Για κάποιους λόγους που δεν έχουν εξηγηθεί ποτέ στην ουσία τους, οι 332 Δήμοι της χώρας φαντάζουν ανοχύρωτοι και πλήττονται από τους μειούμενους διαρκώς πόρους, τον ακραίο περιορισμό στις μόνιμες προσλήψεις και στη διαρκή ανάληψη νέων αρμοδιοτήτων χωρίς την αναγκαία ενίσχυση. Ας μην λησμονούμε επίσης, το απροστάτευτο της καταστατικής θέσης των Αιρετών της ΤΑ, τους πενιχρούς μισθούς τους και την νομική τους έκθεση σε πολλαπλούς κινδύνους. Λες και «πρέπει» για όλα να φταίνε οι Δήμαρχοι και οι Αντιδήμαρχοι, «υποδεχόμενοι» τα αναθέματα των πολιτών, για τους οποίους ο προσιτός αποδέκτης είναι πάντα ο Αιρετός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Και οι πολίτες δικαίως θέλουν τις καλύτερες δυνατές υπηρεσίες, αγνοώντας όμως τις πραγματικές δυνατότητες των δήμων. Φαίνεται ωστόσο πως η απαίτηση της διοίκησης της ΚΕΔΕ να έχει λόγο η Αυτοδιοίκηση σε ότι την αφορά, διαπερνάει τις ασπίδες του απομονωτισμού που είχε κυριαρχήσει έναντι της συμμετοχικής διαδικασίας και κάποια θετικά σημάδια έχουν αρχίσει να φαίνονται.

Όταν άλλωστε το περίπου 70 % των πολιτικών της ΕΕ εφαρμόζονται από τις τοπικές και τις περιφερειακές αρχές, δημιουργείται αυτονόητα η υποχρέωση στην εκάστοτε πολιτική ηγεσία να συμπεριλάβει ως ισότιμο συνδιαμορφωτή πολιτικών την Αυτοδιοίκηση καθ΄όλη την διάρκεια του πολιτικού κύκλου.

Σε πολλούς και επιμέρους τομείς η Αυτοδιοίκηση διεκδικώντας τα αυτονόητα, κινδυνεύει να χαρακτηριστεί ως ο μόνιμα παραπονούμενος φορέας της δημόσιας διοίκησης. Τον χαρακτηρισμό αυτόν δεν θα το χρησιμοποιούσαν ποτέ εκπρόσωποι της Κεντρικής Πολιτικής σκηνής αν και εφόσον – πλην ελαχίστων εξαιρέσεων που έχουν βιωματική γνώση – περνούσαν έστω και μια μέρα από τα έδρανα ενός δημοτικού συμβουλίου ανεξαρτήτου θεσμικής ιδιότητας.

Με από τις τελευταίες αυτονόητες διεκδικήσεις της Αυτοδιοίκησης Α’ Βαθμού είναι το περίφημο Τέλος Παρεπιδημούντων. Το οποίο ισχύει εξ όσων γνωρίζουμε σε όλη την Ευρώπη, με τα ποσοστά απόδοσης υπέρ των Δήμων να αγγίζουν και το 20%. Στην χώρα μας το 2008 το ποσοστό αυτό ήταν 2%, όμως με απόφαση της τότε κυβέρνησης μειώθηκε στο 0,5% και ισχύει ως στις μέρες μας. Δηλαδή σε άκρως τουριστικές περιοχές της χώρας με χιλιάδες και εκατομμύρια επισκέπτες, οι νομοθέτες έκριναν ότι το 0,5 τις εκατό, είναι αρκετό για τους δήμους προκειμένου να ενισχύσουν τις υπηρεσίες τους με προσωπικό και μηχανήματα για να διατηρούν π.χ. την πόλη καθαρή και τις υποδομές άρτια συντηρημένες(δίκτυα, δρόμους, λιμάνια, κέντρα υγείας, πολιτιστικούς χώρους, άλση, παιδικές χαρές, παραλίες).

Ο Γιάννης Μουράτογλου, Πρόεδρος της Επιτροπής των Οικονομικών της ΚΕΔΕ δήλωσε στα ΝΕΑ: « Είναι ένας ανταποδοτικός αυτοδιοικητικός πόρος, όπου τα χρήματα που εισπράττονται άμεσα αποδίδονται στην κοινωνία σε υπηρεσίες και έργα αναπτυξιακού ή κοινωνικού αντικειμένου»

Η ΚΕΔΕ για το συγκεκριμένο ζήτημα ζητάει μεταξύ άλλων: Την άμεση απόδοση στους δήμους του ποσού, επαναλειτουργία της Πλατφόρμας της ΚΕΔΕ και αύξηση κατά 2% του τέλους Παρεπιδημούντων. Το θέμα της πλήρους απόδοσης στους δήμους των πόρων από το Τέλος Παρεπιδημούντων αλλά και οι δήμοι να ενημερώνονται ορθά για τις αποδόσεις του βρέθηκε στο επίκεντρο συνεδρίασης και της Επιτροπής Ψηφιακής Διακυβέρνησης της ΚΕΔΕ, όπου μεταξύ άλλων ειπώθηκε πως οι «Απαιτείται οι δήμοι να γνωρίζουν τα αποδιδόμενα ποσά»