Ήδη από τον Φεβρουάριο, ελλείψει νέων επιδοτήσεων για τα ηλεκτρικά οχήματα η μεγαλύτερη αγορά της Ευρώπης και ενός είδους βαρόμετρο για τις τάσεις της αυτοκίνησης, Γερμανία βλέπει τις πωλήσεις ηλεκτροκίνητων οχημάτων να παραμένουν στην καλύτερη περίπτωση σταθερές σε σχέση με το 2023 παρόλο που συνολικά οι πωλήσεις καινούριων οχημάτων τόσο στη Γερμανία όσο και στην ευρωπαϊκή επικράτεια εξακολουθούν να κινούνται ανοδικά, τουλάχιστον για τους πρώτους πέντε μήνες του 2024, βάσει των στοιχείων του ACEA.

Ενδεικτικά θα αναφέρουμε ότι σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία που έχει δημοσιοποιήσει η ένωση ευρωπαίων κατασκευαστών αυτοκινήτου (ACEA) για τον μήνα Μάιο, οι πωλήσεις αμιγώς ηλεκτρικών οχημάτων στην ΕΕ συρρικνώθηκαν κατά 12% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι, αθροίζοντας σε 114.038 μονάδες, μέγεθος που, σε μερίδιο αγοράς, αντιστοιχεί σε 12,5%.

Αύξηση στις ταξινομήσεις νέων ηλεκτροκίνητων κατέγραψαν μόνο οι αγορές του Βελγίου και της Γαλλίας (44,8% και 5,4% αντίστοιχα) όπου εξακολουθούν να ισχύουν διάφορες μορφές κρατικών επιδοτήσεων, στοιχείο ενδεικτικό του πώς διαμορφώνονται οι τάσεις σε ό,τι αφορά την ηλεκτροκίνηση. Σε πλήρη αντίθεση στις αγορές της Γερμανίας κατά τον πέμπτο μήνα του έτους οι πωλήσεις ηλεκτρικών οχημάτων κατέγραψαν πτώση 30% σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2023 και της Ολλανδίας κατά 11,7%. Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι συνολικά από τον Ιανουάριο έως τον Μάιο οι πωλήσεις ηλεκτρικών οχημάτων στην ευρωπαϊκή επικράτεια έχουν καταγράψει συνολικά αύξηση 2% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα της προηγούμενης χρονιάς.

Εξίσου ενδεικτικό είναι ότι κατά τον πέμπτο μήνα τους έτους, οι πωλήσεις plug-in υβριδικής τεχνολογίας οχημάτων μειώθηκαν κατά 14,7% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2023 με το Βέλγιο να καταγράφει -36,6%, τη Γαλλία -19,4% ενώ στη Γερμανία αυξήθηκαν κατά το μετριοπαθές 1,7%. Αντιθέτως τα απλά υβριδικά οχήματα ήταν η μοναδική κατηγορία που κατέγραψε αύξηση τον Μάιο ( +16,2%), αθροίζοντας σε 272,568 μονάδες. Στην περίπτωση των αμιγώς ηλεκτροκίνητων το συνολικό μέγεθος για το αντίστοιχο διάστημα ανέρχεται σε 556.276 μονάδες.

Αν και ο Μάιος αποτελεί μόνο ένα μήνα του έτους, οι αποφάσεις πολλών αυτοκινητοβιομηχανιών να αναστείλουν ή να παγώσουν επενδύσεις που σχετίζονται με την ηλεκτροκίνηση καθώς και να αναζητήσουν εναλλακτικές «ενδιάμεσες» τεχνολογίες, είναι εξίσου περιγραφικές της τάσης που επικρατεί αλλά και της προσπάθειας των αυτοκινητοβιομηχανιών να «επιβιώσουν» σε ένα περιβάλλον μεταξύ σφύρας και άκμονος καθώς εκτός από την μειούμενη απήχηση για την ηλεκτροκίνηση οι προδιαγραφές εκπομπών ρύπων εξακολουθούν να είναι αυστηρές ακόμα και αν το αυστηρότερο πλαίσιο έχει πάρει αναβολή για το 2027.

Κάπως έτσι, ο όμιλος Stellantis ανακοίνωσε ότι προτίθεται να διευρύνει σημαντικά την προσφορά εκδόσεων που εφοδιάζονται με ήπια υβριδική τεχνολογία με την μορφή συστημάτων 48 Volt. Σύμφωνα με τις συστάσεις του ομίλου αλλά και κατά γενική ομολογία τα επικουρικά συστήματα των 48 Volt μπορούν να συμβάλλουν στην μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα έως και κατά 20% ενώ ο μικρός όγκος του συστήματος συνεπάγεται την εύκολη τοποθέτησή του στην συντριπτική πλειονότητα αυτοκινήτων ανεξαρτήτως κατηγορίας και όγκου.

