Φωτογραφικές εικόνες από ένα νησί του Αιγαίου. Μια σύνθεση από σαπούνι και ύφασμα τσαντίλα, που χρησιμοποιείται για το τρίψιμο του σώματος αλλά και στην απόσταξη γάλακτος και στην περμακουλτούρα. Ένα μικρασιατικό μοτίβο. Κεραμικά εμπνευσμένα από τη δομή των παραδοσιακών αγγείων Τσανάκαλε. Μικρά Ασία, Καππαδοκία, Νοτιοανατολικό Αιγαίο, Ευρώπη και Ανατολή. Πρόκειται για ορισμένα μόνο στιγμιότυπα της ομαδικής έκθεσης «Αστερισμοί που εκ νέου εκρήγνυνται» στο περίφημο Αρχοντικό Ταβανιώτη, στη Μαρώνεια της Ροδόπης.
Σταυροδρόμι πολιτισμών από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, τούτη η περιοχή στα παράλια της δυτικής Θράκης, που κάποτε γνώρισε μεγάλη ακμή κατά τη διάρκεια της ελληνικής και ρωμαϊκής αρχαιότητας, αποτελεί εδώ το χωνευτήρι μιας έκθεσης, στην οποία οι συμμετέχοντες καλλιτέχνες, Έλληνες και Τούρκοι, συνταιριάζουν και ανταλλάσουν όψεις των γειτονικών αλλά και αντιπαρατιθέμενων πολιτισμών τους. Οι καλλιτέχνες συνδέουν τις γεωγραφικές τους καταβολές, εθνικές και ανεπίσημες αφηγήσεις.
Σε έξι έργα-εγκαταστάσεις που επιμελήθηκε η Εύα Βασλαματζή, η έκθεση δεν εστιάζει ακριβώς στο πεδίο της αντιπαράθεσης, όπως προμηνύει η θεματική της «Σύγκρουσης», η οποία διέπει τις φετινές εκδηλώσεις του «Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός» όπου και αυτή εντάσσεται, αλλά στην ενότητα των λαών. Οι καλλιτέχνες Larissa Araz, Μαρία Βαρελά, Hera Büyüktaşçıyan, Αλέξης Φιδετζής, Iz Oztat & Fatma Belkıs, Μαλβίνα Παναγιωτίδη δίνουν τη δική τους δημιουργική οπτική πάνω στην ενοποιητική δύναμη της τέχνης.
Διαβάζουμε χαρακτηριστικά στο σκεπτικό της έκθεσης: «Όταν το 1950 ο Γιώργος Σεφέρης επισκέπτεται την Καππαδοκία εντυπωσιάζεται από τα θραύσματα προηγούμενων πολιτισμών που βρίσκει εκεί. Επισκέπτεται τις τοιχογραφίες που βρίσκει στις υπόσκαφες εκκλησίες διαισθανόμενος την ευθραυστότητα ενός τόπου που υπήρξε καταφύγιο για πολλούς πολιτισμούς σε καιρό πολέμου και διώξεων και καταγράφει σε μορφή ημερολογίου τις παρατηρήσεις του.
Αντί να εστιάσει στην αντιπαράθεση των πολιτισμών και την εχθρότητα αναζητά απαντήσεις στις φιγούρες των τοιχογραφιών και στη μορφή του λαϊκού τεχνίτη που αποτυπώνει «με αδεξιότητες, αλλά και μ ’όλη τη δροσιά της αυθόρμητης χειρονομίας» μια αυθεντικότητα που ίσως χάθηκε στις αγιογραφίες μέσα από τη σταδιακή τους τυποποίηση. Το συλλογικό τραύμα δημιουργικά δίνει τη θέση του στην παρατήρηση μιας πηγαίας ανθρώπινης δύναμης που παραπέμπει στην κοινή ρίζα της ύπαρξης εκτός εθνικών διαχωρισμών».
Πάνω, λοιπόν, σε αυτή την ιδέα της συνύπαρξης, τίθενται ερωτήματα που σχετίζονται με το σήμερα. Είναι η λαϊκή παραγωγή τέχνης και ο απόηχος της ένα λεκτικό σύστημα ικανό να ενσωματώνει ιστορικές και κοινωνικές δονήσεις; Θα μπορούσε η λαϊκή τέχνη να ταυτιστεί με μια έννοια ταυτότητας του αρχέγονου και του πανανθρώπινου, έναντι της εθνικής ταυτότητας;
Αρχονικό Ταβανιώτη
Το Αρχοντικό Ταβανιώτη στη Μαρώνεια είναι το πεδίο σύγκλισης των διαφορετικών ταυτοτήτων της έκθεσης.
Το αποκατεστημένο οίκημα κτίστηκε ανάμεσα στα 1880 και 1885 και αποτελούσε την οικία του Μαρωνίτη εμπόρου Παρράσιου Ταβανιώτη. Σήμερα είναι ιστορικό διατηρητέο μνημείο και αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα της οικιστικής αρχιτεκτονικής στη Δυτική Θράκη και χαρακτηριστικό τύπο συνεύρεσης στοιχείων του θρακιώτικου παραδοσιακού αγροτικού σπιτιού με επείσακτα αστικά. Επίσης, φιλοξενεί τη μόνιμη αρχαιολογική συλλογή με θέμα «Η Μαρώνεια και ο Ίσμαρος από τα προϊστορικά μέχρι τα νεότερα χρόνια».
