει την οικονομία μας, είναι αναμφισβήτητη. Ωστόσο, οι ευκαιρίες αυτές είναι μόνο η αρχή του ταξιδιού. «Αγκαλιάζοντας» την τεχνητή νοημοσύνη, η Ελλάδα θα θέσει τις βάσεις για μια δυναμική οικονομική ανάκαμψη, διασφαλίζοντας τη θέση της ως ισότιμος παίκτης στον νέο ψηφιακό παγκόσμιο χάρτη.
*Ο κ. Κωστής Χλουβεράκης είναι Director στο Τμήμα Συμβουλευτικών Υπηρεσιών της EY Ελλάδος και Επικεφαλής Υπηρεσιών Τεχνητής Νοημοσύνης για τον Χρηματοοικονομικό Κλάδο στην περιοχή της Κεντρικής, Ανατολικής, Νοτιοανατολικής Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας (CESA)