Για την ακρίβεια ο όμιλος αναφέρει ότι από το 2025 εκτιμά ότι η παραγωγή εκδόσεων με ήπια υβριδική τεχνολογία θα ανέλθουν σε 1,2 εκατομμύρια, επισημαίνοντας εμμέσως πλην σαφώς ότι η συγκεκριμένη τεχνολογία θα υποκαταστήσει σταδιακά τις εκδόσεις που εφοδιάζονται με «απλούς» θερμικούς κινητήρες και μηχανικό κιβώτιο.

Ενδιαφέρον έχει και η επιλογή του ομίλου Stellantis να μην χαρακτηρίζει τις εκδόσεις που εφοδιάζονται από παράλληλο ηλεκτρικό κύκλωμα 48 Volt, ήπιες υβριδικές ως είθισται, τονίζοντας ότι ο συγκεκριμένος χαρακτηρισμός «αδικεί» την τεχνολογία που κατά τον κατασκευαστή είναι εξίσου αποδοτική με τα full-hybrid συστήματα των Toyota και Renault.

«Για εμάς είναι υβριδική τεχνολογία ξεκάθαρα. Δεν την χαρακτηρίζουμε ήπια υβριδική καθώς αν την συγκρίνουμε με ένα υψηλής τάσης πλήρως υβριδικό σύστημα θα διαπιστώσουμε ότι η μείωση σε εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα είναι εφάμιλλη ενώ, επιπλέον, είναι και πιο προσιτή προς τους καταναλωτές», δήλωσε ο επικεφαλής εξέλιξης κινητήριων συνόλων του ομίλου για την Ευρώπη, Christian Mueller, διευκρινίζοντας ότι το επιπλέον κόστος της συγκεκριμένης τεχνολογίας σε σχέση με ένα αυτοκίνητο με «απλό» κινητήρα εσωτερικής καύσης διαμορφώνεται σε 2.000 ευρώ/αυτοκίνητο.

Η συγκεκριμένη τεχνολογία χρησιμοποιείται ήδη ευρέως από τον όμιλο Stellantis, συνοδεύοντας συνήθως τον turbo κινητήρα 1,2 λίτρου στα μοντέλα του group και έγκειται στην παρουσία ενός μικρού ηλεκτροκινητήρα 21 kW ενσωματωμένου στο αυτόματο κιβώτιο διπλού συμπλέκτη σε συνδυασμό με μίζα/γεννήτρια που βελτιώνει την λειτουργία start/stop.

Το σύστημα που στο λεξιλόγιο του ομίλου Stellantis ονομάζεται eDCT, υπόσχεται αμιγή ηλεκτροκίνηση έως και κατά 1 χλμ. ενώ φυσικά οι ελιγμοί στάθμευσης μπορούν να πραγματοποιούνται με αμιγώς ηλεκτρική ενέργεια. Σε ό,τι αφορά την εξοικονόμηση καυσίμου εκτιμάται στα 2,0 λίτρα/100 χλμ. σε αστικές συνθήκες.

«Πρόκειται για την ιδανική κατ΄εμάς λύση σε ό,τι αφορά την υβριδική τεχνολογία», τονίζει ο επικεφαλής μηχανικός για την εξέλιξη υβριδικών συστημάτων του ομίλου, F. Cimmino.

Σημειώνεται ότι ήδη το συγκεκριμένο σύστημα προσφέρεται σε ένα μεγάλο αριθμό μοντέλων του ομίλου Stellantis, μεταξύ των οποίων, τα Fiat 600, Jeep Avenger η νέα Lancia Ypsilon ενώ αναλόγως την αγορά προσφέρεται ήδη ή θα προσφέρεται σύντομα στις Alfa Romeo Junior, Tonale καθώς και στα Citroen C3, C4 και C5. Παράλληλα αποτελεί ήδη πραγματικότητα για τα μοντέλα που διατίθενται υπό τα σήματα της Peugeot και της Opel.

Ανεξαρτήτως της παραπάνω εξέλιξης ο όμιλος Stellantis σημειώνει ότι παραμένει πιστός στο στόχο του να προσφέρει μια αμιγώς ηλεκτρική γκάμα μοντέλων στην Ευρώπη με ορίζοντα το 2030, σημειώνοντας ότι η απόφαση του για την ήπια (υβριδική) τεχνολογία δεν έχει σχέση με την πρόσφατη κάμψη στις πωλήσεις ηλεκτροκίνητων στην ευρωπαϊκή επικράτεια.

Επιπλέον, όπως επισημαίνεται ο όμιλος Stellantis δεν διατρέχει κανένα κίνδυνο να μην εκπληρώσει τους στόχους για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που έχουν τεθεί για το 2025 και οι οποίοι προβλέπουν την μείωση των εκπομπών του στόλου του κατά 15% κατά μέσο όρο στα πωληθέντα οχήματα σε σχέση με το 2021 οπότε είχαν τεθεί σε ισχύ οι προηγούμενες προδιαγραφές.