Την αξιολόγηση της Ελλάδας στο ΒΒΒ- διατήρησε η Scope Ratings και αναβάθμισε το outlook σε θετικό. Υπενθυμίζεται πως η Scope Ratings διατήρησε αμετάβλητη την αξιολόγηση της Ελλάδας στο ΒΒΒ- και στην προηγούμενη αξιολόγηση στις 26 Ιανουαρίου, ενώ στις 4 Αυγούστου του 2023 έδωσε στη χώρα μας την επενδυτική βαθμίδα.
Η αναθεώρηση του outlook σε θετικό για τις μακροπρόθεσμες πιστοληπτικές αξιολογήσεις της Ελλάδας αντανακλά την προσδοκία της Scope για συνεχή μείωση του λόγου του χρέους της γενικής κυβέρνησης κατά τα επόμενα έτη.
Η αναμενόμενη μείωση του δημόσιου χρέους της Ελλάδας, η οποία αποτέλεσε έναν από τους παράγοντες που οδήγησαν την Scope στην ανακοίνωση της αναβάθμισης της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα τον περασμένο Αύγουστο, οφείλεται στην ευνοϊκή δυναμική του χρέους και στην περαιτέρω μείωση του συνολικού δημοσιονομικού ελλείμματος, συμπεριλαμβανομένων ισχυρότερων πρωτογενών πλεονασμάτων από ό,τι προβλεπόταν προηγουμένως, σημειώνει ο Γερμανικός οίκος αξιολόγησης.
Επιπλέον, η Scope προσθέτει στους λόγους αναβάθμισης του outlook την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος, με τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), παράλληλα με τις ιδιωτικοποιήσεις των συστημικών τραπεζών, εξελίξεις που όπως αναφέρει στηρίζουν την ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Τέλος, η υιοθέτηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, που διευκολύνονται από τα ευρωπαϊκά προγράμματα ανάκαμψης και πολυετούς χρηματοδότησης, ενισχύουν την ανθεκτικότητα και το αναπτυξιακό δυναμικό της ελληνικής οικονομίας.
Βασικοί παράγοντες αξιολόγησης
Συνεχής μείωση του δημόσιου χρέους και επίτευξη σημαντικών πρωτογενών πλεονασμάτων: Ο πρώτος παράγοντας της αναθεώρησης των μακροπρόθεσμων προοπτικών πιστοληπτικής ικανότητας σε θετικές αντανακλά τη μείωση του δημόσιου χρέους. Αυτό οφείλεται κυρίως στην ευνοϊκή δυναμική του δημόσιου χρέους που οφείλεται στις ενισχυμένες μεσοπρόθεσμες προοπτικές ονομαστικής ανάπτυξης και στο συγκριτικά χαμηλό μέσο κόστος επιτοκίου του ανεξόφλητου χρέους, παράλληλα με την ισχυρή δέσμευση για δημοσιονομική σύνεση.
Το συνολικό απόθεμα χρέους της γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας έχει μειωθεί από τις κορυφές του 207% του ΑΕΠ από το 2020, φθάνοντας κατ’ εκτίμηση στο 161,9% έως το τέλος του 2023, αντιπροσωπεύοντας μια σημαντική μείωση κατά 45 ποσοστιαίες μονάδες και υποχωρώντας ήδη πολύ κάτω από τα προ του Covid-19 επίπεδα του 180,6% από το τέλος του 2019. Η ισχυρή ανάκαμψη από το β΄ τρίμηνο του 2020, σε συνδυασμό με τον αυξημένο πρόσφατο πληθωρισμό, οδήγησαν στη σημαντική μείωση του λόγου του δημόσιου χρέους και φαίνονται αρκετά βιώσιμα ώστε να διατηρηθεί η συνεχής μείωση του χρέους, έστω και με σταδιακά μετριασμένο ρυθμό.
Ο δείκτης χρέους αναμένεται να μειωθεί στο 151,9% έως το τέλος του 2024, πριν μειωθεί περαιτέρω στο 130,7% έως το 2029. Εάν πραγματοποιηθεί, αυτό θα αντιπροσωπεύει το χαμηλότερο ποσοστό χρέους του Δημοσίου από την έναρξη της ελληνικής κρίσης (1ο τρίμηνο του 2010) και κάτω από το ποσοστό χρέους της Ιταλίας με αξιολόγηση BBB+ έως το 2026. Οι προβλέψεις του οίκου για το χρέος της Ελλάδας έχουν ενισχυθεί λόγω της συνεχιζόμενης δημοσιονομικής υπεραπόδοσης, καθώς η κυβέρνηση μπορεί να επιτύχει, αν όχι να υπερβεί, τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ το 2024. Επιπλέον, ο Scope επικαιροποίησε τις μεσοπρόθεσμες παραδοχές του για το πρωτογενές ισοζύγιο και τώρα αναμένει ότι η κυβέρνηση θα επιτύχει πλεόνασμα 2,5% του ΑΕΠ το 2025-27 για το υπόλοιπο της κυβέρνησης (Κυριάκου) Μητσοτάκη, μια αύξηση από την προηγούμενη συντηρητική παραδοχή για πλεόνασμα μόνο 1%.
Η συνεχιζόμενη εστίαση των αρχών στη διατήρηση της δημοσιονομικής σύνεσης παρέχει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στην επίτευξη και διατήρηση των υψηλών στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα ενόψει των επόμενων εκλογών, εκτός απροόπτου. Αυτό ισχύει παρά τους μειωμένους όρους και την ενισχυμένη ανεξαρτησία στη χάραξη πολιτικής μετά την έξοδο της Ελλάδας από τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής και την ενισχυμένη εποπτεία μετά τη διάσωση. Τα πρωτογενή πλεονάσματα ευθυγραμμίζονται με μέτρια δημοσιονομικά ελλείμματα που θα διαμορφωθούν κατά μέσο όρο στο 0,8% του ΑΕΠ την περίοδο 2024-29.
Οι προβολές χρέους του Scope υποθέτουν επί του παρόντος αύξηση της παραγωγής κατά 2,0% φέτος, 1,8% το επόμενο έτος και 1,4% κατά μέσο όρο από το 2026 έως το 2029. Η προβολή αυτή είναι ωστόσο συγκριτικά αισιόδοξη, καθώς επί του παρόντος δεν αντανακλά καμία ύφεση μεσοπρόθεσμα. Επιπλέον, η Scope υποθέτει πληθωρισμό του αποπληθωριστή του ΑΕΠ 2,2% την περίοδο 2024-29, από μόλις -0,4% την περίοδο 2012-21.
Οι καθοδικοί κίνδυνοι για αυτό το οικονομικό σενάριο περιλαμβάνουν: i) οποιαδήποτε απότομη οικονομική ύφεση, ii) μια απροσδόκητη επιστροφή σε χαμηλό πληθωρισμό, iii) μια νέα σοβαρή αύξηση των επιτοκίων δανεισμού και/ή iv) μια απροσδόκητη και ουσιαστική αποδυνάμωση της δημοσιονομικής θέσης. Για παράδειγμα, υπό το δυσμενές οικονομικό σενάριο δύο συνεχόμενων ετών ύφεσης κατά τη διάρκεια του 2024-25, το ελληνικό χρέος μπορεί να φθάσει το 172% του ΑΕΠ το 2025.
ΠΗΓΗ: ot.gr