Στο ισόγειο του αρχοντικού, το χαμώι χρησιμοποιούνταν για μαγείρεμα και άλλες καλοκαιρινές εργασίες. Το κατώι είχε πατητήρι, χτιστά αμπάρια για ελιές και πιθάρια για κρασί και λάδι. Στον όροφο η δυτική και η νότια πλευρές του χαγιατιού και της σάλας προβάλλουν σε σαχνισιά (κλειστοί εξώστες).
Η μεταφορά της κατοίκησης από την παραλία της Μαρώνειας, στη θέση της σημερινής κωμόπολης, χρονολογείται από το τέλος του 13ου αι. Το παλιότερο τμήμα που διασώζεται από τον οικισμό με έκταση γύρω στα 250 στρέμματα βρίσκεται γύρω από την κεντρική πλατεία και επεκτείνεται βόρεια και ανατολικά. Το σημαντικότατο αυτό παραδοσιακό οικιστικό σύνολο υπήρξε δημιούργημα της οικονομικής άνθησης του 19ου αιώνα και κυρίως του πρώτου μισού του.
Τα έργα της έκθεσης
Dear Julia (2020-2024)
Διάσπαρτες φωτογραφίες μέσα στο αρχοντικό ακολουθούν τον επισκέπτη στη διαδρομή του. Πρόκειται για κομμάτια του παζλ στο φωτογραφικό έργο Dear Julia (2020-2024) της Larissa Araz, που περιστρέφεται γύρω από ένα μυστηριώδες γράμμα που γράφτηκε από την Hülya στην Julia.
Οι εικόνες αποτυπώνουν τη ζωή σε ένα νησί του Αιγαίου: φυτά, τοπία, γυναίκες, ερείπια και θάλασσα. Οι εικόνες αρχίζουν να αποκτούν νόημα μόλις αποκαλυφθεί η υπόθεση. Η Hülya και η Julia του γράμματος ήταν το ίδιο πρόσωπο, όπως η Gökçeada και η Ίμβρος είναι το ίδιο νησί. Όπως πολλά μέρη στην Τουρκία έχουν ένα προηγούμενο όνομα, πολλές μειονότητες που ζουν στην Τουρκία έχουν και ένα δεύτερο τουρκικό όνομα.
Μέσα από τις φωτογραφίες αναδεικνύεται η μοναξιά ενός νησιού που έχασε τους κατοίκους του μαζί με το όνομά του. Αναζητείται, επίσης, η ταυτότητα του ατόμου στο περιβάλλον μίας κάποτε πολυπολιτισμικής γεωγραφίας. Το νησί λειτουργεί ως μεταφορά για τις διπλές ταυτότητες που αναγκάστηκαν να αποκτήσουν μειονότητες στην Τουρκία.
An Ode to Distant Grounds (2024)
Μέσα από την επιτόπια έρευνα της στη περιοχή της Καππαδοκίας το 2015 η Hera Büyüktaşçıyan κατέγραψε στο έργο της And Never Belongs to No One… / Και ουδέποτε τινός… (2015) την επιγραφή της πρόσοψης του σπιτιού του Σεραφείμ Ρίζου στην Σινασό Καππαδοκίας. Η επιγραφή αναγνωρίζει την προσωρινότητα της ιδιοκτησίας και το εφήμερο των υλικών αγαθών, κάτι που συμβολίζεται και από την πράξη της καλλιτέχνιδος να αντιγράψει την επιγραφή από μάρμαρο σε ένα χαρτί.
Στη συνέχεια, στον πρώτο όροφο του αρχοντικού στο έργο της An Ode to Distant Grounds (2024), χρησιμοποιεί μια σύνθεση από σαπούνι και ύφασμα τσαντίλα, που χρησιμοποιείται για το τρίψιμο του σώματος αλλά και στην απόσταξη γάλακτος και στην περμακουλτούρα. Εδώ, το ύφασμα συμβολίζει την ροή και την συνεχόμενη κινητικότητα. Σαν ένα πέπλο που αναδεικνύει και κρύβει πτυχές της ιστορίας, αποδίδει μια θραυσματική διαδρομή, όπως αυτή των μεταναστών των ανταλλαγών πληθυσμού.
Who Carries The Water (2015)
Το έργο των Iz Oztat & Fatma Belkıs αντλεί από τα προβλήματα νερού στις πεδιάδες της Μικράς Ασίας από το 1988 και τους αγώνες των κατοίκων κατά της δημιουργίας υδροηλεκτρικών σταθμών παραγωγής ενέργειας.
