Στη συνεχή και ατελεύτητη από το 1983 «μεταρρύθμιση» του ΕΣΥ, προστέθηκε άλλη μια απόπειρα εκσυγχρονισμού του. Η δυνατότητα παροχής ιδιωτικού έργου στους γιατρούς του ΕΣΥ, δηλαδή της απασχόλησής τους στον ιδιωτικό τομέα. Στην ανακοίνωση του υπουργείου Υγείας, έπειτα από την πρόσφατη υπογραφή της σχετικής υπουργικής απόφασης, αναφέρεται ότι με τον τρόπο αυτό οι γιατροί του ΕΣΥ θα αξιοποιήσουν την κλινική τους εμπειρία, θα αυξήσουν το εισόδημά τους και το δημόσιο σύστημα υγείας «θα προσελκύσει περισσότερους γιατρούς, αφού θα μπορούν να συνδυάσουν και την απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα υγείας».
Η ιδέα είναι σωστή. Εφόσον το ΕΣΥ δεν έχει τη δυνατότητα να δώσει στους γιατρούς τους μισθούς που αξίζουν, πρέπει να βρεθεί άλλος τρόπος. Η μέθοδος πάσχει. Σε όλο τον κόσμο εφαρμόζονται δύο εκδοχές. Στην πρώτη παρέχεται ιδιωτικό έργο εντός του νοσοκομείου, αλλά εκεί χρειάζεται πολύ ισχυρή και αποτελεσματική διοίκηση. Στη δεύτερη, οι γιατροί του δημόσιου συστήματος παρέχουν πλήρη αλλά όχι αποκλειστική απασχόληση, όπως συμβαίνει στο αγγλικό ΕΣΥ, όπου οι γιατροί υπογράφουν συγκεκριμένα συμβόλαια και η διοίκηση του νοσοκομείου ελέγχει αν τηρούν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις. Τις άλλες απασχολήσεις του κάθε γιατρού τις ελέγχει το κράτος μέσω των δικών του μηχανισμών.
Σε εμάς, το υπουργείο Υγείας πρωτοτύπησε. Βρήκε τον τρίτο δρόμο προς τον εκσυγχρονισμό, καθώς έδωσε τη δυνατότητα στους γιατρούς του δημόσιου συστήματος να εργάζονται παράλληλα και στον ιδιωτικό τομέα, αλλά τον έλεγχο της εξωνοσοκομειακής δραστηριότητας τους τον αναθέτει στο ΕΣΥ. Με άλλα λόγια ο διοικητής του κάθε δημόσιου νοσοκομείου θα πρέπει να ερευνά τι υπηρεσίες παρέχουν στα ιδιωτικά νοσοκομεία της περιοχής του (στα μεγάλα αστικά κέντρα το έργο του θα είναι απλά χαοτικό) οι γιατροί που υπάγονται σε αυτόν, αν μετακινούν ασθενείς από τις λίστες χειρουργείων στον ιδιωτικό τομέα, κάτι που απαγορεύεται, κ.α.
Προκειμένου να εργαστεί ένας γιατρός και στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα θα πρέπει λάβει άδεια, η οποία θα ανανεώνεται ανά 6μηνο, χωρίς η υπουργική απόφαση να ορίζει σαφείς προϋποθέσεις. Η διαδικασία είναι περίπλοκη, προχειροφτιαγμένη και ανεφάρμοστη. Ποιος γιατρός θα μπαίνει κάθε εξάμηνο σε αυτή την ταλαιπωρία όταν εύκολα μπορεί να καταστεί όμηρος διάφορων καταστάσεων προσωπικού ή επαγγελματικού φθόνου που ενδεχομένως να του στερήσουν την ανανέωση, αφού εκτός από τους διοικητές των νοσοκομείων, δικαίωμα ελέγχου έχουν και οι ΥΠΕάρχες και οι ιατρικοί σύλλογοι. Τρέχα γύρευε…
Σε μια χώρα με ήδη υπέρμετρες ιδιωτικές δαπάνες υγείας που φθάνουν το 40%, ποσοστό που συναντάται μόνο σε υπανάπτυκτες χώρες και ενώ η πανδημία ανέδειξε τη σημασία που έχουν τα δημόσια συστήματα υγείας, το υπουργείο Υγείας αντί να κοιτάξει πως να αναβαθμίσει το ΕΣΥ, παρουσιάζει μια τσαπατσουλιά ως μεταρρύθμιση. «Η απόφαση αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο της εφαρμοστικής νομοθέτησης, η οποία προωθεί με ταχείς ρυθμούς τις σημαντικές μεταρρυθμίσεις στην υγεία με σκοπό τη βέλτιστη παροχή ποιοτικών υπηρεσιών υγείας προς τους πολίτες», αυτοθαυμάζεται το υπουργείο στην ανακοίνωσή του.
Δεν μας λέει, όμως, πώς οι κομματικά επιλεγμένοι διοικητές των νοσοκομείων που δυσκολεύονται να περάσουν την αξιολόγηση του ΑΣΕΠ και δεν καταφέρνουν να ελέγξουν τι γίνεται μέσα στα νοσοκομεία τους θα ελέγξουν τι γίνεται έξω από αυτά. Και γιατί οι γιατροί του ΕΣΥ να μπλέξουν με τον παραλογισμό, όταν βγάζουν μια χαρά μαύρα χρήματα από τα φακελάκια που έγιναν θεσμός στα νοσοκομεία με όλους τους υπουργούς Υγείας να κάνουν τα στραβά μάτια; Άλλη μια κουτσή μεταρρύθμιση στη λίστα του μεταρρυθμιστικού έργου της κυβέρνησης, η οποία πιθανότατα θα ναυαγήσει προτού εφαρμοστεί. Ήδη ο Αδωνις Γεωργιάδης απείλησε με «ένα είδους επιστράτευσης» τους γιατρούς του ιδιωτικού τομέα που αρνούνται να συνδράμουν το ΕΣΥ, επιβεβαιώνοντας ότι οι άστοχες μεταρρυθμίσεις μόνο με τιμωρητικά μέτρα μπορούν να μπαλωθούν. Αν μπορούν.