Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιοποίησε τα ευρήματα που προέκυψαν από την εννέα μηνών έρευνα η οποία οδήγησε στην επιβολή επιπλέον κλιμακωτών δασμών στους κατασκευαστές που παράγουν αυτοκίνητα στην Κίνα με προορισμό την Ευρώπη. Όπως είχε επισημανθεί εξαρχής οι υψηλότεροι δασμοί, εν προκειμένω 37,6% που επιβλήθηκαν στην κρατική SAIC οφείλονται στην απροθυμία της κινεζικής κυβέρνησης να συνεργαστεί στο πλαίσιο της έρευνας η οποία επιχείρησε να διαλευκάνει κατά πόσο οι αυτοκινητοβιομηχανίες με παραγωγή στην Κίνα επιδοτούνται με διάφορους τρόπους, με αποτέλεσμα η διάθεση των αυτοκινήτων τους στην Ευρώπη να λειτουργεί στρεβλωτικά για τον ανταγωνισμό.
Να σημειωθεί ότι στις BYD και SAIC οι οποίες εμφανίστηκαν πιο συνεργάσιμες με την επίμαχη έρευνα επιβλήθηκαν δασμοί 17,4 και 19,9% αντίστοιχα. Επίσης, όπως έχει ήδη ανακοινωθεί οι δασμοί που υφίστανται από την 5η Ιουλίου, υπολογίζονται επιπλέον του 10% που ίσχυε ούτως ή άλλως για αυτοκίνητα που εισάγονται στην Ευρώπη από την Κίνα.
Οι νέοι προσωρινοί δασμοί θα εξακολουθήσουν να ισχύουν έως τουλάχιστον το προσεχές φθινόπωρο οπότε και η Ευρώπη κατόπιν νέας διαβούλευσης και αφού τοποθετηθούν τα κράτη μέλη επί του ζητήματος και αυτό τεθεί προς ψήφιση στο Ευρωκοινοβούλιο θα θεσμοθετήσουν πιθανόν νέους, οριστικούς δασμούς με μικρότερη ισχύ πενταετίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι αν τουλάχιστον 15 μεγάλες χώρες της ΕΕ που εκπροσωπούν το 65% του ευρωπαϊκού πληθυσμού ταχθούν υπέρ ή κατά αυτό θα κρίνει και την έκβαση και την εξέλιξη της νέας δασμολογικής ευρωπαϊκής πολιτικής έναντι των Κινέζων.
Σε ό,τι αφορά τα ευρήματα της έρευνας που οδήγησαν στην επιβολή δασμών, όπως αναφέρεται υπήρξαν πολλοί τρόποι επιδότησης των κινεζικών αυτοκινητοβιομηχανιών από το κράτος. Στην περίπτωση της SAIC, κατά τα στοιχεία της έρευνας της Κομισιόν, εκτιμάται ότι επιδοτήθηκε συνολικά σε ποσοστό 34,4%. Ποσοστό 1,38% αφορά ευνοϊκούς όρους δανειοδότησης από κρατικές τράπεζες, 8,27% άλλου είδους χρηματοδοτικές διευκολύνσεις, 8,56% επιδοτήσεις, 2,28% επιδοτήσεις υπό την μορφή κινήτρων αγοράς ηλεκτροκίνητων, 0,67% ευνοϊκούς όρους αγοράς γης και 13,24% ευνοϊκούς όρους αγοράς μπαταριών.
Πλην των παραπάνω ευρημάτων, η έρευνα και η σχετική έκθεση αναφέρει ότι η SAIC απέφυγε να δώσει τις πληροφορίες και τα στοιχεία που της ζητήθηκαν. Επιπλέον η Κομισιόν σημειώνει ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δανειοδοτούν τις SAIC, BYD και Geely αρνήθηκαν να παράσχουν πληροφόρηση για το αξιόχρεό τους με αποτέλεσμα οι ευρωπαϊκές αρχές να διεξαγάγουν τη δική τους έρευνα. Επισημαίνεται ότι και οι τρεις κινεζικοί όμιλοι έχουν αξιολογηθεί με ΑΑΑ σε ό,τι αφορά το αξιόχρεό τους, αξιολόγηση η οποία σημαίνει αυτονόητα χαμηλότερα επιτόκια στον δανεισμό τους ενώ να σημειωθεί ότι η αξιολόγηση προκύπτει από κρατικούς κινεζικούς φορείς. Σύμφωνα λοιπόν με την έρευνα της Κομισιόν και το δείκτη χρεών προς ίδια κεφάλαια η αξιολόγηση που θα έπρεπε να έχουν οι παραπάνω όμιλοι θα έπρεπε να ήταν «Β» αντί τριπλού Α.
Επιπλέον, σε ό,τι αφορά το κρίσιμο για τις αυτοκινητοβιομηχανίες παραγωγής ηλεκτρικών οχημάτων, στοιχείο της προμήθειας μπαταριών αξίζει να σημειωθεί ότι η έκθεση αναφέρει ότι «οι SAIC και Geely έχουν ευνοϊκή μεταχείριση σε ό,τι αφορά την αγορά μπαταριών, αποκτώντας σε τιμές κάτω του κόστους ενώ ο όμιλος BYD ο οποίος παράγει τις δικές του μπαταρίες έχει αντιστοίχως προνομιακή μεταχείριση σε ό,τι αφορά την αγορά του κρίσιμου λιθίου».
«Οι αυτοκινητοβιομηχανίες αντί μιας λογικής, με βάση τους νόμους της αγοράς και στόχο την μεγιστοποίηση του κέρδους λειτουργίας, εξωθούνται από την κυβέρνηση σε ένα τρόπο λειτουργίας που θυμίζει κρατική επιχείρηση», αναφέρεται μεταξύ στην έκθεση της Κομισιόν η οποία σημειώνει επίσης ότι εξαιτίας όλων των παραπάνω οι κινεζικές αυτοκινητοβιομηχανίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν «ουσιώδη απειλή» για τις αυτοκινητοβιομηχανίες της Ευρώπης.