Χρησιμοποιώντας υλικά που αντανακλούν τους αγώνες, όπως το κίτρινο μαντήλι, που χρησιμοποιούνταν από γυναίκες και αποτέλεσε σύμβολο των αγώνων τους από το 2010, οι καλλιτέχνιδες αναπτύσσουν ένα δικό τους οπτικό λεξιλόγιο μέσα από σύμβολα και σχέδια που προκύπτουν από την επιτόπια έρευνα τους, όπως από μύθους, παραμύθια, προφορικές ιστορίες, ακαδημαϊκές πηγές καθώς και νομικές διαδικασίες.
Το έργο ενεργοποιεί την παράδοση ως φερέφωνο των πολιτικών αγώνων. Τέλος, για τη δημιουργία των έργων, οι καλλιτέχνιδες χρησιμοποίησαν χειροποίητες τεχνικές, αποφεύγοντας τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας.
Contraband (2024)
Ο Αλέξης Φιδετζής εμπνέεται από προφορικές ιστορίες και μυθολογίες της καθημερινότητας που αφορούν ιδιάζουσες πρακτικές ανταλλακτικής οικονομίας μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων στα νερά του νοτιοανατολικού Αιγαίου.
Το φαινόμενο που σταμάτησε μετά την κρίση των Ιμίων το 1996 λόγω της έντονης παρουσίας ναυτικών δυνάμεων στην περιοχή, ήθελε Τούρκους ναυτικούς να προσφέρουν την ψαριά τους σε Έλληνες συναδέλφους τους οι οποίοι για αντάλλαγμα τους έδιναν κιβώτια με αλκοολούχα ποτά.
Αυτή η άτυπη ανταλλαγή καθρεφτίζει μια σύγχρονη και λιγότερο γνωστή πτυχή της σχέσης μεταξύ των δύο λαών. Στο έργο του ο Φιδετζής δημιουργεί σχεδιαστικά αμαλγάματα από αντικείμενα, μαζί με αντικείμενα συμβολικής αξίας που σχετίζονται με καθημερινές τελετουργείες.
Γύρος (2024)
Η Μαρία Βαρελά αποδίδει φόρο τιμής σε παραδοσιακές τεχνοτροπίες εμπνεόμενη από αρχεία και δεδομένα που αποκωδικοποιεί σε μοτίβα. Με βάση την τέχνη της ταπητουργίας, που κληρονόμησε η Ελλάδα με την μετακίνηση του πληθυσμού στη Μικρασιατική καταστροφή, η καλλιτέχνης αναδεικνύει ένα μικρασιατικό μοτίβο που εμφανίζεται κυρίως στον γύρο του χαλιού, δηλαδή στο πλαίσιο γύρω από το κυρίως θέμα.
Η αποκοπή του μοτίβου και η μεταφορά του από δευτερεύον σε κεντρικό θέμα είναι ένας σχολιασμός σχετικά με τα περιθώρια και τα κεντρικά ιστορικά γεγονότα, καθώς και της ανάγκης “πλαισίου” στην ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων.
Το μοτίβο που υφαίνεται στο φόντο προκύπτει από μια διαδικασία κωδικοποίησης των δεδομένων που σχετίζονται με την απορρόφηση των Μικρασιατών προσφύγων σε διαφορετικές περιοχές στην Ελλάδα μέσα από ένα χειρωνακτικό αλγοριθμικό σύστημα που δημιουργεί σε προσχέδιο η καλλιτέχνις.
I know how furiously your heart is beating (2024)
Αφορμή του κεραμικού έργου της Μαλβίνας Παναγιωτίδη είναι η έρευνα πάνω στην περίπτωση των κεραμικών αγγείων Τσανάκκαλε ενεργοποιώντας ερωτήματα για τη σχέση γλυπτικής και χρηστικού αντικειμένου μέσα στους διάφορους εθνογραφικούς χώρους.
Το Τσανάκκαλε, που ετυμολογικά σημαίνει το “κάστρο των αγγείων” και αποτέλεσε μεγάλο κέντρο αγγειοπλαστικής, ανήκει σε δύο διαφορετικές ηπείρους, την Ευρώπη και την Ασία γεγονός που αντανακλάται και στα αγγεία καθώς υπάρχουν τόσο δυτικά πρότυπα όσο και μορφές με αναφορές στην Ανατολή.
Το έργο δανείζεται τη δομή των παραδοσιακών αγγείων Τσανάκκαλε αλλά εξελίσσεται σε μια αυτόνομη υβριδική μορφή. Η καλλιτέχνις προσεγγίζει με διαφορετικά μέσα μια τεχνική που αντιστοιχεί και σε μια υπαρκτή και φαντασιακή γεωγραφία και μέσα από το έργο της επανερμηνεύει τη ρευστότητα της συλλογικής μνήμης.
INFO Αστερισμοί που εκ νέου εκρήγνυνται, Αρχοντικό Ταβανιώτη, Μαρώνεια, Διάρκεια έκθεσης έως 31 Ιουλίου 2024, είσοδος ελεύθερη. Ώρες λειτουργίας: Τετάρτη – Δευτέρα: 08.30 – 15.30, Τρίτη κλειστά