Από τους πιο ενδιαφέροντες τύπους μιμιδίων που έχουν κυκλοφορήσει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι αναμφίβολα αυτοί με τη μορφή «τι νομίζει η κοινωνία ότι κάνω, τι νομίζει η οικογένειά μου ότι κάνω, τι νομίζουν οι φίλοι μου ότι κάνω, τι πραγματικά κάνω», όπου τίθεται αρχικά μια (επαγγελματική συνήθως) ιδιότητα και ακολουθείται από τους διαφορετικούς τρόπους που την προσλαμβάνουν διαφορετικές ομάδες του πληθυσμού, ανάλογα με τις προϊδεάσεις τους.
Αν νομίζετε ωστόσο πως αυτά τα μιμίδια λειτουργούν μόνο στην ψηφιακή ζωή γελιέστε. Δεν ήταν μια τέτοια πραγματική περίπτωση, before it was cool, του «ποιος πραγματικά είμαι;» η περίπτωση των τρομοκρατών της 17 Νοέμβρη, που άρχισε να εξαρθρώνεται τέτοιες μέρες του Ιουλίου το 2002; Θυμάμαι την έκπληξη όλων όταν, μετά την πρόωρη έκρηξη βόμβας που τραυμάτισε τον Σάββα Ξηρό στις 29 Ιουνίου, άρχισαν να αποκαλύπτονται οι γιάφκες της οργάνωσης σε Πατήσια και Παγκράτι, καθώς και η ταυτότητα των μελών και πληροφορίες για τη ζωή τους. Οντως τώρα; Αυτοί είναι οι άνθρωποι που είχαν αποκτήσει μυθική διάσταση μέσω της δράσης τους που είχε κάνει το κράτος να τρέμει; Σαν μια γιγάντια (στον τοίχο) σκιά που προκαλείται από ένα μικρό αντικείμενο, η ελληνική κοινωνία συνειδητοποίησε ότι οι τρομοκράτες της ήταν απλοί, κοινότοποι άνθρωποι.
Εξηγούμαι: η επιτυχία της οργάνωσης να μείνει απρόσβλητη τόσο καιρό δημιούργησε μια μυθολογία που πόνταρε πάνω στην ύπαρξη υψηλών προσωπικοτήτων της διανόησης και της πολιτικής, που έβρισκαν – υποτίθεται – τρόπους να καλύπτουν τη δράση της. Διογκούμενη από τους πηχυαίους τίτλους των εφημερίδων η μυθοποίηση της 17 Νοέμβρη ήταν πλατιά διαδεδομένη στο κοινό, είτε με θετικό πρόσημο, αυτών που αντιστέκονται απέναντι στον ιμπεριαλισμό και τον καπιταλισμό, είτε με αρνητικό, του απόλυτου κινδύνου της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας. Η αποκάλυψη της αλήθειας φυσικά έδειξε το ακριβώς αντίθετο. Τα μέλη της 17 Νοέμβρη ήταν κοινοί, ταπεινοί πολίτες της μεταπολίτευσης. Είχαν συγκεκριμένα διαβάσματα και ιδέες, το δε πέρασμα στην πράξη που πραγματοποίησαν βασιζόταν στην απόλυτη συνωμοτικότητα και σε αυτό το ίδιο γεγονός της κοινοτοπίας τους. Ηταν ίδιοι με όλους τους άλλους (συν κάτι 45άρια, βέβαια), πώς να τους προσέξεις;
Μια από τις τραγικές ειρωνείες είναι ότι η διαφορά φαντασίωσης και πραγματικότητας συνδέεται με το πολιτισμικό πλαίσιο που η ίδια η οργάνωση υποτίθεται πως πολεμούσε. Εχοντας καταναλώσει τόνους κόμικς και ιστοριών με υπερήρωες είμαστε πεπεισμένοι πως όταν πέσουν οι μάσκες, από πίσω θα βρίσκεται τουλάχιστον ένας Μπρους Γουέιν. Αυτός ο μηχανισμός φαντασιωτικών προβολών έχει γίνει ταυτόσημος με τη χρήση της μάσκας και της απόκρυψης. Γιατί πραγματικά αν η 17 Νοέμβρη νομιμοποιούσε τη δράση της και πρότεινε τις προκηρύξεις της ως πρόγραμμα, δεν θα γέμιζε στην ελληνική κοινωνία της δεκαετίας του 1990 και του εκσυγχρονισμού ούτε μονόστηλο πλάι στα φαρμακεία. Αν, δε, κατέβαινε στις εκλογές, ίσως βρισκόταν κόμμα το οποίο θα υπολειπόταν αυτού του Δημοσθένη Βεργή.
Για αυτό ίσως και να βγάζει μια προβληματικότητα η κάπως «ιδιαίτερη» μεταχείρισή τους από το κράτος, όπως δείχνουν τα γνωστά σίριαλ με τις άδειες του Κουφοντίνα. Μοιάζει να συντηρεί – έστω στη φορμόλη – έναν μύθο που δεν θα ‘πρεπε να υπάρξει ποτέ…